Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Μαΐου 2025


Το δειλινόν, όταν είδεν ο Δημητράκης τον υιόν του, του είπε: — Άκουσα, κυρ Αγάλλο, πως πήγες κάτ' απ' τα παράθυρα καποιανής, κ' έκαμες πατινάδα. Τώρα δεν είσαι μικρός, είσαι μεγαλείτερος απ' τον αδερφό σου τον νοικοκυρεμμένο. Κοντεύεις να τριανταρίσης. — Αλήθεια, αφέντη, είπεν ο Αγάλλος. Και όταν ενύχτωσε, διηυθύνθη διά πλαγίου δρομίσκου προς το μέρος της Αναγκιάς.

Μωρέ αυτό ήταν όλο! λέγει ο διάβολος τραβώντας τα γένεια του με αγανάχτησι. Επέρασε κάμποσος καιρός κ' επέθανεν ο ναύκληρος. Βέβαια πού αλλού θα επήγαινε παρά στην Κόλαση. Από τον καιρό που έγινε ο κόσμος ως τα σήμερα ναύτης δεν είδεν ακόμη την πόρτα της Παράδεισος. Η Κόλαση λέγουν πως είνε φοβερός και τρομερός ξερότοπος. Εκεί ποτέ δεν βρέχει, χλόη δεν φυτρώνει, πουλί πετάμενο δεν διαβαίνει.

Ο δε βασιλεύς Αϊδήν της είπεν· Αχ φιλτάτη μου Χαλιμά, αυτή η ιστορία με εύφρανε πολλά περισσότερον από όσες έως τώρα μου εδιηγήθης· ο βεζύρης μεγάλον δίκαιον είχε να στέκεται σταθερός εις την γνώμην του, και από λόγου μου, που δεν είμαι από αυτές αμέτοχος, καθώς και ο Βεδρεδίν Λώλος, το είδεν εμπράκτως εις τα όσα επαρατήρησεν όθεν σου ομολογούμαι υπόχρεως, αγαπημένη μου Χαλιμά με αυτήν την ιστορίαν που μου εδιηγήθης, η οποία θέλει μου είναι διά παντοτεινόν παράδειγμα και παρηγορία, και περιπλέον όστις την ήθελεν ακούσει, ημπορεί να παρηγορηθή εις τας θλίψεις του με το μέσον αυτής διατί ακούοντας πως δεν είναι μόνος που δοκιμάζει θλίψεις, παρά είναι και άλλοι, που δοκιμάζουν πολύ περισσότερες και δεινότερες, και που κανείς δεν είναι αμέτοχος από αυτές ημπορεί να λάβη μεγάλην άνεσιν.

Παρήγγειλε δε ταύτα ο Θρασύβουλος διά να ίδη ο Σαρδιανός κήρυξ μεγάλους σωρούς σίτου εις την αγοράν και τους κατοίκους πανηγυρίζοντας, και αναγγείλη ταύτα εις τον Αλυάττην, όπερ και εγένετο· διότι ο κήρυξ είδεν όλα ταύτα, ανεκοίνωσεν εις τον Θρασύβουλον τας παραγγελίας του Λυδού και επέστρεψεν εις τας Σάρδεις. Μετ' ολίγον εγένετο ειρήνη, και δεν νομίζω να υπήρχεν άλλη αιτία.

Ο Βινίκιος έτριψε τους οφθαλμούς του εμβρόντητος και είδεν υπεράνω του το γιγάντιον ανάστημα του Λιγείου Ούρσου· ούτος έμεινεν ακίνητος και ησυχώτατος, αλλ' οι οφθαλμοί του εξακοντίζοντες βλέμματα επί του Βινικίου, είχον έκφρασιν τόσον παράδοξον, ώστε ο νέος ησθάνθη το αίμα του να παγώνη. Έπειτα ο γίγας έλαβε την δέσποινάν του εις τας αγκάλας του και με βήμα κανονικόν εξήλθε του τρικλίνου.

Ο δε Γύλιππος, άμα είδεν ότι οι Αθηναίοι δεν επροχώρησαν εναντίον αυτού επήρε τον στρατόν εις την κορυφήν την καλουμένην Τεμενίτιν και διενυκτέρευσεν εκεί.

Ήλθε κ' εκάθησε κατέναντι, με το πρόσωπον προς την Σκόπελον, επίμηκες άπελπι, πρόσωπον αμνάδος δρώσης πενθίμως έναντι τον αποκλειόμενον απ' αυτής λειμώνα. Έξω διέκρινε τα Έλος, όρμον της Σκοπέλου με το αμμώδες ημικυκλικόν παράλιον. Έβλεπεν ατραπούς εν τω δάσει. Τω εφάνη ότι είδεν ονάριον. Έβαλε κραυγάς.

Ο Μουφάκ ήλθεν εν τω άμα εις τον Κατήν και ευθύς που ο Κατής τον είδεν, έτρεξεν και το αγκάλιασεν. Ο Μουφάκ έμεινε πολλά θαυμασμένος εκ της τοιαύτης δεξιωσύνης· ω, ω, λέγει με τον εαυτόν του, από τι προέρχεται που ο Κατής ο εχθρός μου ο θανάσιμος πράττει με εμένα σήμερον τόσην ευγένειαν; εδώ στέκει κρυμμένον κάτι μυστήριον.

Όταν είδεν αυτό ο Δάφνης, αφίνοντας καταγίς το σουραύλι, την εκοίταζεν αχόρταγα από πάνω ως κάτου, επειδή δεν ντρέπονταν καθόλου τότε, και συνάμα σιγομιλούσε μονάχος του: — Πώς κοιμούνται τα μάτια της· πώς μοσκοβολάει το στόμα της· μήτε τα μήλα έτσι, μήτε τα θυμάρια.

Εγώ εις εκείνο το αναμεταξύ, που ο βασιλεύς ευρίσκονταν μαζί με τον Αλή, ήλθα εις περιέργειαν διά να ιδώ τον βασιλέα, και απεφάσισα να έμβω εκεί που αυτός ωμιλούσε με τον Αλή. Εμβήκα λοιπόν ωσάν θυγατέρα του ζωγράφου, μην υποπτεύοντας κανένα εναντίον· μα εγελάσθηκα. Ο βασιλεύς ευθύς που με είδεν ετρώθη από τον έρωτα διά εμένα, το οποίον καταλαμβάνοντας το ετραβήχθηκα από εκεί.

Λέξη Της Ημέρας

τρίκλισμα

Άλλοι Ψάχνουν