Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 11 Σεπτεμβρίου 2025


Τότε σταθείς εις το μέσον των ξένων Του, χαίρων τη καρδία επί τω έργω του ελέους όπερ ήθελε να πράξη, ο Ιησούς ύψωσε τους οφθαλμούς εις τον ουρανόν, ευχαρίστησεν, ευλόγησε τους πέντε άρτους, τους έκοψεν εις τεμάχια, και ήρχισε να τους διανέμη εις τους μαθητάς Του, και αυτοί προς το πλήθος· ομοίως και τα δύο οψάρια. Ήτο ταπεινόν, αλλ' αρκετόν και προς πεινώντας οδοιπόρους ηδονικόν δείπνον.

Πιθανός το προσποίητον τούτο πένθος ήτο λίαν αντιπαθές εις τον Χριστόν. Σταθείς εις την θύραν διά ν' απαγορεύση όπως μη τις εκ του πλήθους Τον ακολουθήση εισήλθεν εις την οικίαν μετά τριών μόνον εκ των μαθητών Του, του Πέτρου και Ιακώβου και Ιωάννου. Ο Χριστός μετ' αγανακτήσεως απέπεμψε τους εμμίσθους θρηνωδούς.

Και σταθείς παρά το παράθυρον εθεώρησεν ολίγας στιγμάς την σκούναν του καπετάν-Μοναχάκη καταμεσήςτο λιμανάκι του χωριού, στολισμένην με σημαίαις κατακαίνουργιαις και με πολύχρωμα σινιάλα, και ευλόγησεν αυτήν με το χέρι του και με την καρδίαν του ο συμπαθέστατος ιερεύς σαν να ήταν ιδική του. — Τι να σας πω, καϋμένα παιδιά, είπε τότε και ο γέρων πλοίαρχος.

Μη φοβάσαι, είπεν ο κυρ-Μοναχάκης, αν λες αλήθεια, δεν τρως ξύλο· μα έλα δω... ειπέ μου τι ξέρεις... γιατί... Η λέξις αύτη ήτο η μόνη ην επρόφερε όπως υποδηλώση την θλίψιν, την οργήν και την εντροπήν του. — Να, μπάρμπα, είπεν αναθαρρήσας και σταθείς εγγύς της θύρας ο παις.

Ήτο πρωΐα και εις την αυλήν δεν υπήρχε ψυχή ζώσα. Προφανώς όλοι εκοιμώντο ακόμη εκτός εκείνων, οίτινες είχον επανέλθει από το Οστριανόν. — Τι θα κάμωμεν, αυθέντα; ηρώτησε σταθείς ο Κρότων. — Ας περιμένωμεν εδώ, απήντησεν ο Βινίκιος. Κάποιος θα φανή ίσως. Δεν πρέπει να μας ίδωσιν εις την αυλήν.

Αυτό που έχει σημασία είναι ν’ αλλάξεις πορεία, τώρα. Να σταθείς στα πόδια σου επιτέλους. Καταλαβαίνεις;» Ο Τζατσίντο όμως, που μέχρι την τελευταία στιγμή ήλπιζε στη βοήθεια του υπηρέτη, δεν απάντησε, δεν ξαναμίλησε. Κουβαριασμένος σαν άρρωστο ζώο, άκουγε τις ακρίδες να πετούν θροΐζοντας ανάμεσα στα ξερά φύλλα και παρακολουθούσε με ηλίθιο βλέμμα το χτύπημα των φτερών τους που ιρίδιζαν.

Έπειτα σταθείς όρθιος, έλαβε το εργαλείον του, όπερ ήτο βαρεία σφύρα, και ήρχισε να κτυπά ηρέμα, βραδέως και κανονικώς τους λίθους, έχων βεβαίως σκοπόν ν' ανοίξη εις το ανώτερον μέρος και άλλην ρωγμήν, ως εκείνας ας είχεν ορύξει ήδη. Επί μακράς ώρας εξετέλει ήδη την εργασίαν ταύτην. Εφαίνετο ακάματος. Ησθάνετο ότι ο σκοπός του ενίσχυεν αυτόν εις τον παράδοξον τούτον κόπον.

Και ο υπηρέτης των Ένδεκα ήλθε, και σταθείς πλησίον του είπεν Ω Σώκρατες, δεν θα σε καταδικάσω δι' εκείνο, διά το οποίον καταδικάζω άλλους, ότι θυμώνουν εναντίον μου και με καταρώνται, όταν παραγγέλλω εις αυτούς να πίωσι το δηλητήριον, εν ώ με υποχρεώνουν οι άρχοντες να κάμω τούτο· εγώ και από άλλα σε εγνώρισα εις το διάστημα του καιρού τούτου, ότι είσαι γενναιότατος και γλυκύτατος και ο κάλλιστος άνθρωπος από όσους έως τώρα ήλθον εδώ· και λοιπόν και τώρα καλώς γνωρίζω, ότι δεν δυσαρεστείσαι εναντίον μου, επειδή γνωρίζεις ποίοι είναι οι αίτιοι· αλλά με εκείνους.

Ενεφανίσθη άθλιος και ρακένδυτος, αλλ' επειδή οι δούλοι είχον άλλοτε διαταχθή να τον αφίνουν να εισέρχεται εις πάσαν ώραν της ημέρας και της νυκτός, δεν ετόλμησαν να του εμποδίσουν την δίοδον. Εκείνος εισήλθε κατ' ευθείαν εις το άτριον και σταθείς ενώπιον του Βινικίου είπε: — Οι θεοί να σου δώσουν την αθανασίαν και να μοιράσουν μαζί σου την κυριαρχίαν του κόσμου!

Έφθασαν μετά ταύτα οι Λυδοί φέροντες το πτώμα· όπισθεν δε αυτών ήρχετο ο φονεύς. Σταθείς ούτος πλησίον του σώματος παρέδωκεν εαυτόν εις τον Κροίσον· προτείνων δε τας χείρας τον παρεκάλει να τον σφάξη επί του νεκρού, αναφέρων την πρώτην του συμφοράν και λέγων μεγαλοφώνως ότι ήτο ανάξιος πλέον να ζη αφού επέφερε την δυστυχίαν και εκείνου όστις τον εκαθάρισεν.

Λέξη Της Ημέρας

γραμματοδιδάσκαλοι

Άλλοι Ψάχνουν