Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 12 Μαΐου 2025


Δε θα είναι μακρινό το πρώτο ταξίδι μας. Απάνω στην «Ακρόπολη» του σκλαβωμένου χωριού μας θανέβουμε. Είναι φεγγάρι, και Μάης μήνας. Η φύση κοιμάται με μαγευτικό χαμόγελο στη χαριτωμένη της όψη. Μισής ώρας δρόμος από το καλύβι που κάθουμαι και σου γράφω. Να πάμε με το νου μας γιαλό γιαλό. Δυο κάβους περνούμε, και τον τρίτο τον κάβο τονε στεφανώνει η φτωχοπερήφανή μας Ακρόπολη.

ΠΛΑΤ. Αυτό που είπες είνε αληθές, διότι δεν είνε εις όλους γνωστόν ούτε καθένας δύναται ν' ανακαλύψη την θύραν της. Αλλ' είνε περιττόν να πάμε εις την κατοικίαν της• ας την περιμένωμεν εδώ εις τον Κεραμεικόν, όπου θα έλθη μετ' ολίγον επιστρέφουσα εκ της Ακαδημίας, διά να περιπατήση και εις την Ποικίλην, όπως καθ' εκάστην συνειθίζει. Αλλ' ιδού έρχεται.

«Οι ευκνήμιδες συντρόφοι σου, Τηλέμαχε, αναμένουν, εις το κουπί καθήμενοι, μόνον το κίνημά σου• πάμε, και ας μην αργήσουμε να εμπούμ' ευθύςτον δρόμο».

Πάμε, είπε και ο ξένος. Και επέστρεψαν εις την καλύβην. Ο ξένος ηυχήθη την καλήν νύκτα και απήλθεν εις το κατάλυμά του, εγγύς της παραλίας κείμενον. Τα όνειρα του Μάχτου. Ο Μάχτος έμεινε τελευταίος εις την κρύπτην του, προσδοκών μέχρις ου απομακρυνθώσιν οι δυο σύντροφοι. Βαθείαν αίσθησιν είχον εμποιήσει αυτώ αι προτάσεις και αι παρακελεύσεις του ξένου.

Να το ξεύραμε να πάμε προχθές εις την φράγκικην! — Όχι, καϋμένε, να πηγαίναμεν εις τον άγιον Δανιήλ, έξω εις τα ελαιοτριβεία. — Πώς; είπον έκθαμβος. — Ναι. Εις τον άγιον Δανιήλ.

Πάμε γρήγορα να ετοιμάσωμεν την διάσκέδασιν. ΑΓΓΕΛΙΚΗ Δέχομαι, αφού ο θείος μου μας παρακινεί. Πολλοί διακοσμηταί έρχονται να ετοιμάσουν την αίθουσαν και να τακτοποιήσουν τα καθίσματα.

Τηνε γλυκοφίλησες, λέει, απανωτά, και σέκαμε, λέει, και σκαρφάλωσες μια θεόρατη καστανιά σα νυφίτσα να της κόψης ένα τσαμπί, κ' ύστερα, λέει . . . — Σήκω, σήκω να πάμε σπίτι σου, και σου τα λέω. Δεν αξίζει εδώ. Κοίταξε πως αυτιάζουνται όλοι τους. Σηκώθηκαν οι τρεις τους, κ' ίσια στου Μιχάλη το σπίτι. Η Μιχάλαινα, ό,τι γύρισε κι αυτή από τη λειτουργιά.

— &Ανάθεμα& στην ψυχήν του δούλου σου; Τι λες, δάσκαλε; Ο ψάλτης του ένευσε μόνον να σιωπήση. Και με κυκλοτερές βλέμμα προς τους άλλους, τους εσύστησε να μη δώσουν προσοχήν, διά να μη γίνη χασμωδία. Ο Φραγκούλας μετ' ολίγον και πάλιν επανέλαβε·Τι τους ψαίλνετε;... Τι τους κάνετε νάνι-νάνι;... Όλοι στ' ανάθεμα θα πάμε!... Ο διδάσκαλος και πάλιν του ένευσεν αυστηρώς. Και ο Κώτσος απεμακρύνθη.

Έρχουνται τα κύματα, φαρδιά φαρδιά με τον αφρό τους, έρχουνται και απλώνουνται, ξαπλώνουνται και φωνάζουν της αμμουδιάς· «Έλα, έλα μαζί μας, εσύ που μας μαγέβεις και μας τραβάς, έλα να σε τραβήξουμε και μεις, έλα να σε πάμε πέρα στανοιχτάΜου φάνηκε σα να είταν το τραγούδι της αγάπης. Εσύ που κοιμάσαι στην ακρογιαλιά, έλα, φωνάζει κ' η αγάπη, έλα νανοίξη ο ουρανός, νανοίξη κ' η ψυχή σου.

Καμμιά φορά πάμε να συλλογιστούμε ότι οι φωνές που ακούστηκαν εις τη χαραυγή της ποιήσεως ήταν απλούστερες, δροσερώτερες και φυσικώτερες παρά οι δικές μας κι ότι ο κόσμος, που έβλεπαν οι πρώτοι ποιηταί κι όπου περπατούσαν, είχε κάποιον ξέχωρο ποιητικό χαρακτήρα και μπορούσε δίχως καμμίαν αλλαγή να γίνη τραγούδι.

Λέξη Της Ημέρας

γλαυκοπαίζουν

Άλλοι Ψάχνουν