Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 1 Ιουνίου 2025
Ω Κεριστάνη απάνθρωπη, ημπορείς να στοχασθής, αν εγώ ημπορώ να υποχρεωθώ εις όλα σου τα σκληρά καμώματα, χωρίς να μη σε ονειδίσω; όχι, εις πείσμα όλης της αγάπης, που έχω προς εσένα, είναι αδύνατον να ημπορέσω να συνηθίσω εις τους νόμους σου.
Θα σου είπη ότι απαιτείται μεγάλη προσοχή, διότι, εάν ολίγον τι παραπατήσης ή αν κλίνης προς το έν ή το άλλο μέρος και χάσης την ισορροπίαν, θα εκτραπής εκ της καλής οδού η οποία φέρει προς τον γάμον• θα σε συμβουλεύση έπειτα να μιμηθής τους αρχαίους και θα σου δώση παλαιά υποδείγματα λόγων, δυσκολομίμητα, οποία είνε τα έργα της παλαιάς τέχνης, του Ηγησίου λ. χ. του Κριτίου και του Νησιώτου, σφικτά, νευρώδη και σκληρά και με αυστηράν ακρίβειαν γραμμών, και θα σου είπη ότι είνε αναγκαίον και απαραίτητον να κουρασθής, ν' αγρυπνίσης, να πίνης μόνον νερόν και να επιμείνης• διότι είνε αδύνατον άνευ τούτων να διανύσης την οδόν.
Κ' εγέλασ' η μητέρα του και στράφηκε και τούπε: Γιατί απορείς; μήπως και συ της μέλισσας δε μοιάζεις; Έτσι μικρός είσαι και συ κ' έτσι σκληρά πληγώνεις. Αδράχτι, που σ' εχάρισε στις γνωστικές γυναίκες η γλαυκομμάτα η Αθηνά για νοικοκυροσύνη, έλα μαζί μου θαρρετά στην πόλη του Νηλέως πούνε ναός της Κύπριδος μέσ' σε χλωρά καλάμια.
«Α! Περινίς, ήσουν ο σπητικός μου κι' ο πιστός μου κι' ο πατέρας μου σε είχε προορίσει, από παιδάκι ακόμη, να με υπηρετής. Αλλά ο Τριστάνος ο μάγος σε κατάφερε με τα ψέμματα και τα δώρα του. Και συ, με πρόδωσες. Φύγε από δω!» Ο Περινίς γονατίζει στα πόδια της. «Κυρία, σκληρά λόγια ακούω. Ποτέ δε δοκίμασα τέτοια λύπη στη ζωή μου. Μα λίγο με μέλει για τον εαυτόμου.
Χριστιανοί, μη βλέπετε στο πρόσωπό μας δυο φτωχές υπάρξεις, πιο θλιβερές και από τα φύλλα που πέφτουν, πιο βρώμικες και από τους λεπρούς. Να δείτε στο πρόσωπό μας τα όργανα του Κυρίου που θέλει να συγκινήσει τις καρδιές σας!» Τα χάλκινα νομίσματα έπεφταν μπροστά τους σαν σκληρά, ηχηρά άνθη.
Η ψυχή του απέκρουε λοιπόν την ιδέαν της απαλλοτριώσεως της χρυσής του καδένας. Τω εφαίνετο σκληρά αχαριστία προς το θαυματουργόν εκείνο καλλιτέχνημα, αντανακλώσα εις την Χάριν αυτήν του Θεού όπου το είχεν αγιάσει τόσον. Ενύκτωσεν. Εκάθισε να φάγη δήθεν. Η Θωμαή παρεκάθητο λυπημένη, άφωνος, με την μανδήλαν της καταιβασμένην. Η γραία έμεινε κάτω εις το μαγαζείον, ανοικτόν ακόμη.
Τση τάπα 'γώ, καιρός περασμένος, τα όσα τση πρέπουνε κιαπό τότες δεν εμιλήσαμε· κια δε σύρη χέρι απού το παιδί μου, θα τήνε κάμω να φύγη απού το χωριό. Εγώ τηνε λυπούμαι έτσα που κατάντησε και δεν πιάνει άθρωπος χρουσό μήλο από τα χέρια τση, μα δεν ντρέπεται και καθόλου. Πετάχτηκα έξω, περισσότερο για να μην ακούω τα σκληρά λόγια της μάνας μου.
Ήθελε να τον μισή μολαταύτα: δεν την είχε περιφρονήσει κατά ένα χυδαίο τρόπο; Ήθελε να τον μισή. Και δεν μπορούσε. Και η καρδιά της ήτανε θυμωμένη για την τρυφερότητα αυτή, την πειο οδυνηρή από το μίσος. Με αγωνία τους παρατηρούσε η Βραγγίνα. Και πειο σκληρά ακόμη βασανιζότανε αυτή, που μόνη ήξερε τι κακό είχε κάμει.
Αλλά δεν έφθανεν η ποδιά του οθονίου διά να συγκαλύψη όλα τα μαγικά, καθώς έκειντο σκόρπια επί της μικράς τραπέζης, όθεν βιαίως ετράβηξε το τραπεζομάνδηλον προς το μέρος της, διά να κάμη μακροτέραν την κρεμαμένην άκραν πλην τότε έγεινε μικρός θόρυβος, τα σκληρά αντικείμενα εκρότησαν, και δύο πεθαμμένα κόκκαλα σπρωχθέντα αποτόμως, έπεσαν μετά κρότου εις το σανιδένιον πάτωμα.
ΜΕΡΚΟΥΤΙΟΣ Εάν σου φέρνεται σκληρά, φέρσου σκληρά μαζή του· αν σε κεντά, κέντα και συ, να τον εξημέρωσης. — Δώσατ' εδώ ένα κουτί, το μούτρον μου να χώσω. 'Σ την προσωπίδα προσωπίς! Και τώρα τι με μέλει, εάν την ασχημάδα μου κανείς μου ψεγαδιάση; Τα φρύδια τούτα τα χονδρά την εντροπήν ας πάρουν. ΜΠΕΜΒΟΛΙΟΣ Εμπρός! πηγαίνωμεν εμπρός! Εμβαίνωμεν, κι’ αμέσως το ρίχνομεν εις τον χορόν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν