Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 26 Ιουνίου 2025


Σας τη δίνω». — Μεγαλειότατε, την παίρνω, είπεν ο Τριστάνος. Α! Άρχοντες, γιατί είπε αυτόν το λόγο; Γι' αυτόν το λόγο πέθανε. Όρισαν την ημέρα, ώρισαν την προθεσμία. Ο Δούκας έρχεται με τους φίλους του, ο Τριστάνος με τους δικούς του. Ο εφημέριος του παλατιού ψέλνει τη λειτουργία.

Όσο για τους άλλους, αυτοί θέλει μας ακούνε με την προθυμία, που ο γάτος γλύφει το γάλα· θέλει βαρούν την ώρα σε ό,τι ειπούμ' εμείς, που αρμόζει του καιρού. ΣΕΒΑΣΤ. Ακολουθώ, φίλε, τα καμώματά σου. Όπως εσύ απόκτησες το Μιλάνο, ομοίως κ' εγώ παίρνω τη Νεάπολη· ξεσπάθωσε· ένα κτύπημα σ' ελευθερώνει από το δόσιμο που πληρώνεις, κ' εγώ, ο βασιλέας, θέλει σ' αγαπώ.

Ποια τώρ' απ' όλαις σας θα 'πή πως δεν χορεύει; Εάν καμμιά την δύσκολην θελήση να μας κάμη, παίρνω τον όρκον μου εγώ πως της πονούν οι κάλοι. Ωραία δεν σας έπιασα; — Καλώς τους άρχοντάς μου!

Είσαι του λόγου σου μέσα στην καρδιά του κοριτσιού; Πού το ξέρεις κι' αν τον αγαπούσε; Κι' αν δεν τον αγαπούσε ήθελες να τονέ κλαίη τώρα; — Συχώρα με, ματάκια μου, είπε πάλι ο Γιαννιός χαμογελώντας κάτω απ' το μουστάκι του. Σαν είνε έτσι το πράμμα παίρνω πίσω το λόγο μου. Ο Θεός μονάχα να σου χαρίζη ζωή, να μη σε κλάψη του λόγου σου.

Γδύνομαι αμέσως, παίρνω την πρώτη ανάσα. Μπρε! Πήρε κ' εσούρπωνε. Αντίκρυ το Πήλιο εψήλωνε βαθυγάλαζο σαν από λουλάκι. Τα χωριά του άσπριζαν στις πλαγιές σκόρπια μάρμαρα. Κάτω στον Βώλο άναβαν τα φώτα και ψηλά ο ουρανός ολοπόρφυρος από το ηλιοβασίλεμα, έβγαζεν έναένα τρεμόφεγγα τ' αστέρια του. Μου εφάνηκε πως εξανάζησα όταν είδα εμπρός μου γνώριμα πρόσωπα και γνωστότερα πράγματα.

Δεν είμαι μόνος μου, πολλούς οι Μούσες αγαπούνε κι όλοι μας στην Αρέθουσα θα πλέξωμε τραγούδια, θα πλέξωμ' ύμνους στο λαό, στου Ιέρωνος τις νίκες. Ω Χάριτες του Ετεοκλή, Χάριτες, που αγαπάτε τον ξακουσμένο Ορχομενό κάποτ' εχθρό της Θήβας, εγώ δεν πάω ακάλεστος, μα σ' όσους με καλέσουν, παίρνω τις Μούσες συντροφιά και θαρρετά θα δράμω.

Μείνε εσύ εδώ με την βασίλισσαν, απεκρίθη ο Ρουσκάδ προς τον Αλή, και κάμε της συντροφιά, και εγώ παίρνω το βάρος διά να φθάσω τον βασιλέα, και να τον φέρω εις τούτον τον τόπον. Έτσι λέγοντας εκαβαλλίκευσε το άλογόν του ο Ρουσκάδ, και ευθύς έτρεξε διά να φθάση τον βασιλέα της Θέμπας.

Λέξη Της Ημέρας

στάθη

Άλλοι Ψάχνουν