United States or Dominica ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τότε το Τελώνιον έκαμεν όρκον εις τον μέγαν Προφήτην να φυλάξη τα όσα έταξε του ψαρά· και αυτός ευθύς άνοιξε το αγγείον, και εβγήκε καπνός ως και πρώτον, και έλαβε το Τελώνιον την μορφήν και το είδος του ως πρότερον και ύστερα εκτύπησε το αγγείον με το ποδάρι του, και το έρριψεν εις την θάλασσαν.

Το Τελώνιον εστάθη ολίγον, ωσάν να εστοχάζετο τι έχει να αποφασίση· έπειτα λέγει· ας γίνη το ζήτημά σου ως είπες. &Ιστορία του πρώτου γέροντος και της ελάφου.& Αυτή η έλαφος που βλέπετε, λέγει ο γέρων, ήτον εξαδέλφη μου και την εστεφανώθηκα ως γυναίκα μου όντας 12 χρόνων και έζησα μαζί της τριάντα χρόνους χωρίς να αποκτήσωμεν κανένα τέκνον.

Του έκαμα όρκον ότι θα κάμω καθώς με επρόσταξε· και ύστερον εβγήκα από τον πύργον με το τελώνιον, που το είχα καβαλλικευμένον. Κύτταξε καλά, μου είπε πάλιν ο βασιλεύς, να μην αφήσης που να λες την προσευχήν· διότι αν σταματήσης καμπόσον χωρίς να την ειπής ο Αφρικός ημπορεί να κάμη να κινδυνεύσεις και να χαθής.

Ο βασιλεύς θαυμάσας εις το φαινόμενον εγύρισε προς εμένα, και χωρίς να μου ομιλήση, με νεύματα με ερώτησεν αν είνε αληθές εκείνο που λέγει η βασιλοπούλα· εγώ μην ημπορώντας να ομιλήσω, έβαλα το χέρι μου επάνω εις την κεφαλήν διά να βεβαιώσω τον λόγον της βασιλοπούλας· τότε λέγει της ο βασιλεύς· και πόθεν γνωρίζεις, ότι ήτον υιός βασιλέως και το Τελώνιον τον μετεμόρφωσεν εις τούτο το είδος; Του απεκρίθη εκείνη· η βασιλεία σου ηξεύρει, ότι εγώ έλαβα διά διδάσκαλον μίαν γραίαν, η οποία ήτο μία επιτηδειοτάτη μάγισσα, και με εδίδαξεν εβδομήντα κανόνας εις την μαγικήν τέχνην, με το μέσον των οποίων εγώ δύναμαι εις μίαν στιγμήν να μετατοπίσω ταύτην την πολιτείαν εις την μέσην του Ωκεανού· και με την αυτήν τέχνην ευθύς γνωρίζω ένα μεταμορφωμένον από την μαγείαν, και διά ποίαν αφορμήν.

Και μετ' ολίγην ώραν παρετήρησαν μακράν και είδον εις εκείνες τις πεδιάδες ωσάν ένα σκοτεινόν καπνόν, ήγουν ωσάν ένα σύγνεφον από κονιορτόν που το σηκώνει ο άνεμος και όταν επλησίασεν εις αυτούς με μεγάλην βοήν και ταραχήν, άνοιξε το σύγνεφον και βγήκε το Τελώνιον και τρέχοντας αρπάζει τον Πραγματευτήν από το χέρι με το σπαθί ξεγυμνωμένον και του λέγει· σηκώσου· θέλω να σε αποκεφαλίσω καθώς εσύ εσκότωσες τον υιόν μου.

Το Τελώνιον κρατώντας πάντοτε το σπαθί γυμνόν έλαβεν ολίγην υπομονήν έως που ο δυστυχής πραγματευτής να τελειώση τους θρήνους του, και λέγει του· όλα αυτά τα θλιβερά λόγια σου δεν αξίζουν τίποτε, εσύ εσκότωσες τον υιόν μου, πρέπει εγώ να σε σκοτώσω, έτσι απεφάσισα... Τελειώνοντας τούτους τους λόγους η Χαλιμά και ηξεύροντας ότι ο βασιλεύς συνηθίζει να σηκώνεται ενωρίς να προσκυνήση και ύστερα να υπάγη εις το συμβούλιόν του εσιώπησε.

Τούτο το φοβερόν τέρας ήτον ένα Τελώνιον εναέριον από εκείνα τα πονηρά και ασελγή· ήτον μαύρον και φοβερόν, και εβαστούσεν επάνω εις το κεφάλι του μίαν πολύ μεγάλην κασέλαν γυάλινην, κλεισμένην με τέσσαρες κλειδονιές σιδερένιες· έφθασεν εις το λιβάδι, και απέθεσε την κασέλαν υποκάτω εις το δένδρον, εις του οποίου την κορυφήν ήσαν εκείνοι οι δύο Ρηγάδες, οι οποίοι βλέποντες τον κίνδυνον οπού ευρίσκοντο εστοχάσθησαν ότι είνε χαμένοι παντελώς.

Εγώ από τον φόβον μου έως που να βγάλω εκείνα τα φορέματα και να ενδυθώ το ιδικόν μου ελησμόνησα εκεί μέσα το τσεκούρι και τα παπούτσια μου, και βγαίνοντας έξω από την σκάλαν, προτού να κλείσω την θύραν, βλέπω και ανοίχθη η γη, και ωσάν αστραπή εμβήκε μέσα το Τελώνιον.