Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025
Αυτά ακόμη καλά καλά δεν εβγήκαν από τ' αυγό και θα έχουν τόσην πονηρίαν!. . . Η Κυρά Ρήνη βραδυπορούσα επέστρεφεν εις τον πύργον, μη θέλουσα κατ' ουδένα λόγον να πιστεύση εις την φυγήν των παιδιών· ήτο βεβαία μάλιστα, κάτι έλεγεν εις αυτήν ότι θα τα εύρισκεν εκεί επιστρέφουσα. . . Αλλ' η περί φυγής ιδέα εδέσποζε πάλιν του νοός της και όσον ήθελε να την αποδιώξη τόσον επέστρεφεν εκείνη επιμόνως.
ΠΛΑΤ. Αυτό που είπες είνε αληθές, διότι δεν είνε εις όλους γνωστόν ούτε καθένας δύναται ν' ανακαλύψη την θύραν της. Αλλ' είνε περιττόν να πάμε εις την κατοικίαν της• ας την περιμένωμεν εδώ εις τον Κεραμεικόν, όπου θα έλθη μετ' ολίγον επιστρέφουσα εκ της Ακαδημίας, διά να περιπατήση και εις την Ποικίλην, όπως καθ' εκάστην συνειθίζει. Αλλ' ιδού έρχεται.
Ωμοίαζεν εκατοντούτις, κάτισχνος, ξηρά και μαύρη ως μούμια της Αιγύπτου. Επεριμέναμεν φωνάς, ύβρεις, κατάρας ή και πετροβόλημα. Ουδέ λέξιν όμως μας είπεν, αλλ' ηρκέσθη να στενάξη· αδύνατον όμως είνε να λησμονήσω το άφωνον παράπονον του βλέμματος αυτής, όταν επέρασεν έμπροσθεν μας επιστρέφουσα να μεταγεμίση το βαρέλι της εις την μακράν απέχουσαν βρύσιν.
Τα λεπτοφυή της πόδια, γυμνά και λευκά ως ο άργυρος, κατοπτρίζονται εις τον μαρμάρινον μαύρον καθρέπτην που ήταν από κάτω της. Τα μαλλιά της, που είχε ξεπλέξει επιστρέφουσα από τον χορόν, τα μαλλιά εις ιούλους με υακινθίνας αντανακλάσεις, που ακτινοβολούν επάνω της απειρία αδαμάντων, περιειλίσσοντο πέριξ μιας κεφαλής κλασσικής καλλονής.
— Μα δεν ακούσατε της καμπάναις; ηρώτα η κυρά-Μιχάλαινα επιστρέφουσα από τον Άγιον Αθανάσιον, από την Πέτραν, με την λαμπάδα της Αναστάσεως αναμμένη, και καταβαίνουσα εις το υπόγειον, αφού πρώτον, εσημείωνε διά του καπνού του κηρίου της τρεις σταυρούς επί του τοιχώματος της θύρας του υπογείου. Μα δεν ακούσατε της τρακατρούκαις!
ΙΟΥΛΙΕΤΑ Πήγαινε να μάθης τ' όνομα του. — Εάν δεν είν' ελεύθερος, ο τάφος μου θα ήναι το νυμφικόν κρεββάτι μου. ΠΑΡΑΜΑΝΑ, επιστρέφουσα. Μοντέκης είναι τούτος· είν' ο Ρωμαίος! το παιδί του πατρικού εχθρού σου! ΙΟΥΛΙΕΤΑ Της μόνης έχθρας μου βλαστός η μόνη μου αγάπη! Ω! πάρωρα τον 'γνώρισα, και πρόωρα τον είδα!
Δύο φοράς εκινήθησαν οι πόδες της προς τα εμπρός και πάλιν όμως συνεκρατείτο επιστρέφουσα επί των βημάτων της, φοβισμένη και ανήσυχος. Αλλ' η φλογέρα εξηκολούθει τον διάτορον αυτής συριγμόν, εις την υπερτάτην βαθμίδα του πάθους.
Αγάπη μου σ' αφίνω. — Αμέσως, παραμάνα μου. — Έσο πιστός, Μοντέκη. Πρόσμειν' εδώ μίαν στιγμήν κι’ αμέσως επιστρέφω. ΡΩΜΑΙΟΣ Ευλογημέν' η νύκτ' αυτή και τρις ευλογημένη! Φοβούμαι μήπως όνειρον ήτον αυτό που είδα· τόσον μου φαίνεται γλυκόν, που μόλις το πιστεύω. ΙΟΥΛΙΕΤΑ, επιστρέφουσα εις το παράθυρον. Δυο λόγια μόνον να σου ‘πώ, κι’ αλήθεια καλήν νύκτα.
Απεκοιμήθη μίαν εσπέραν ελαφρά, υποψιθυρίζουσα καθ' εαυτήν την λέξιν ταύτην, την οποίαν της είχεν εκσφενδονίσει την ιδίαν ημέραν μία συγγενής εχθρά της: «Ούτε τα κόκκαλά μας να μη σμίξουν!» Απεκοιμήθη και ενθυμείτο το κοιμητήρι, το οστεοφυλάκιον του παλαιού νεκροταφείου της μικράς πόλεως, πλησίον του οποίου συχνά επερνούσεν επιστρέφουσα την εσπέραν από τον αγρόν της, και όπου έβλεπε τα λευκά ή κιτρινωπά κόκκαλα των νεκρών, όλα φύρδην μίγδην, όλα ομού κείμενα, χωρίς να δύναται οφθαλμός να διακρίνη τίνα ήσαν το οστά των υπαρξάντων πάλαι ποτέ φίλων και τίνα τα των εχθρών.
Ημπορεί του Ποσειδώνος όλος ο άπειρος Ωκεανός αυτό ποτέ το αίμα να πλύνη απ' το χέρι μου; Όχι! Το χέρι τούτο το πέλαγος τ' απέραντον θα καταπορφυρώση, να κάμη κατακόκκινα τα γαλανά νερά του ! ΛΑΙΔΗ ΜΑΚΒΕΘ επιστρέφουσα. Τα χέρια μου κοκκίνισαν 'σάν τα δικά σου· όμως θα εντρεπόμην την καρδιάν αχνήν να έχω τόσον!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν