United States or New Caledonia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τρέξε, βάλε τα δαιμονόπουλά μου να τους στρεβλώσουν τες κλείδωσες με ξερούς σπαραγμούς, να τους κοντήνουν τα νεύρα με γεροντικά μουδιάσματα, να τους ξεψυχίσουν τσιμπιές, να γένη το δέρμα τους παρδαλό σαν της τίγρης ή του αγριόγατου. ΑΡΙΕΛ. Άκουσε, βογγάνε. ΠΡΟΣΠ. Να κυνηγηθούν πλέρια. Σε τούτη τη στιγμή είναι στο χέρι μου όλοι οι εχθροί μου.

Οι δύο πρέπει να ομολογήσετε ότι είναι δικοί σας· τούτο το πράμμα του σκότους το αναγνωρίζω για δικό μου. ΚΑΛΙΜΠ. Ω θανάσιμες τσιμπιές που καρτερώ! ΑΛΟΝΖ. Δεν είναι αυτός ο Στέφανος; ο μέθυσος κελλάρης μου; ΣΕΒΑΣΤ. Μεθάει ολοένα· πού ηύρε το κρασί; ΑΛΟΝΖ. Μήτε ο Τρίνκουλος βαστιέται· που να ευρήκανε το πιοτό, που τους ερρόδισε; πώς αρτύσθηκες έτσι;

ΚΑΛΙΜΠ. Υδρώπικας να πνίξη το μουρλό! Τι νοιώθετε με το να χαϊδεύετε αυτά τα παληοσκούτια; πάμετε, και ας κάμουμε πρώτα το φονικό· ανίσως ξυπνήση, μας γιομίζει τσιμπιές από τα νύχια ως την κορφή· μας κατασταίνει παράξενα πράγματα.

Κάποτε λοιπόν ο Καραϊσκάκης περαστικός κατάλυσετο σπίτι του, με κάμποσα παληκάρια. Πάει ο Ζαφείρηςτο μαγερειό και ρίχνεταιτης δούλες κι' αρχίζει τσιμπιές, γαργαλητά, φιλιά. Βάνουν της φωνές εκείνες και τρέχουντην καπετάνισσα. Τρέχει κ' η κυρά Γκόλφω, η Καραϊσκάκαινα, 'σ το στρατηγό καταθυμωμένη·Τι πράματα είναι αυτά; του λέει· τα παληκάρια σου παλεύουν της ψυχοκόρες μου!

Ο γέρων πιθανώς θα εκάμπτετο εις τας ικεσίας και τα κλαύματα της μοναχοκόρης, και θα έδιδε περισσοτέραν προίκα. Όθεν εσιώπησεν. Η Χαδούλα εθαύμασε πώς, ενώ η μήτηρ της ολοφάνερα την είχεν ιδεί να κάμνη τα ριψοκίνδυνα εκείνα νεύματα, διά πρώτην φοράν εις την ζωήν της, όταν ευρέθησαν μόναι, δεν της έδωκεν ούτε νυχιές, ούτε τσιμπιές, ούτε δαγκωματιές, πράγμα το οποίον, άλλως, συχνά συνείθιζε.