United States or French Guiana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Αλλά όντας καλός Μουσουλμάνος και φοβούμενος τον Θεόν έκαμε πρώτον το προσκύνημά του· έπειτα έρριξε τα δίκτυα και σέρνοντάς τα, αγροικούσε μεγάλον βάρος, νομίζοντας ότι έκαμε καλήν επιτυχίαν· όταν τα έβγαλεν έξω τέλος πάντων, ευρίσκει ένα αγγείον βουλλωμένον· όθεν τρόπον τινά παρηγορήθη, ελπίζοντας ότι θα εύρη μέσα κανένα πολύτιμον πράγμα· τότε στοχαζόμενος καταλεπτώς την βούλλαν εις το στόμα του αγγείου βλέπει εις μολύβιν τυπωμένην την Πενταλφάν του Σολομώντος· και με το μαχαίρι του βγάζοντας την μολυβένιαν βούλλαν διά να ιδή τι έχει μέσα βλέπει ευθύς και βγαίνει ένας καπνός με μεγάλην ταραχήν και δυσωδίαν, εις τόσον που εβιάσθη να απομακρυνθή ολίγον.

Δεν τον είδες; είνε πολύ καλός άνθρωπος, είπεν ο στρατιώτης. — Και κατοικεί εδώ επάνω μόνος του; επανέλαβε μετά δισταγμού ο Μάχτος. — Πώς μόνος του; έχει την οικογένειάν του. — Α, έχει γυναίκα και παιδιά; είπεν ο Μάχτος ανακουφισθείς. — Βέβαια. — Και κατοικούν επάνω εδώ; — Εννοείται. Ο Μάχτος εξέπεμψε στεναγμόν και παρηγορήθη. — Ώστε τώρα η Αϊμά θα είνε με την γυναίκα του; — Βέβαια, πιστεύω.

Εις τούτον λοιπόν, τον κυρ-Μανουήλον τον Στεριωμένον είχαν δώσει πάσαν εμπιστοσύνην ο Αλικιάδης και ο Καψιμαΐδης, παραγκωνίσαντες τον Λάμπρον Βατούλαν, όστις, πλην του πλεονεκτήματος των πλησίον του Γιαννάκου του Χαρτουλαρίου εκδηλώσεών του εζήτησε να παρηγορηθή κατ' άλλον τρόπον και εκ του μέρους τούτου.

Πώς να παρηγορηθή η Αρχόντω διά την απουσίαν του συζύγου της, αφού ήτο εκ των προτέρων γνωστόν ότι ούτος, όπως και όλοι οι πλοίαρχοι, είχε δώσει υπόσχεσιν να έλθη εις τας εκλογάς; Ιδού ήτο Παρασκευή, εξημέρωνε το Σάββατον, την μεθαύριον θα επανέτελλε Κυριακή, ημέρα των εκλογών, και το καράβι δεν εφάνη. — Μάνα, της λέγει μετά πολύν δισταγμόν η ανεψιά η ψυχοκόρη της.

Ο απλούς χριστιανός εισέρχεται εις την εκκλησίαν, ίνα παρηγορηθή ελπίζων τους αδάμαντας και σμαράγδους του Παραδείσου της Αποκαλύψεως, ο δε φιλόσοφος σκέπτεται εκεί περί του απείρου, του ιδανικού, του προορισμού του ανθρώπου και των άλλων τοιούτων φιλοσοφικών κόμβων.

Της πρώταις ημέραις που την έθαψαν, ο παπά-Κονόμος, επί μίαν εβδομάδα δεν ημπορούσε καθόλου να παρηγορηθή. Αυτός οπού επαρηγορούσεν όλους τους θλιμμένους του χωρίου, με τα ωραία και παραμυθητικά βιβλία που τους εδιάβαζεν, δεν ημπορούσε να παύση τους λυγμούς του, οι οποίοι κάθε λίγο του ήρχοντο και έκλαιε σαν το νήπιον οπού το πειράζουν εις το θέλημά του.

Η ευσεβής τάσις του λαού, ζητούντος, διά του πολλαπλασιασμού των εξωκκλησίων ανά τα όρη και τας κοιλάδας, να παρηγορηθή διά την στέρησιν των τόσων το πάλαι ιερών και βωμών του, λησμονούντος τους παλαιούς θεούς του χάριν των νέων αγίων του, κατίσχυσε της αυστηροτέρας και δογματικωτέρας θεωρίας, καθ' ην απηγορεύοντο εις τους Χριστιανούς οι αγροτικοί ναοί.

Τα κύματα έσπαζαν στο μώλο αγριεμμένα. Μέσα στο βουητό της θάλασσας μια φωνή μεθυσμένου έσχιζε τον αέρα: «Μες στον αφρό της θάλασσας η αγάπη μου κοιμάται... Παρακαλώ σας κύματα μη μου την εξυπνάτε». Ο Μαθιός, που είχε τραβήξει δύο-τρία ρόμια για να παρηγορηθή, κούνησε το κεφάλι του. — Να ένας χριστιανός που πήρε την απόφασι να πνιγή στη στερηά, είπε.

Ο γέρο-Φόλης και οι συγγενείς της τεθνεώσης τον ελυπήθησαν, και του είχαν ναυλώσει πέραμα διά να τον στείλουν πέραν, να υπάγη να λησμονήση, να παρηγορηθή, και να μην υγραίνη καθημερινώς το χώμα του νεοσκαφούς τάφου. O Αγάλλος τους απεχαιρέτησεν, απεβιβάσθη, και εις ολίγας ώρας έφθασεν εις την γενέθλιον νήσον.

Αφ' ετέρου όμως παρηγορήθη εκ του ότι και ο Γλαύκος δεν θα τον εφόνευε, και αν τον ανεγνώριζεν ακόμη, κατόπιν της διδασκαλίας αυτής.