Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 25 Ιουνίου 2025
Όντας όμως η πηγή του Αρειανισμού μπρος στα μάτια του, μέσα στην Πρωτεύουσα, δεν είχανε γίνει και παραπολλές βαρβαρότητες στην εφαρμογή του κατατρεγμού εκείνου. Μα με την ειδωλολατρία, που και πολυκέφαλη είταν και σκόρπια σε διάφορα μακρινά μέρη, συνέβηκαν ανήκουστα πράματα, κι όχι τόσο στην Καθαυτό Ελλάδα — αυτή στάθηκε τυχερή — όσο στην Ανατολή.
Δεν είχε ο ένας τύπους ειμί, ει, εστί, πατήρ, πατράσι κι ο άλλος τύπους είμαι είσαι, είναι, πατέρας, τους πατέρες, στους πατέρες. Να μιλή κανείς σαν το μάγερά του ή να μιλή τη γλώσσα του μάγερά του, είναι πράματα όλους διόλου διαφορετικά.
Και το χερότερο, καταντούσαν καλόγεροι και χάριζαν τα χτήματά τους στις εκκλησιές και στα μοναστήρια. Έτσι είταν τα πράματα ως τον έχτο αιώνα.
Είτανε πρωτομαγιά και μιλήσαμε πως μπορούσαμε να την κάμουμε να περάση ευχάριστα για τα παιδιά, όπως το συνηθίζαμε προτήτερα. Στην αρχή μου είταν αδύνατο να φανταστώ πως είταν αληθινό ό,τι έμαθα. Όσο να έρθη η ώρα, που θάφευγε το τραίνο, πήγα κι αγόρασα λίγα φρούτα κι άλλα πράματα, που χρειαζόντανε για τη χαρούμενη μέρα.
Κάποτε λοιπόν ο Καραϊσκάκης περαστικός κατάλυσε 'σ το σπίτι του, με κάμποσα παληκάρια. Πάει ο Ζαφείρης 'σ το μαγερειό και ρίχνεται 'σ της δούλες κι' αρχίζει τσιμπιές, γαργαλητά, φιλιά. Βάνουν της φωνές εκείνες και τρέχουν 'σ την καπετάνισσα. Τρέχει κ' η κυρά Γκόλφω, η Καραϊσκάκαινα, 'σ το στρατηγό καταθυμωμένη· — Τι πράματα είναι αυτά; του λέει· τα παληκάρια σου παλεύουν της ψυχοκόρες μου!
Για σένα πολεμώ και δουλέβω. Φτωχός είμουν και μ' έκαμες πλούσιο, γιατί δικό μου τίποτις δεν έχω· δυο πράματα μόνο γύρεβα στον κόσμο, μια γλώσσα και λίγη ποίηση. Τη γλώσσα την πήρα από το στόμα του λαού· την ποίησή μου από σένα την πήρα. Την ποίησή μου από σένα την πήρα και του κάκου παραπονιούμαι. Θυμάσαι, ψυχή μου, θυμάσαι; Έξη χρόνια τώρα και παραπάνω!
Σκληρός με καταφρόνια, π α τ ρ ι ώ τ ε ς, όμως είναι γεγονός πως κάποιοι κάπως ταράζονται. Και μπορεί μια μέρα να σηκώσουν πολλούς στο πόδι. Ε! Τι σημαίνουν όλ' αυτά τα πράματα; Δε σου φαίνεται, κ.
Αλλά τι κάνω;! πολεμώ με την επιθυμία του Φοίβου, που μου φύλαξε της μάννας μου σημάδια; Πρέπει να κάμω τόλμημα. . . ναι. . . πρέπει να τανοίξω. δεν το απόφυγε κανείς ό,τ' ήτανε γραφτό του. Ώ σεις στεφάνια ιερά! Τι μου 'χετε φυλάξη τα πράματα μαζεύοντας τα τόσα αγαπημένα; Νά, κύτταξε το σκέπασμα του στρογγυλού κανίστρου, καινούργιο ακόμα έμεινε σαν από κάποιο θάμα.
Το γεμίζει χώμα, κολλά σ' αυτό τα χείλη της κ' έπειτα κλείνει με ραφή το σακκουλάκι. Τη ραφή την κάνει τόσο σφιχτή, που να μην μπορή να φύγη ούτε σπειρί από το χώμα, και στις άκρες στεριώνει ένα κορδόνι. Έπειτα μαζεύει πάλι τα πράματά της και κάθεται πολλή ώρα εκεί με το μαύρο φυλαχτό στο χέρι και συλλογίζεται πως τώρα είναι αφιερωμένη σε κείνον που κοιμάται στο μνήμα.
Ένα μικρό κομό βαμένο με σκούρο βερνίκι· είτανε μια φορά του Σβεν κ' είχε τη μικρή ιστορία του, γιατί πρωτήτερα είτανε του μπαμπά κ' είχε ανοιχτοκίτρινο χρώμα. Από τότε όμως, που το πήρε ο Σβεν, βάφηκε με το νέο χρώμα του. Τώρα στα τρία συρτάρια του κομού βρίσκονταν όλα τα πράματα που θυμίζανε το μικρόν και δεν έπρεπε να είναι σκορπισμένα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν