Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 9 Μαΐου 2025


Εκ δε των ειδών της γης το μεν καθαρισθέν διά μέσου του ύδατος γίνεται λίθινον σώμα κατά τον εξής τρόπον. Το ύδωρ το αναμεμιγμένον μετ' αυτής, όταν εις την μίξιν κατατμηθή, μεταβάλλεται εις μορφήν αέρος, και όταν γίνη αήρ τρέχει επάνω C | εις τον τόπον αυτού.

Έπαιζενέπαιζεν εν χαρμονή ο Σταυρός του τεμπλέου επάνω ο ξύλινος, και ένα περιστεράκι, ξύλινον και αυτό, από το ράμφος του οποίου απεκρέματο του Σταυρού το κανδηλάκι, εκινείτο, θαρρείς, χαρούμενον να πετάξη πλέον επάνω, εις τον ουρανόν του ουρανού, και να εισχωρήση βαθειά εις το αόρατον, εις τον πύρινον ουρανόν. Ηγάλλοντο και οι τοίχοι, ηγάλλοντο όλα όσα υπήρχαν εκεί αντικείμενα.

Ο ντον Πρέντου απάντησε με ένα περιφρονητικό νεύμα της κεφαλής, από κάτω προς τα επάνω, καταδέχτηκε όμως να στήσει αυτί για ν’ ακούσει τι αγόραζε ο υπηρέτης. «Δώσε μου ένα σκούφο, Αντόνι Φραντσί, αλλά να είναι μακρύς και όχι σκοροφαγωμένος….» «Δεν τον πήρα δα και από το σπίτι των κυράδων σου», απάντησε ο κακόγλωσσος Μιλέζος.

Το επροχώρουν αργά, πολύ αργά, διά να μη ταράξω τον ύπνον του γέροντος. Έπρεπε να παρέλθη τουλάχιστον μία όλη ώρα έως να χώσω το κεφάλι μου μέσα εις την οπήν, αρκετά μακράν διά να τον ίδω αναπαυόμενον επάνω εις το κρεββάτι του.

Ο Απόλλων με τις αστραπές και τη φωτιά και το δοξάρι κινιέται κατ’ επάνω του, και φοβερές τον ακολουθούν οι αλάθευτες Εριννύες. Αντιστροφή α΄

Στον καταγάλανο ουρανό δεν υπήρχε ούτε ένα συννεφάκι και η ατμόσφαιρα ήταν τόσο διαυγής που επάνω στα βράχια του Κάστρου φαίνονταν οι πέτρες που γυάλιζαν και ένα κενό παράθυρο στα ερείπια, που άνοιγε στο γαλάζιο του ουρανού ανάμεσα στον κισσό που το περιέβαλε σαν γιρλάντα.

Πρωταγόρας Μάλιστα· ηξεύρω ότι βουτούν οι βουτηκταί. Σωκράτης Διά ποίαν από τας δύο αιτίας· διότι ηξεύρουν να βουτούν, ή διά κανένα άλλον λόγον; Πρωταγόρας Διότι ηξεύρουν να βουτούν. Σωκράτης Ποίοι δε έχουν το θάρρος να πολεμούν επάνω από άλογα: Ποίοι από τους δύο; Όσοι ηξεύρουν να διευθύνουν άλογα ή όσοι δεν ηξεύρουν; Πρωταγόρας Εκείνοι οι οποίοι ηξεύρουν.

Ναι, ω βασιλέα μου, ομολογώ πως αχρήζω τον θάνατον και αν η βασιλεία σου, αφού ήκουσες όλες τες ανομίες που έπραξα, οι οποίες συνθέτουν την ιστορίαν μου, μετανοείς πως μου έταξες να μη με φονεύσης, εγώ ευχαριστούμαι να γυρίσης τον λόγον σου, και να παιδεύσης ένα τρισάθλιον, που μόνος του ομολογεί πως είναι ανάξιος να ζη πλέον επάνω εις την γην.

Η γριά Ποτόι, όρθια στο κατώφλι του σπιτιού της, κοίταζε ακουμπισμένη με το ένα χέρι στον τοίχο και το άλλο πάνω από τα μάτια. Έμοιαζε με χούφταλο, μικροκαμωμένη, με τα κοσμήματά της ακόμη πιο φανταχτερά και πένθιμα επάνω στο σκελετωμένο σώμα της. «Τι κάνετε;», χαιρέτησε ο ντον Πρέντου. «Περιμένω την Γκριζέντα μου που πήγε στο ποτάμι.

Και τον καιρόν που την έχασα από τους οφθαλμούς μου, εβυθίσθηκα δι' αυτήν εις διαφόρους διαλογισμούς, και στοχαζόμενος επάνω εις την ωραιότητά της, άρχισα να γροικώ εκείνο, που έως τότε δεν είχα αγροικήσει· και μετ' ολίγον βλέπω και έρχεται μία σκλάβα και με σταματά. Εγώ εγνώρισα ευθύς πως ήτον η σκλάβα της κυράς που εσυνάντησα, η οποία μου ωμίλησε με γλυκύν τρόπον.

Λέξη Της Ημέρας

αργογλιστρά

Άλλοι Ψάχνουν