United States or Zambia ? Vote for the TOP Country of the Week !


ΒΛΕΠΥΡΟΣ Και της Λακωνικές μου αυτές, μα τον Διόνυσο, της έχασα κ' εγώ, Μα μ' έσφιξε το χέσιμο, που λες, και δεν αργώ, κ' έβαλ' αυτό το τσόκαρο, μη χάσω τον καιρό και χέσω μεσ' στο πάπλωμα, που ήταν καθαρό. ΑΝΗΡ Τι να συμβαίνη τάχατες; μήπως καμμιά της φίλη για δείπνο καμμιά πρόσκλησι κρυφά της είχε στείλη; ΒΛΕΠΥΡΟΣ Μπορεί κι' αυτό• δεν είν' κακές κι' αυτές η κακομοίρες•

Προ μικρού έβαψε τα χέρια του εις το αίμα, κατά την προαίρεσίν του εφόνευσε τον Κλαύδιον· εις τον αθέλητον φόνον του γέροντος Αυλάρχου τού φαίνεται ότι βλέπει τον δάκτυλον της Θείας Δίκης οπού τιμωρεί την απραξίαν του και τον προστάζει να γίνη εκτελεστής των ορισμών της· του επαρουσιάσθη και πάλιν τα Πνεύμα του πατρός του και του υπενθύμισε την υποχρέωσίν του· του έγινε γνωστόν ότι ο Κλαύδιος απεφάσισε να τον στείλη εις την Αγγλίαν με τους δύο δολίους συμμαθητάς του οπού κομίζουν σφραγισμένα γράμματα, όπου αυτός υποπτεύεται ότι περιέχονται φονικαί εναντίον του διαταγαί.

Αγρίεψε, έστριψε το μουστάκι του, γούρλωσε τα μάτια του, ξερόβηξε, βρόντηξε τη σακαράκα του, και κατέβασε δυο τρία μουρόρακα τόνα κοντά στ' άλλο. Ζήτησε να του φέρουν μπροστά του αυτούς τους δύο ι ε ρ ό σ υ λ ο υ ς, θέλησε να στείλη για δύναμη στο χωριό, για να τους κλείση την αστυνομία, για να τους στείλη νύχτα στην εισαγγελία, αλλ' ο ηγούμενος τον μπόδισε. — Τόρα νύχτωσε, κυρ αστυνόμε.

Δε γίνεται, είπεν ο χωρικός· τόσα κομμάτια δεν μπορεί να στείλη ο αφαλός της θάλασσας στο μάτι της λίμνης· να ήτον να τα κατάπινε από ένα ένα το μάτι, μπορούσε να τα βγάλη πίσω ο αφαλός. Ο πραγματευτής εφαίνετο επιθυμών να ερωτήση τι και διστάζων. Τέλος αποφασίσας, εστράφη προς τον χωρικόν και τον ηρώτησε·Και ξέρεις του λόγου σου εις ποιο μέρος της λίμνης βρίσκεται αυτό το μάτι;

Όσες μάννες κι αν είνε, ας έρθουν κι ας ανθίζουν τα φυλλοκάρδια τους. Σαν αστέρια θα φέγγουνε μπροστά στο βαθύ το σκοτάδι που καταχνιάζει το νου μου. Δάσκαλε, γλυκέ μου δάσκαλε, που βλέπω το πονετικό πρόσωπό σου, και πάλε ο σπαραγμός δε μ' αφίνει! Δες τα τά μαύρα μου χάλια, και σύρε να παρακαλέσης το Θεό να στείλη το Χάρο να με γλυτώση. Συνέσ. Ο μεγάλος ο Θεός να σε λυπηθή, κερά Δέσπω.

Και εισέρχεται εις το γραφείον του, γρυλλίζων εκ του θυμού·Διάλεξε και αυτή η ευλογημένη την ημέραν και την ώραν, να μας στείλη το θεωρείον της. — Ποίος ήτον; φωνεί από του κοιτώνος της η κυρία Παρδαλού. — Η κυρία Τραχανά ενθυμήθη να μας στείλη το θεωρείον της. — 'Σ πολλάτη της! Όταν βρέχη μόνον και χιονίζη μας θυμάται! . . μας καθυποχρέωσε! Μετ' ολίγας δε στιγμάς ανακράζει και πάλιν·

Ούτω λοιπόν απελευθερώσας το Χριστουγεννιάτικον δώρον του ο Μπάρμπα Σταύρος καθωδήγησε την Κρατήραν πώς να το μαδήση, αφού το δώση εις τον κρεοπώλην να το σφάξη, και είτα να το στείλη εις τον φούρνον παραγεμιστόν, όπως γνωρίζει. Και λέγων ταύτα εκρότει τα χείλη μετ' ορέξεως ο Μάρμπα-Σταύρος νομίζων ότι έτρωγεν ήδη το παχύ γουρνόπουλο.

Αφού επέρασαν δύο χρόνοι που εχωρίσθησαν τα αδέλφια, έλαβε πόθον ο Αϊδήν να ιδή τον αδελφόν του και διώρισε να του στείλη αποκρισάριον τον βεζύρην του, διά να τον καλέση εις την Ινδίαν, διά να συνευφρανθούν αναμεταξύ των ολίγον καιρόν· όθεν και τον έστειλε με μεγάλην παράταξιν.

ΑΣΤ........ Γιατ' είσαι κατεργάρης. Ο Αστυνόμος και αι Γυναίκες. ΑΣΤ. Ποιος τον εφούγιαξε γιαμά αυτόν το τζαρλατάνο; ΚΑΝ. Εμείς τον εφωνάξαμε κι' ανέβηκε απάνω. ΑΣΤ. Όμορφο μπόγια βρίκατε καλόνε κατεργάρη. Οπού με τζη ψευτίαις του ήθελε να σας 'γδάρη. Να στείλη και τον άρρωστο ς' τον άδη χωρίς ναύλο, Κι' α δεν επρόφτανα εγώ τ' έκαμνε δίχως άλλο.

Επί πέντε ημέρας και νύκτας, πολλαχού κείμενοι πρηνείς επί του εδάφους του γυμνού, περιεκύκλουν και σχεδόν εφώρμων κατά του καταλύματός του εν Καισαρεία, με θορυβώδεις και απειλητικάς διαμαρτυρίας και δεν επείσθησαν ν' απόσχωσι κατά την έκτην, ουδέ προ του κινδύνου αδιακρίτου σφαγής υπό των στρατιωτών τους οποίους είχε στείλη να τους περικυκλώσωσι.