United States or Bahamas ? Vote for the TOP Country of the Week !


Γιατί γνωρίζω καθαρά σαν πόσην έχεις θλίψι, Οχ τον καιρό, κι' οχ τη στιμη, που ο φίλο σου έχει λήψει. Και το μετρώ οχ του λόγου μου, με της καρδιάς μου κρίσι, Οπού δεν ίδα πλιο καλό αφόντης σ' έχω αφήση. Δε νιόθω της ημέραις μου, και τι καιρός διαβαίνει, Χώριατης πίκρας τον ποσό, οπού όσο πάει, πληθαίνει.

Καλά, καλά και τίμια αυτά τα ιατρικά, Αλλ' όχι, Εξοχώτατοι, και θαραποτικά, Τους λέγει ο πλιο γέροντας, Με σχήμα σοβαρό· Και πρέπει να ξετάξωμε του χρόνου τον καιρό. Οπόσους φλεβοτόμησα τη φετινή χρονιά, Τους ίδα, Εξοχώτατοι, να σβύσουν κοπανιά. Κανείς δεν ωφελήθηκε από ξερατικό· Και πάντοτε μετάνιοσα διά το καθαρτικό. Λοιπόν το πάθος, βλέπετε, μας μένει σκοτινό.

Καθώς εγώ μ' αλήθια, Κυρά μου, σ' αγαπώ Καμμιά στον κόσμον άλλος, δε σφάλλω να το ειπώ, Μον τάχα νάρθη η ώρα, που αυτό το σ' αγαπώ, Οχ το χρυσό σου στόμα, πως ήκουσα, να ειπώ. Ιδα απόψε στο είνορό μου, Φύλλι, σ' είχα στο πλευρό μου· Και στη μέση ένα παιδάκι, Που το τρυφερό χεράκι, Μ' ιλαρή θωριά τηρόντας, Και γλυκά χαμογελόντας, Πότε άπλονε σ' εμένα, Πότ' εχάιδευεν εσένα.

Κι' αφτούς τους λόγους έλεγε κάθε Αχαιός και Τρώας «Δία πατέρα π' αψηλά ορίζεις απ' την Ίδα, 320 μεγάλε μυριοδόξαστε! όπιος αφτά τα πάθια ανάμεσό μας τάβαλε, ναι κάνε αφτός να πέσει και στ' Άδη τα εφτάβαθα ως μέσα να κατέβει, κι' εμείς ας κάνουμε ξανά όρκους πιστούς αγάπηςΈτσι είπανε.

Τότε απ' την Ίδα ο Δίας 75 μπουμπούνισε άγρια, κι' αστραπή σφεντόνισε αναμένη προς τον στρατό των Αχαιών· κι' εκείνοι σαν την είδαν, κέρωσαν όλοι, και χλωμή τους έκοψε τρομάρα.

Είπε, κι' αφτοί προσέφκουνταν στο γιο του Κρόνου Δία, 200 κι' είπαν ξανάπαν, τα πλατιά κοιτάζοντας ουράνια «Δία πατέρα, π' αψηλά ορίζεις οχ την Ίδα, μεγάλε, μυριοδόξαστε! του Αία δώσ' του νίκη, και βοήθησέ τον ζηλεφτό καμάρι να κερδίσει· μα αν και τον Έχτορα αγαπάς, την συλλογή του αν έχεις, καν ίση δώσ' τους και των διο τη δύναμη και δόξα205

Και τότε η δέσποινα θεά, η βοϊδομάτα η Ήρα, πήρε να δει πώς του Διός το νου να ξεγελάσει. 160 Κι' αφτή η βουλή τής φάνηκε σαν πιο καλή στο νου της· να πάει στην Ίδα μ' όλες της τις χάρες στολισμένη, μήπως ποθήσει άμα τη δει ναν της χαρεί τα κάλλη, κι' ύπνο θαν τούχυνε στερνά βαθύ και ξεκουράστη πας στα βαριά του βλέφαρα και λιγωμένα σπλάχνα. 165

Πήρε φωτιά οχ την Ίδα ο γιος του Κρόνου σαν τις είδε, και τη χρυσόφτερη Ίριδα ναν τους μιλήσει στέλνει «Τρέχα, ανεμόποδη Ίριδα, και στείλ' τες πίσω· ενάντια ας μη μου παν, γιατί άσκημα θα σμίξουμε στη μάχη. 400 Γιατί ένα λόγο θαν τους πω, που θ' αληθέψει κιόλας· θα σακατέψω τ' άτια τους αφτού μες στα λουριά τους, θάν τις γκρεμίσω κάτου αφτές, θα σπάσω και τ' αμάξιμηδέ σε δέκα ολοκλήρους που κυκλοφέρνουν χρόνους δεν έχουνε γιατριά οι πληγές π' ανοίγει ο κεραβνός μου405 για ναν το δει η κυρά Αθηνά σαν πώς με πολεμούνε.

Την εποχή εκείνη είχε ανάψει στο «Νουμά» η σοσιαλιστική συζήτηση. Αφορμή της, το βιβλιαράκι του Γ. Σκληρού «&Το κοινωνικόν μας ζήτημα ― » ή σωστότερα το τετρασέλιδο άρθρο που μας έστειλε τότε από το Starnburg ο κ. Αλέξ. Ο κ. Βουτιερίδης κλπ. Κι από την άλλη μεριά, την εθνικιστική, με αρχηγό τον Ίδα, ο Έρμονας, ο Στέφ. Ραμάς και άλλοι.