Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 22 Ιουνίου 2025


Εν τούτοις ο έπαρχος είχε παύσει την ανάγνωσιν και με την εφημερίδα ανοικτήν επί των γονάτων ήκουε την συζήτησιν, ενόσω διήρκει, και τώρα τον βαρύν κρότον των βραδέως πλησιαζόντων βημάτων.

Τα άλλα θεάματα και ακούσματα επιδεικνύουν έκαστον μίαν πράξιν, είτε μουσική αυλού ή κιθάρας είνε, είτε άσμα ή τραγική δραματουργία, είτε κωμωδία• ο ορχηστής όμως περιλαμβάνει τα πάντα και η σύνθεσίς του είνε ποικίλη και ανάμικτος από όλας τας τέχνας και τα μέσα της τέχνης, από τον αυλόν, την σύριγγα, τον κτύπον των ποδών, του κυμβάλου τον κρότον, του ηθοποιού την απαγγελίαν και των τραγουδιστών την αρμονικήν πολυφωνίαν.

Τουναντίον η μήτηρ του, αφού είχε μισοχορτάσει τον ύπνον, εξενύσταξε, κ' έμεινε ανακαθισμένη και συλλογισμένη, σιμά εις το προσκέφαλον του Φάλκου της. Μετ' ολίγον είχεν αποκοιμηθή ο Φάλκος, η δε μήτηρ του, καθισμένη καθώς ήτον, και στηρίζουσα με την χείρα κεκυφυίαν την κεφαλήν, ήρχισε να νυστάζη πάλιν και να λαγοκοιμάται. Και οι δύο μετ' ολίγον εξύπνησαν από ένα κρότον και μίαν αλλόκοτον φωνήν.

Να εισέλθωμεν ημείς πρώτοι εις επίσκεψιν της κυρίας, καθ' ην ώραν αναμένει έτι τους ξένους της, και τείνει έμπλεον προσδοκίας το βλέμμα προς την θύραν, και προσέχει ανυπόμονον το ους προς πάντα κρότον του κώδωνος της θύρας; Καλλίτερα όχι. Δεν είνε ευχάριστον να περιμένη τις, και ακόμη ολιγώτερον να βλέπη άλλον περιμένοντα.

Τότε φωνάζω εγώ: — Το κρεββάτι, παιδιά! το κρεββάτι! Και αμέσως σβύνω το κερί του Φαφάνα. Και με της δύο χούφταις μου χουφτόνω όλα σχεδόν τα ασημένια και το τάλλαρο, και τα χόνωτον κόρφον μου· με το χέρι μου τινάζω μιατο βιβλίον από κάτω, και χύνονται τα άλλα και η δεκάραις χάμω 'στης πλάκαις, και κτυπά το βιβλίον 'ςτο πρόσωπον του Φαφάνα με κρότον. — Το κρεββάτι, παιδιά, ξαναφωνάζω πάλι.

Ποιος άλλος; και ο Πάρης! και βουτημένος στ’ αίματα! Τι ώρα ωργισμένη, τι θρήνος!... Ω! εσάλευσεν η Ιουλιέτα. ΙΟΥΛΙΕΤΑ Πάτερ, ω πάτερ μου παρήγορε, ο άνδρας μου πώς είναι; Το ενθυμούμαι καθαρά πού έπρεπε να ήμαι· ηξεύρω πού ευρίσκομαι. Πού είναι ο Ρωμαίος; ΛΑΥΡΕΝΤΙΟΣ Ακούω κρότον. — Κόρη μου, να φύγης και φωληάζει εδώ αρρώστια, θάνατος, και ύπνος χωρίς τέλος.

Μη θέλης να 'ξυπνήσης τον Δώγκαν με τον κρότον σου; Ω! Είθε να 'μπορούσες! Εν τω αυτώ προδόμω. Κρούεται έξωθεν η θύρα. ΘΥΡΩΡΟΣ Να κτύπημα, αλήθεια κι' αλήθεια! Αν ήτο να κάμνη κανείς τον θυρωρόν εις την κόλασιν, ησυχίαν δεν θα είχεν· όλο θα εγύριζε το μάνδαλο.

Το βλέμμα των διεσταυρώθη πλήρες μίσους· δι' ενός κινήματος ύψωσαν τα καρυοφύλλια κ' επυροβόλησαν. Αλλά μόνον από του όπλου του Ταχίρ Γιάτση εξήλθε μετά συριγμού η σφαίρα γλείψασα ελαφρά τον αριστερόν ώμον του αρματωλού και ματώσασα το υποκάμισον. Το καρυοφύλλι του Ζάχου έδωκε ξηρόν μόνον κρότον και δεν εξεπυρσοκρότησε.

Ο άνεμος ετράπη εις βόρειον καθαρόν ως εν χειμώνι, μετά ψύχους και ψεκάδων χιόνος. Η σκούνα επροχώρει πλέον με βόλταις. Κατεκλίθην επί μικρόν. Αλλά παρά το ους ειργάζετο κλέπτης ν' ανοίξη την κλειδαριάν. Το κύμα, προσπίπτον εις την πλευράν του πλοίου από του φοβερού λαίλαπος, απετέλει τον κρότον εκείνον του νυκτοκλέπτου.

Και ακριβώς την ώραν εκείνην, μέσα εις τον πρώτον ύπνον του, ήκουεν ο κυρ-Δημάκης κρότον ελαφρόν ως κλέπτου, εις την θύραν του κοιτώνος του και την φωνήν του μογιλάλου, βάρβαρον, δύσηχον: — Κιμίκρ; κου! κου! — Κιμίκρ! απήντα έσωθεν ο κυρ-Δημάκης εγειρόμενος πάραυτα, ως λαγωός. Και ιδού ηκούετο το πρώτον λάλημα του πετεινού.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν