Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 21 Ιουνίου 2025


Να την ξεχάσω θέλω, αλλά την μνήμην μου βαρειά μου την καταπλακόνει, καθώς τον νουν αμαρτωλού βαραίνει αμαρτία. Είν' ο Τυβάλτης έκραξε, νεκρός, και ο Ρωμαίος εξωρισμένος! Η φωνή αυτή, εξωρισμένος, μου ήλθε 'σαν να έσφαξαν Τυβάλτιδες χιλίους.

Και ο μεν νεκρός απέθανεν εκ της πληγής, ο δε ιατρός ελιποθύμησεν εκ του φόβου. Ο καρδινάλιος Σπινόζας, ουχί ο φιλόσοφος, αλλ' ο υπουργός του Φιλίππου Β' της Ισπανίας, υποληφθείς κακείνος ως νεκρός και ανατεμνόμενος, εδάγκασε την χείρα του μαχαιροφόρου ασκληπιάδου.

Και σα θυμήθη, στέναξε μέσα απ' τα βαθιά κι' είπε «Ναί, δύστυχε, άλλοτες κι' εσύ, αγαπητό μου αδρέφι, 315 μούστρωσες δείπνο αναστικό εδώ μες στην καλύβα γοργά γοργά και γλήγορα, σα βιάζουνταν ν' ανοίξουν οι Δαναοί με τον οχτρό πολυδακρούσα μάχη. Μα τώρα εσύ μου κοίτεσαι νεκρός και δε σαλέβεις, κι' εμένα νηστικιά η καρδιάκιας έχω τόσα ομπρός μου320 ποθώντας σε.

Ξανά άλλη ο Τέφκρος τίναξε οχ τη χορδή σαΐτα ίσια μπροστά στον Έχτορα, ζητώντας ναν τον σφάξει. 310 Μα αστόχησε κι' αφτό, γιατί τη στραβοπήγε ο Φοίβος, μόνε τον Αρχεπόλεμο χτυπάει, τον αντριωμένο του Έχτορα αλογοδηγό, ενώ στη μάχη ορμούσε. κι' ομπρόστηθα, εκεί στου βυζιού τα μέρη, τον καρφώνει· κι' όξω απ' τ' αμάξι κύλησεπήραν και δρόμο πίσω τα γλήγορα άτιακι' έμεινε νεκρός αφτού στον τόπο. 315

Ένα πρωί βρέθηκε νεκρός στη δημοσιά, πάνω στη γέφυρα, μετά το χωριό. Πρέπει να είχε πεθάνει από συγκοπή, επειδή δεν είχε κανένα ίχνος βίας επάνω του, μόνο μια μικρή πράσινη κηλίδα στο λαιμό, κάτω από το σβέρκο.

Μα τώρα ας κάτσουμε άχαρα λίγο ψωμί να φάμε, κι' άμα χαράξει πρόσταξε, τ' Ατρέα γιε, τους άντρες να κόψουν ξύλα, κι' έπειτα τα χρειαστά να δώσουν 50 όλα όσα πρέπει πίσημος νεκρός μαζί του νάχει σαν πάει μες στ' Άδη τ' άφωτα κι' αραχνιασμένα βάθια, που έτσι απ' ομπρός μας το νεκρό η φλόγα χέρι χέρι να κάψει, κι' ύστερα ο λαός να σύρει στη δουλιά του

ΜΕΝ. Τι λες; Εάν δεν επήγα εις την Λεβαδείαν και τυλιγμένος εις σινδόνια κατά τρόπον γελοίον, κρατών δε εις τα χέρια προσφοράν δεν εισήλθα διά του χαμηλού στομίου εις το σπήλαιον, δεν θα μου ήτο δυνατόν να γνωρίζω ότι είσαι νεκρός καθώς ημείς και μόνον κατά την αγυρτείαν διαφέρεις; Αλλά σε εξορκίζω εις την μαντικήν σου, δεν μου λες τι είνε ήρως; διότι δεν το ξέρω.

Είμεθα κ' εγώ και συ, καϋμένε, μαζή γραμμένοι ‘ς το πικρόν της συμφοράς βιβλίον! Δος μου το χέρι σου. Εγώ εσένα θα σε θάψω εις μνήμα θριαμβευτικόν... εις μνήμα; όχι! Φάρον! διότι αναπαύεται εδώ η Ιουλιέτα, κ' η ευμορφιά της χύνει φως στου τάφου ταις καμάραις! Εδώ 'ξαπλώσου, ω νεκρέ! ένας νεκρός σε θάπτει.

Ευφρανθήναι δε και χαρήνει έδει, ότι ο αδελφός σου ούτος νεκρός ην και ανέζησε, και απολωλώς ην και ευρέθη»· όλα ταύτα όντως είνε θεία τις επιτομή της πλάνης του ανθρώπου και της αγάπης του Θεού, οποίαν ουδέ ους ανθρώπου ήκουσέ ποτε αλλαχού.

Ο γέρος ήτο άκαμπτος, νεκρός. Τέλος το μάτι του δεν θα με ετρόμαζε πλέον! Εάν επιμένετε να με νομίζετε τρελλόν, η ιδέα αυτή θα εξαλειφθή όταν θα σας περιγράψω τα συνετά μέτρα τα οποία μετεχειρίσθην διά να εξαλείψω το σώμα. Η νύκτα επερνούσε, και έπρεπε να περατώσω το έργον μου γρήγορα χωρίς θόρυβον.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν