United States or Tokelau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Τα παράθυρα των εκατέρωθεν οικίσκων ήσαν κλειστά, πού και πού όμως το άνω φύλλον της θύρας ήτο ανοικτόν, ο δε οικοδεσπότης, ή και η σύζυγός του, στηρίζοντες τους βραχίονας επί του κλειστού κάτω φύλλου εφαίνοντο περιμένοντες την διάβασιν του ιερέως. Ο Γεροθανάσης διαβαίνων διέδωκε την είδησιν ότι ο λεπρός αποθνήσκει.

Κατευχαριστημένα; Όχι πάντοτε δυστυχώς, διότι και η διασκέδασις αυτή έχει ενίοτε την σκιεράν της όψιν. Άκουσε, να γελάσης. Προ ολίγων ημερών ευάριθμος αλλά φαιδρά δομινοφόρων ομάς περιήρχετο εσπέραν τινά τας οδούς των Αθηνών ζητούσα διασκέδασιν και χορόν εις πάσαν οικίαν, της οποίας έβλεπε φωτισμένα τα παράθυρα.

Η Χριστίνα δεν έκαμεν άλλο παρά να ετοιμάζεται όλην την ημέραν, να κουράζεται όλην την νύκτα και να ξεκουράζεται την επομένην· ούτ' εγώ άλλο τίποτε παρά να την συνοδεύω, ν' αγρυπνώ, ν' ανησυχώ, να ζηλεύω, να κατασκοπεύω και να βλέπω εις τον ύπνον μου τον Ήφαιστον, τον Μενέλαον και τον Βιτούρην. Ούτος εξηκολούθει να συχνοδιαβαίνη από τα παράθυρά μας.

Είτανε μια κατοικία με πολλές μεγάλες κάμαρες, με στραβωμένα παράθυρα, με λεκιασμένους τοίχους και μεγάλες βεράντες παλαιού ρυθμού, μια στενόμακρη, που έβγαινε στην αυλή, και μια μικρότερη, που είχε θέα προς έναν κήπο με χορταριασμένους δρόμους κι ακλάδευτα φραουλόθαμνα, προς τις βελανιδιές μακριά και τον ήσυχο φωτεινόν κόλπο, που τριγυρισμένος όπως είταν από την πρασινάδα έμοιαζε μ' ατάραχη λίμνη.

Φαίνεται ότι εξετέλει εντολήν του πατρός της, μη θέλοντος να ενοχλώσιν οι διαβάται την άρρωστην. Αύτη, άλλως, ευρίσκετο πράγματι εντός της καλύβης, καίτοι τα παράθυρα ήσαν κλειστά, ίσως διά να μη την βλάπτη ο εσπερινός αήρ του ρεύματος.

Πίσω από την κρεββατοκάμαρα είταν ένα μικρό χώρισμα, που στην αρχή λογαριάζαμε να τα κάνουμε δωμάτιο τουαλέττας, μα έπειτα δεν ξέρω για ποιους λόγους δεν το κάναμε. Είτανε πολύ ακανόνιστο, τα παράθυρα ψηλά και τα φως λιγότερο παρότι στις άλλες κάμαρες. Εκεί κατοικούσε ο μικρός Σβεν. Εκεί είταν η κάμαρά του κ' η κάμαρα αυτή έμενε κλειστή.

Η πόρτα ήτον κλειδωμένη, τα παράθυρα ήσαν εφωδιασμένα με δικτυωτά... από την στέγην τάχα, καθώς έλεγαν κ' οι εξορκισμοί, κατήλθεν ο εχθρός, ή κάτωθεν από το ισόγειον δάπεδον του κτιρίου ανήλθε το καταχθόνιον δαιμόνιον; Τέλος, η νεαρά δασκάλισσα, μετά πολλής προσπαθείας, ανεκάλυψεν έν ίχνος, πραγματικόν ή απατηλόν.

Τα μεγάλα σπίτια, απάνω από το γιαλό, με τα σκοτεινά παράθυρα, έρημα από χρόνια, του φάνηκαν του ξένου πως του βάραιναν στο στήθος απάνω σα βουνά. — Δυστυχισμένο νησί, είπε κουνώντας το κεφάλι του. Ρήμαξε και πάει! Ο Μπαρμπα-Νικόλας σήκωσε τα μάτια του, κόκκινα φωτιά. — Ανάθεμά τον που βασιλεύει μέσα στα ρημάδια! είπε. Η φωνή του έτρεμε.

Ο ουρανός λίγο-λίγο θολόνονταν πλειότερο, άστρο κανένα δεν έφεγγε ψηλά του κι' ο Βοριάς άρχισε να φυσάη πολύ δυνατά. Το Μικρό Χωριό, αφού δείπνησε και &σιλάρωσε& τα ζωοπράμματά του, έκλεισε τες θύρες του και τα παράθυρά του κι' ετοιμάστηκε να κλείση τα μάτια του και να ριχτή στην αγκαλιά του ύπνου, όσο που να βαρέση το πρωινό ο παπάς το σήμαντρο της εκκλησιάς.

Φορές φορές, ύστερα από τη βουή που εκύλαε σπορίζοντας το κάθε κύμα, ενιώθαμε να τραντάζη ολόβολο το σπίτι κάτου από τα πόδια μας. Απάνουθε πάλι ο Ταΰγετος εκατέβαζε κύματα τ' ανεμόχολο. Ετάραζαν τα γιαλιά στα παράθυρα. Εκουφοσφύριζε ο άνεμος στα κλαδιά της μεγάλης μουριάς. Εβογκούσε κ' εγύρεβε να ξεριζώση τις τζαμόπορτες της μπασιάς.