United States or Barbados ? Vote for the TOP Country of the Week !


Όσο για τους άλλους, αυτοί θέλει μας ακούνε με την προθυμία, που ο γάτος γλύφει το γάλα· θέλει βαρούν την ώρα σε ό,τι ειπούμ' εμείς, που αρμόζει του καιρού. ΣΕΒΑΣΤ. Ακολουθώ, φίλε, τα καμώματά σου. Όπως εσύ απόκτησες το Μιλάνο, ομοίως κ' εγώ παίρνω τη Νεάπολη· ξεσπάθωσε· ένα κτύπημα σ' ελευθερώνει από το δόσιμο που πληρώνεις, κ' εγώ, ο βασιλέας, θέλει σ' αγαπώ.

Κ' η Χλόη άμα άρμεγε τα πρόβατα και τα περισσότερα γίδια, πολύ υπόφερνε όταν έπηζε το γάλα· επειδή οι μυίγες την ενοχλούσαν φοβερά και την ετσιμπούσαν, αν και τις έδιωχνε· ύστερα όμως, αφού έπλενε το πρόσωπό της, εφορούσε στεφάνι από κλαδιά πεύκου και ζώνονταν το λαφοτόμαρο· κι αφού εγέμιζε το καρδάρι κρασί και γάλα, έπινε μαζί με το Δάφνη.

Κ' ευρόντας τη ν' αρμέγη και να τυροκομάη και για το γάμο τα καλά μαντάτα της έλεγε κι από κείνη τη στιγμή φανερά σαν γυναίκα του τήνε γλυκοφιλούσε και της βοηθούσε στη δουλειά· άρμεγε στις καρδάρες το γάλα· εστράγγιζε στις καλαμωτές τα τυριά· έβανε κοντά στις μαννάδες τους τ' αρνιά και τα κατσίκια.

Δεν είναι όλα φιασμένα να τα κρατάη κανείςτο στήθος και να βυζαίνουν γάλα· εγώ δεν είμαι συνηθισμένος σε τέτοιο πράγμα. Μόλα ταύτα είδα εγώ ένα σκυλάκι να έρχεται αμαξάδα μαζί μέσα εις την ταχυδρομικήν άμαξαν και να του φέρωνται σαν να ήτανε άνθρωπος.

Μα και προτήτερα ποτέ δεν τις προσπερνούσανε χωρίς να τις νοιαστούνε, παρά πάντα, κι όταν έβγαιναν στη βοσκή, καθόντανε σιμά τους, κι όταν εγύριζαν τις προσκυνούσανε· κι όλο κάτι τους επήγαιναν ή λουλούδι ή πωρικό ή κλαρί χλωρό ή έχυναν γάλα· γι' αυτά όμως επληρώθηκαν από τις θέαινες αργότερα.

Και ψητόν «'Στό λόγκο με πετούνεΕίπε και σιωπή βαθειά Όλους εκεί πλακόνει. Όλοι το Διάκο άκουγαν. Κανένας δε μιλάει. Κρυφά, σιωπιλά ο είς Τον άλλονε τηράει. 'Σ την σιωπή σηκόνεται Ο υιός του Κολοκοτρώνη. Εκείνος, όπουτο βουνό Της Μάνιας Ραμοβούνι Είδε τον Ήλιο, κ' έπιε Άρκτου αγρίας γάλα· Εκείνος, όπουτην Τουρκιά Τόσα κακά μεγάλα Έφερετο Βαλτέτσιον Και εις το Κορμοβούνι.

Μα μ' όλη μου την ασχημιά πρόβατα χίλια βόσκω, κι αρμέγοντάς τα πίνω εγώ το πιο καλό τους γάλα· και δε μου λείπει το τυρί μηδέ το καλοκαίρι μηδέ και το φθινόπωρο μηδέ και το χειμώνα κ' είνε τα τυροβόλια μου ολοχρονίς γεμάτα. Και τη φλογέρα παίζω εγώ καλλίτερ' απ' τους άλλους τους Κυκλομμάτες που είν' εδώ· και παίζω τη φλογέρα για σένανε, γλυκόμηλο, και για παρηγοριά μου τη νύχτα τα μεσάνυχτα.