Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 2 Μαΐου 2025
Τα τραγούδια τους ήταν όλα τραγούδια της ζωής τους, του χωραφιού, της στάνης, του καλυβιού, της δουλιάς και της αγάπης τραγούδια και κάπου κάπου και κανένα της ξενιτιάς. Κλέφτικο όμως τραγούδι ουδ' ένα δεν άκουσα. Μα κι ο χορός τους ακόμα δεν ήτον ο πολύδιπλος και ζωηρός εκείνος χορός οπώβλεπα στα χωριά των βουνών.
ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Νικολέτα! ΝΙΚΟΛΕΤΑ Ορίστε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Άκουσε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Γιατί γελάς; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Χι, χι, χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι έχει αυτή και γελάει; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Χι, χι, χι. Τι χάλια είν' αυτά; Χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι είπες; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Ω! Θεέ μου! Χι, χι, χι, χι, χι. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Τι αηδείες είν' αυτές; Με κοροϊδεύεις δηλαδή; ΝΙΚΟΛΕΤΑ Θεός φυλάξοι! εγώ τέτοια πράγματα; χι, χι, χι, χι, χι, χι.
Εκείνος παρεξενεύθη· τόσον είναι ακόμη νέος και απλούς· και εγώ το παρετήρησα και του είπα: — Και πως; δεν γνωρίζεις τάχα, Κλεινία, ότι την μεγαλυτέραν από κάθε άλλον επιτυχίαν εις την αύλησιν την έχουν οι εξ επαγγέλματος αυληταί; — Το γνωρίζω. — Το ίδιον δε και οι γραματισταί εις την γραφήν και την ανάγνωσιν των γραμμάτων; — Βεβαιότατα. — Τι δε; ως προς τους κινδύνους της θαλάσσης μήπως νομίζεις πως υπάρχουν άλλοι τινές που να τους διαφεύγουν επιτυχέστερον από τους σοφούς κυβερνήτας; — Όχι βέβαια.
— Νά τι είνε όλον το μυστικόν! προσέθηκεν η κόρη, και με έδειξεν εις τον τρυφερόν της καρδίας της τύραννον. — Ω! ω! . . ανέκραξεν εκείνος, έχομεν και μετοχάς, βλέπω, Μαριγάκι; και η φωνή αυτού ήτο μελωδίας αυλού μελωδικωτέρα, και μειδίαμα γόητος διέστελλε τα μυστακοφόρα του χείλη. Μου την εχάρισε σήμερα η κυρία. — Και συ . . θα την χαρίσης βέβαια εις τον Δημητράκη σου.
Δηλαδή λογαριάζουν ως φίλους εκείνους, οι οποίοι επιθυμούν και εκτελούν διά τον φίλον τα αγαθά ή τα νομιζόμενα αγαθά, χάριν του ιδικού του ατόμου, ή εκείνους οι οποίοι επιθυμούν να υπάρχη και να ζη ο φίλος χάριν του ατόμου του. Πράγμα το οποίον παθαίνουν αι μητέρες ως προς τα τέκνα των, και από τους φίλους όσοι τους δυσηρέστησαν απροσέκτως.
Συλλογιζότανε το βασιλόπουλο, που η προσταγή του πατέρα της το είχε στείλει μακρυά, να το φάνε τάγρια θηρία. Τα δάκρυά της, που πέφτανε ζεματιστά απάνω στα μάγουλά της και στα στήθη της, μαράνανε σιγά — σιγά τα τριαντάφυλλα και τα κρίνα του κορμιού της. Κ' η βασιλοπούλα, σαν έβλεπε τα κάλλη της τα μαραμένα, έκλαιε διπλά δάκρυα για το βασιλόπουλο και για τον εαυτό της.
Δεν επήγαινεν ο κυρ-Μιχάλης, δεν επήγαινε και η κυρά-Μιχάλαινα εις την ενορίαν της.
Μία ζωή, μονάχα η δική τους, και αν χαθή, ο πόνος της πάντα πιο λίγος είναι. Αλλά να βλέπη άρρωστα κανένας τα παιδιά του και το κρεββάτι του έρημο το νυφικό, είναι λύπη αβάσταχτη, ενώ χωρίς παιδιά μπορεί να μείνη, κ' ενώ μπορούσε άγαμος να ζήση τη ζωή του. ΧΟΡΟΣ Μια συμφορά αβάσταχτη αλήθεια μας ευρήκε. ΑΔΜΗΤΟΣ Αλλοίμονο!.... ΧΟΡΟΣ Τους στεναγμούς σου παύσε. ΑΔΜΗΤΟΣ Αλλοίμονό μου.
— Κύττα την πώς έγεινε η γουστερίτσα! έλεγαν τάλλα τα κορίτσια. Απ' την κακία της κατάντησε έτσι. Θαρρεί πως αυτή είνε κι' άλλη δεν είνε. Εκείνη τη νύχτα είχε δει ένα παράξενο όνειρο. Ένα κάτασπρο περιστέρι με μια κόκκινη κορδέλλα στο λαιμό — καλή ώρα σαν τα περιστέρια της Βενετιάς που έλεγε ο πατέρας της — ήρθε κ' εκάθησε στο παράθυρό της. Και κάτι βαστούσε στη μυτίτσα του.
Τo βράδυ της έκανε ταχτικά καντάδες με τους φίλους, στεκούμενοι όλοι μαζί μπουλούκι στην αγκωνή, κάτω απ’ το φανάρι· μέσ' απ’ όλες τις φωνές, τις μπάσσες και τις τσιριχτές και τις τρεμουλάντες, αυτή ξεχώριζε τη δική του πούτον η πιο γλυκεία. . και σαν κύτταζε απ’ τη μισανοιγμένη γρίλλια του παντζουριού, θάρρευε πως ξάνοιγε τα μάτια του να λάμπουν κάτω απ’ τη φλόγα του φαναριού που χοροπηδούσε. . . Έτσι παντρεύτηκαν κ' εκάμανε το σπιτικό τους.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν