Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Χωρίς να μετανιώσουν που αγάπησαν — χωρίς να στενάξουν που πληγώθηκαν — κρατούν το στόμα της στάμνας των κάτου απ' τους λίγους σταλαγμούς της... Κι όταν φύγουν όλες, πλησιάζω στη βρύση των λυγμών τη βαρειά μου στάμνα και περιμένω ως τα μεσάνυχτα — καθώς το θέλησες, αδερφέ μου, — να γεμίση. Στην αγορά του Σαβάτου τ' άλογα που ήταν για πούλημα μιλούσαν κάτου απ' τη λεύκα για τη ζωή τους.
Διότι τα μεν ανδρικά είνε στερεά την σύστασιν και ισχυρά, γυμνασμένα δε εις κίνησιν και εις την ζωήν του ανοικτού αέρος• τα δε γυναικεία χαλαρά και άνευρα, αναπτυχθέντα εις την σκιάν και λευκά ένεκεν ελλείψεως αίματος και ανεπαρκείας θερμαντικού και πληθώρας υγρών• διά τούτο και ευκολώτερον των ανδρικών ασθενούν και κυριεύονται υπό των νοσημάτων, δυσκολώτερον θεραπεύονται και πολύ συχνά υποκύπτουν εις την παραφροσύνην.
Δερβίσαι τινές μόνον, με τας κωνοειδείς κιδάρεις των, και χόντζαι με τα λευκά μανδήλια, ενίπτοντο εις τας δροσεράς εκεί κρήνας, ενώ άλλοι εισήρχοντο εις τον δουλεύοντα ναόν διά την πρωινήν των προσευχήν. Επλήρωσε την ωρισμένην είσοδον, εφόρεσεν εμβάδας και εισήλθεν ο Καπετάνιος, συντετριμμένος την καρδίαν, με ψυχήν οδυνωμένην.
Εκεί έφαγαν αι μικραί το δειλινό των με μεγάλην ευθυμίαν· εκεί εις τον εξώστην εσχίσθη και το αλφαβητάριον, πριν κατεβούν να παίξουν εις τον κήπον. Η γιαγιά το έσχισε και τα τεμάχιά του εσκορπίσθησαν εις τον αέρα· όλα τότε εκείνα τα παιδικά κεφαλάκια υψώθησαν και με το βλέμμα τα ηκολούθησαν, καθώς επετούσαν εις το φύσημα του άνεμου, ως λευκά περιστεράκια.
Λευκά και δροσερώτατα, 'Σάν άστρα αυγερινά, Υπό τα θεία φυτρόνουσι Πατήματα και πέφτουσι Συχνά εις τον κόσμον. Τάχεις γνωστά· κ' εστόλισες Πολλαίς φοραίς μ' εκείνα, Τους μη σκληρώς πατήσαντας Τον εχθρόν όταν έβαλεν Τ' άρματα κάτω. Τάχεις γνωστά· τα εχάρισες Εις όσους δεν εξάπλωσαν Βαρείαν χείρα επί γέροντας Ή παρθένους οπ' έγειναν λάφυρα μάχης.
Ούτω το λευκόν φλέγμα διά τον αέρα των πομφολύγων του είναι επικίνδυνον, όταν εγκλείεται ούτος, και εάν έχη εκπνοάς έξω του σώματος είναι ηπιώτερον, αλλά καθιστά το σώμα ποικίλον, διότι γεννά εξανθή- ματα και λευκά στίγματα και άλλα τοιαύτα νοσήματα.
Αυτά 'πα, και μου απάντησεν η σεβαστή μητέρα• 215 «α! τέκνο μου, βαρυόμοιρε, ως άλλος δεν ευρέθη! δεν απατά σε του Διός η κόρ', η Περσεφόνη, αλλ' είναι αυτός εις τους θνητούς ο νόμος του θανάτου. ταις σάρκαις και τα κόκκαλα πλειά δεν κρατούν τα νεύρα, αλλ' εκείν' όλα η δύναμις της φλόγας αφανίζει, 220 μόλις τα λευκά κόκκαλα το πνεύμ' αφήση μόνα• και ως όνειρο η ψυχή πετά γυρνώντας 'ς τον αέρα. αλλά να ιδής πάλι το φως ξεκίνησε, και μάθε τούτ' όλα, της συντρόφου σου για να τα ειπής κατόπι».
— Στρώσετε την ύπαρξη του αρχαίου Κόσμου μπροστά μου, μουρμούρισεν ο Ρένας, και αφίσετε με να περάσω ντυμένος το χιτώνα και τα πέδιλα.,,, Η σκλαβιά του τωρινού ρούχου! Ποια επανάσταση μεγάλη θα την αλλάξει σε στάχτη.,, Στεφάνια και αλυσίδες από λευκά χέρια με περιβάλλετε.,,, Μα να έχω βάλει και το σκούφο μου.,,, Πάει στο διάβολο.
Κατά τα προλαβόντα θέρη, όχι μόνον οίκοι, ένθα εκάπνιζε το μικρόν του τσιμπούκι, αλλά και εις την οδόν, όπου ενεφανίζετο με το τσιγάρον εις το στόμα, και εις το καφενείον, όπου εκάπνιζε δύο ή τρεις ναργιλέδες την ημέραν, παντού επαρουσιάζετο με τα μανίκια του υποκαμίσου λευκά, με μακρόν γελέκυ μισοκουμβωμένον, αναδεικνύον αμέσως τον πελώριον και εμπροσθοκλινή κορμόν του.
— Ποίον είνε το έθος τούτο; ηρώτησεν ο Νέρων, με λευκά τα χείλη. — Θα σου βάλουν την φούρκαν εις τον λαιμόν, θα σε μαστιγώσουν μέχρι θανάτου και θα ρίψουν το πτώμα σου εις τον Τίβεριν! είπεν ο Επαφρόδιτος, απαθής. Ο Καίσαρ ήνοιξε την χλαμύδα του. — Είναι καιρός πλέον! ούτως έδοξε τοις θεοίς. Και ανατείνας τους οφθαλμούς και τας χείρας προς τον ουρανόν ανεφώνησεν: — Οποίος καλλιτέχνης χάνεται!
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν