United States or Palau ? Vote for the TOP Country of the Week !


Το φθάνει κανείς επί τέλους αρκεί να θέλη απήντησεν ο Ρούντυ, επειδή είναι ριψοκίνδυνο παλληκάρι. — Αλλά τον αετιδέα δεν μπορείς μόλα ταύτα να τον φθάσης· ο ίδιος το έλεγε εσχάτως. Η Μπαμπέτα κάθεται ακόμη υψηλότερα! — Τους παίρνω και τους δύο! είπεν ο Ρούντυ.

Θα το εξοφλήσης, ή το εξοφλώ αμέσως ; Και έκαμε κίνημα να εξαγάγη το χρηματοφυλάκιόν του. — Μπορεί να το πάρη κανείς για εννέα λίραις . . . γαλλικές, είπε διστάζων ο κυρ-Μαργαρίτης. — Γαλλικαίς;.. το παίρνω εγώ διά εννηά αγγλικαίς . . .

«.... Τον εργαλειό θα τον στήσω κάτω, δίπλα εις την αποθήκην, όπου φυλάττει ο πατέρας μου τα είδη του παντοπωλείου του, και δι' όσα φορέματα θα χρειάζωμαιπάντα μεταξωτάθα παίρνω εργάτριαν με το ημερομίσθιον να τα υφαίνη.... Πολλά κορίτσια πτωχά ευρίσκει κανείς εις τας Αθήνας να εργασθούν με ημερομίσθιον!...» Εδώ πάλιν η κλωστή εκόπη. Κάθε λίγο και λιγάκι έχει κόμβους αυτή η κλωστή!

Θέλεις να πης... — Τι; — Ότι την έχετε ψυχοκόρην. — Ψυχοκόρην; — Ναι. — Ποίαν; — Την Αϊμάν. — Θεός φυλάξοι! — Διατί; — Διότι είνε κόρη μας. — Κόρη σας; — Εγκαρδιακή. — Με τα σωστά σου; — Παίρνω όρκον. — Όρκον; — Βέβαια. — Εις τι πράγμα; — Εις ό,τι θέλεις.

Και αμέσως παίρνω και άλλα δυο παιδιά μαζύ μου, και πηγαίνω κάτωτην πόρτα του Νάρθηκα και στέκουμαι εκεί. Ύστερ' από λίγο, να κ' έρχεται ο Φαφάνας με το Μηναίον ανοικτόν, γεμάτο ασημένια νομίσματα, με το κηρίον αναμμένον.

Το παίρνω μαζί μου, και πηγαίνω να καλοκοιτάξω αυτό το Καστρί εκεί κάτου, να δούμε, είταν κι αυτό Πολιτεία Ελληνική ή όχι; Ως εκεί μπορώ και περπατώντας να πάω. Ως τόσο μη χάνης καιρό εσύ. Έφυγε ο Σφακιανός με τάλογο, και καθώς τραγουδούσε έξω από το χωριό πηγαινάμενος, πρόβαλε ο Προεστός στην αυλή να προσκαλέση το Μυλόρδο στο γλυκό και στον καφέ.

Πούθε το ήξερε; Ή πώς μπορούσε να το λέη με τόση βεβαιότητα, αν δεν ήξερε τίποτε; Είτανε μια απλή σύμπτωση; Και μπορεί να λέη κανένας σύμπτωση ό,τι δεν μπορεί να εξηγήση; Καθόμουνα ώρες κοντά στο κρεβάτι της γυναίκας μας κ' έβγαινα μονάχα έξω για να παίρνω αέρα ή να ησυχάζω.

Μα τάφησα έπειτα, γιατί άκουσα και στην Αθήνα έτσι να το λένε, παίρνω λουτρό , καθώς λένε και για το τραίνο πως το παίρνουνε . Μπορεί να είναι ξενισμός, μου φαίνεται όμως πως τέτοιους ξενισμούς έχει σήμερις κάθε γλώσσα, έχει κ' η δημοτική μας. Ας με συμπαθήσουνε λοιπόν οι φίλοι, κι ας δούμε τώρα και τη Ζούλια την ίδια. 28 του Τρυγητή, 1901. Φίλτατε Δροσίνη,

Την αγάπη μου θέλεις. Όσο μ' αγαπάς, σ' αγαπώ και γω τώρα. Καρλή μου, Καρλή, πες μου το αλήθεια πως μ' αγαπάς, να τακούσω! — Εσένα, Λέλα, να μη σ' αγαπώ; — Και την παίρνω στο στήθος μου απάνω και στο στήθος το δικό της, εκείνη τη στιγμή, μου φαίνεται πως νοιώθω τη φλόγα, την ίδια φλόγα που εμένα με καίει. — Μου φαίνεται πως την έννοιωσα τότες! Ο κόσμος είναι μικρός. Τι μικρούτσικος που είναι!

Και ο τρόπος με τον οποίον πλησιάζω εκεί είνε οπόταν εβγαίνω από το καράβι πρέπει να είναι νύκτα, και να έχω φανάρια αναμμένα· η θεωρία της φωτιάς φοβίζει, και βάνει εις φυγήν εκείνα τα άγρια θηρία, και ούτω πλησιάζω εις εκείνα τα πηγάδια, και παίρνω όσα μαργαριτάρια θέλω, και έπειτα φεύγω χωρίς βλάψιμον.