United States or Nigeria ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αν ο Καλίφης έμεινεν εκστατικός εις τα όσα είδεν, αυτή έμεινε πολύ περισσότερον, και ο μεγαλύτερος της θαυμασμός εστάθη εις το να ιδή τους δύο νεκρούς βασιλείς με την πλάκα γραμμένην εις τους πόδας· και, αφού την ανέγνωσεν, είδε την βασίλισσαν, που είχεν εις τον λαιμόν μια αρμαθιά από μαργαριτάρια, χονδρά ωσάν αυγά περιστεράς· τα οποία κυττάζοντάς τα με επιθυμίαν την απείκασεν ο Αμπτούλ, και ευθύς τα έβγαλεν από τον λαιμόν της βασίλισσας, και τα έβαλε της βεζυροπούλας, λέγοντάς της ότι από ετούτα θέλει πιστωθή ο πατέρας σου, πως είδες τον θησαυρόν μου· και ύστερον την επαρακάλεσε, διά να πάρη ότι άλλο αγαπά από εκείνα που βλέπει.

Καλώς ήλθες, αυτός μου ξαναείπε· πολλά καλά το ήξευρα ότι έμελλες να έλθης εσύ εδώ μα ειπέ μου, εστοχάσθης εσύ καταλεπτώς όλα τα θαυμάσια ετούτα του κτιρίου, και έφαγες από τα φαγητά που εδώ ευρίσκονται; Εγώ είδα και πράγματα πολύ εξαίσια, του απεκρίθην· μα από τα φαγητά σας δεν ηξεύρω τι λογής είναι.

Ταλμούχ μου λέγει αυτή, ό,τι λογής και αν είναι ο θαυμασμός σου που με βλέπεις εδώ, πολλά μεγαλύτερος θέλει σου είναι οπόταν ακούσης εκείνο που έχω να σου διηγηθώ. Εις ετούτα τα λόγια ο ευνούχος και οι σκλάβοι ανεχώρησαν, και εγώ έμεινα μόνος με την Καλεκάρην. Και αφού εκαθήσαμεν, αυτή άρχισε να μου διηγηθή με τον ακόλουθον τρόπον.

Η Αροούγια εχαμογέλασεν επάνω εις ετούτα τα λόγια και πιάνοντάς τον από το χέρι, τον επερικάλεσε να βγάλη το φακιόλι και τα φορέματά του, και να σταθή με ελευθερίαν.

Τότε η Αροούγια διά να δείξη την προθυμίαν και αυτή προς αυτόν, του είπε· εγδύσου το λοιπόν, και πέσε εις ετούτο το κρεββάτι που βλέπεις· και εγώ ως τόσον υπάγω να ιδώ αν κοιμάται ο άνδρας μου, και ευθύς γυρίζω. Ο Κατής εις ετούτα τα λόγια στοχαζόμενος πως θα έχη το υποκείμενον εις τας αγκάλας του, ευθύς εγδύθη και εισέβη εις το κρεβάτι.

Εις ετούτα τα λόγια ο βασιλεύς Βεδρεδίν, λέγει του βεζύρη του· Ταλμούχ, εσύ ήκουσες ωσάν και εμένα τα λόγια του διδαχτή, διά το οποίον ιδού δεν έχω πλέον χρέος να ταξειδεύσω, ηύρα εκείνο που εζητούσα· ετούτος ο διδαχτής είνε ένας άνθρωπος ευτυχέστατος.

Ετούτα όλα, ω ωραιοτάτη Φαρουχνάζ, ακολούθησεν ο Δερβύσης, εστοχάσθηκα πλέον να μη σου τα κρύψω. Συμπάθησόν μου το στρατήγημα που επιχειρίσθηκα, διά να σου βγάλω τη ψευδή φαντασίαν και γνώμην, που είχες διά τους άνδρας, και διά να ανταμώσω την τύχην σου, με εκείνην του πλέον ωραίου Βασιλοπούλου, απ' όλα τα Βασιλόπουλα του κόσμου.

Και λέγοντας ετούτα τα λόγια η Καλεκάρη εμίσευσε με τον Καμπούρ, και έμεινα εγώ με μεγάλην ανυπομονησίαν έως που να την ιδώ. Το ταχύ ακούω να κτυπά η πόρτα. Οι σκλάβες έτρεξαν διά να ανοίξουν, ευθύς να έμβη η βασιλοπούλα εις τον χοντζερέ μου.

Ο δε βεζύρης λέγει του βασιλέως με σιγαληνήν φωνήν· τι πράγμα τάχατες να είνε τούτο; τι αρμονία είνε τούτη που ακούεται εις τα αφτιά μας, τι παλάτι παρουσιάζεται εις τους οφθαλμούς μας; όλα τούτα χωρίς αμφιβολίαν δεν είνε ποτέ φυσικά· ετούτα είνε μία μαγεία· ήτον καλλίτερον ημείς να είχομεν παραιτήσει αυτήν την πηγήν και τούτο το παλάτι, μήπως και είνε έργον κανενός μάγου, που τα έκαμε διά την βασιλείαν σου.

Τότες με χείλια γελαστά του κάνει ο Αγαμέμνος σαν είδε πως πειράχτηκε, και ξείπε εφτύς το λόγο «Γιε του Λαέρτη θεϊκέ, πολύτεχνε Δυσσέα, μήτε σε παρακατεχώ μήτε ορισμούς σου δίνω. Ξέρω πως κρύβει φιλικιά μέσα η ψυχή σου γνώμη, 360 γιατί ότι θέλω θες κι' εσύ. Μον πήγαινε! Ειδέ ετούτα, κάνα κακό αν ειπώθηκε, τα σάζουμε κατόπι, κι' έτσι όλα ο Δίας σαν καπνό ας τ' ανεμοσκορπήσει