United States or Niue ? Vote for the TOP Country of the Week !


Την έβλεπε να γυρίζη εδώ κ' εκεί τα φωτεινά και υγρά μάτια της και ν' αργολέγη με αδύνατη φωνή: — Πού είσαι, Μανωλιέ και μαυροκαπετάνιε!... πού είσαι, Μανωλιέ και μαυροκαπετάνιε! ... Και πού να ζητήοη, πού να εύρη ησυχία.

Την δε δεκάτην του μηνός ας κάμνουν διά τα υγρά εκείνοι μεν πώλησιν, αυτοί δε αγοράν αρκετήν δι' όλον τον μήνα.

Ήταν ένας λαός αρχαίος που προχωρούσε, προχωρούσε ψέλνοντας απλοϊκούς ύμνους των πρώτων χριστιανών, προχωρούσε, προχωρούσε, μεθυσμένος από πόνο και ελπίδα, σε ένα δρόμο σκοτεινό που έβγαζε σε τόπο φωτεινό αλλά μακρινό, απλησίαστο. Ο Έφις, με το κεφάλι μες στα χέρια έψελνε και έκλαιγε. Η Γκριζέντα κοίταζε μπροστά της με μάτια υγρά που αντανακλούσαν τη φλόγα των κεριών∙ έψελνε και έκλαιγε κι εκείνη.

ΛΗΡ Είν' άραγε υγρά τα δάκρυά σου; Να τα ιδώ. Είναι υγρά! — Παρακαλώ, μη κλαίεις. Φαρμάκι αν ετοίμασες να πάρω, δόσε μου το. Το 'ξεύρω· δεν με αγαπάς. Απ' όσον ενθυμούμαι, αι αδελφαί σου μ' έκαμαν πολύ να υποφέρω. Εσύ θα έχεις αφορμήν. Εκείναις όμως όχι! ΚΟΡΔ. Και ούτ' εγώ, και ούτ' εγώ. ΛΗΡ Πού είμαι; 'ς την Γαλλίαν; ΚΕΝΤτο κράτος σου, αυθέντα μου. ΛΗΡ Ω! μη με απατάτε!

Προσέτι δε τα όντα ταύτα έχουσιν αίσθησιν της τροφής, και της τροφής αίσθησις είναι η αφή. Διότι πάντα τα ζώντα τρέφονται με ξηρά και υγρά και με θερμά και ψυχρά, τούτων δε η αίσθησις είναι η αφή. Και η πείνα δε και η δίψα είναι επιθυμίαι, αλλ' η μεν πείνα είναι επιθυμία ξηρού και θερμού, η δε δίψα επιθυμία ψυχρού και υγρού• ο δε χυμός δεν είναι τροφή αλλ' είναι ως άρτυμα αυτής.

Ούτως οι όφεις και αι σαύραι και τα φολιδωτά είναι μεγάλα εις τους θερμούς τόπους, εν δε τη Ερυθρά θαλάσση τα οστρακόδερμα. 10. Διότι και της αυξήσεως και της ζωής αιτία είναι η υγρά θερμότης. Αλλ' εις τους ψυχρούς τόπους, το υγρόν, το οποίον έχουσι τα ζώα, γίνεται υδαρέστερον, και διά τούτο παγώνει ευκολώτερον.

Ο δρόμος είτανε μαλακός κ' ευκολοπάτητος. Τριγύρω μας ο ήλιος έτρεμε απάνω στα υγρά μούσκλα, στα κλαδιά και στους κορμούς. Τα μονοπάτι έβγαινε κάτω σ' ένα μικρόν κόλπο, που έκοβε τα δάσος εμπρός σ' έναν απότομο βράχο, και στην ακρογιαλιά, όπου είταν αριά τα δέντρα, ο ήλιος έπεφτε πλατιά απάνω στο γυμνό, ανοιχτό και μόλις χλοϊσμένο έδαφος.

Έπειτα με πλησίασε και με φίλησε και παρατήρησα πως τα μάτια της είταν υγρά, εκεί που αιστανόμουνα όλο το σώμα της γυρμένο στο δικό μου με μια μοναδική μεγάλη τρυφερότητα. — Τότε ας γεράση κι ας γίνη συνηθισμένο, είπε. Το λαχταρώ να γίνη. Δεν είπαμε ούτε λέξη πια. Είδα όμως πως όλη την ημέρα είτανε γεμάτη ήσυχη, σιωπηλή χαρά.

Πάνω στο επίστεγο μαζεύτηκαν πολλοί θερμαστές και ναύτες, κοκκινόμαυροι από το κάρβουνο και τη σκουριά, σκοτεινοί, και με μόνο τα μάτια τους υγρά και καθαρά. Διαρκώς πάνω στην πρύμη έφταναν οι ξένοι αξιωματικοί, κομψοί, ωραίοι, ντυμένοι σ' επίσημη στολή, σε ρεδιγκότες καταστόλιστες από τα γαλόνια. Και οι αξιωματικοί του θωρηκτού τους υπεδέχονταν επίσημοι κι' αυτοί στη στολή, λάμποντας, χαρούμενοι.

Διότι και τα ριπτόμενα κινούνται ακόμη, και εν ώ ο κινήσας αυτά δεν τα εγγίζει πλέον• διότι ο κινήσας κατ' αρχάς εκίνησε μέρος αέρος, και πάλιν ούτος κινηθείς μετέδωκε την κίνησιν εις άλλο μέρος• και κατά τον τρόπον τούτον το ριπτόμενον, έως ου σταματήση, κάμνει την κίνησιν του και εις τον αέρα και εις τα υγρά.