Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 18 Ιουνίου 2025
Άκληρος πάντα με φορεί, Όταν ακέφαλο μ' ευρή. Αλλ' αν ακέριο με θωρή, Μόνον θροφή θα με χαρή. Κ ό ρ η-ό ρ η Οπόταν είμαι μοναχή, Έχω και λόγο και ψυχή. Κι' αν στερηθώ την κεφαλή, Γένομαι τότε πολλαπλή. Πολλαίς κορφαίς υψόνω, Αμέτρως μεγαλόνω. Όλη τη γη καταπατώ, Οπού κι' αυτή και 'γώ βαστώ Μια είναι η ζωή μας, Καθώς και η αρχή μας.
Τότε ο Αβικένας έρχεται προς εμένα και μου λέγει να συμμάσω ένα ολίγον στράτευμα, και να έβγωμεν εις συναπάντησιν των εχθρών μου. Εγώ έκαμα καθώς με επρόσταξε· και οπόταν εστάθηκαν όλα έτοιμα, εβαλθήκαμεν με τον Αβικένα εις την κεφαλήν του στρατεύματός μου, και εκινήσαμεν και ήλθαμεν ολίγον μακράν από τους εχθρούς μου.
Οπόταν ο πατέρας μου το στέρξη διά να με αφήση, του είπεν η Βασιλοπούλα, εγώ είμαι έτοιμη να υπακούσω εις την θέλησιν του Καισάγια, μ' όλον πού τέτοιο ταξείδι είνε εναντίον της ορέξεώς μου.
Αν εις την δυστυχίαν μου είχα κάποιαν άνεσιν εις το να ευρίσκωμαι σιμά εις την αγάπην μου το επλήρωνα πολλά ακριβόν, οπόταν έβλεπα τον άνομον Δερβύσην να έρχεται με την μορφήν μου προς αυτήν, και να την χαίρεται ο μιαρός. Τι ανυπόφερτη δυστυχία και θλίψις! οπόταν το ενθυμούμαι όλος τρέμω.
Και οπόταν εγύρισα πολλούς οντάδες χωρίς να συναπαντήσω κανέναν, εμβήκα εις ένα περιβόλι μεγάλον καθ' υπερβολήν και θαυμαστόν και ωραίον· τα θαυμάσια δένδρα του ήταν γεμάτα από διαφόρους καρπούς τα άνθη και λουλούδια, τα συντριβάνια τα χρυσά γεμάτα από καθαρόν νερόν, και άλλα διάφορα πράγματα, που μου εξέστησαν τον νουν, είναι αδύνατον να περιγράψω.
Και προς αυτόν απάντησες, ω Εύμαιε χοιροτρόφε• 360 «Άμοιρε ξένε, μ' έθλιψαν τα παραδάρματά σου, ένα προς ένα ως τα 'λεγες' μόνον απ' όλα μύθος μου φάνηκε όσ' ανέφερες ως προς τον Οδυσσέα. καϋμένε, τι να ψεύδεσαι; δεν έχω απ' άλλους χρεία να μάθω αν 'ς την πατρίδα του θα γύρη ο κύριός μου. 365 αχ! όλ' οι αθάνατοι από μιας, το ηξεύρω, τον μισήσαν, και να σβυσθή δεν θέλησαν 'ς ταις φάλαγγαις των Τρώων, ή, αφού 'πλεξε τον πόλεμον, εις ποθηταίς αγκάλαις. τάφον τότ' οι Παναχαιοί θα σήκοναν εκείνου, και δόξαν θα 'παιρνε λαμπρή ν' αφήση του παιδιού του. 370 και τώρ' η Άρπυιαις άδοξα τον πήραν κ' εγώ μένω 'ς την χοιρομάνδραν έρημος• ουδέ ποτέ 'ς την πόλι πηγαίνω, εξ' αν η φρόνιμη καλή με Πηνελόπη να υπάγ', οπόταν κάπουθε της έρχεται αγγελία• οι άλλοι 'ς τον ξένον κάθονται σιμά, και όλα εξετάζουν, 375 και αυτοί, 'που κλαιν τον κύριον 'που τόσο αργεί 'ς τα ξένα, και όσοι γελούν και απλέρωτα το βιο του καταλύουν• αλλ' εγώ πλειά δεν ερωτώ κανέναν, απ' την ώρα 'π άνδρας με απάτησε Αιτωλός, που 'χε ανθρωποφονήσει, και αφού πολύ πλανήθηκεν εις την καλύβα μ' ήλθε, 380 και αδελφικά τον δέχθηκα• κ' έλεγε ότι τον είδε 'ς του Ιδομενέα τα δώματα, ς' την Κρήτη, να διορθόνη τα συντριμμένα πλοία του• κ' έλεγε οπού το θέρος θα φθάσ' ή το φθινόπωρο, τα πλούτη φορτωμένος, με τους λαμπρούς συντρόφους του• και συ, θλιμμένε γέρε, 385 η μοίρ' αφού 'δω σ' έφερε, με ψεύδη μη θελήσης να μου κερδίσης την καρδιά• και όχι για τούτο θα 'χης το σέβας, την αγάπη μου, αλλ' επειδή τρομάζω τον ξένιον Δία και πολύ τα πάθη σου λυπούν με».
Και οπόταν ανέβης εις αυτήν την αξίαν, θέλεις υπάγει να επισκεφθής το βασιλόπουλο της Κασμυρίας, το οποίον από πολύν καιρόν ευρίσκεται άρρωστον, απαρατημένον από τους ιατρούς. Του λόγου σου θέλεις διαβάσει επάνωθεν του μίαν προσευχήν, που θέλω σου δώσει, και ευθύς εκείνο θέλει ιατρευθή.
Αυτά όλα τα έμαθα από τον Χασάν που ευθύς εφανερώθη έμπροσθά μου, και μου τα εδιηγήθη όλα και μου εφανέρωσε περιπλέον τες μεγάλες ετοιμασίες, που έκανε ο Σουλτάνος της Καρίσμου ομού με εκείνον της Γάζνας, διά να έλθουν καταπάνω μου, να αφανίσουν το βασίλειόν μου κατά κράτος. Ήτο παρών και ο Αβικένας οπόταν ο Χασάν μου εδιηγούνταν αυτά, διά τα οποία εγέλασε μεγάλως.
Ύστερον δε αφού είδε δύο και τρεις φορές που να χάση τες αισθήσεις της, οπόταν εγώ εις αυτήν επλησίαζα, εκατάλαβεν ότι η κατάστασις εις την οποίαν την ίδετε, θα ήτον η παίδευσις που εκείνος ο σκληρός φιλόσοφος της έκαμεν.
Εγώ το περισσότερον διά να την ευχαριστήσω και όχι διά τες ανταμοιβές που μου έταζεν, έστεκα με αυτήν έως που να μου δώση το θέλημα να αναχωρήσω· οπόταν δε ελευθερώθη τελείως από την αρρώστια της και έστεκε καλά, με κράζει μίαν ημέραν και μου λέγει.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν