United States or Timor-Leste ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εν τω μεταξύ ο γηραιός κυρ Αναγνώστης είχε χηρεύσει, κ' η ψυχοκόρη, κατά την απουσίαν του συζύγου υπηρέτει διαρκώς εις την οικίαν τον θετόν πατέρα της, όπως και παιδιόθεν ήτο συνειθισμένη. Ο σύζυγος έγραφεν από καιρού εις καιρόν επιστολάς, υποσχόμενος ότι θα έλθη, αλλά δεν ήρχετο.

Δεν είνε αυτή η Αθήνα πούξερα μια φορά! Έλεγε στην ψυχοκόρη της συχνά, την ώρα που πηγαίνανε να κοιμηθούνε. Όλα αλλάξανε. Και τόπος και ανθρώποι. Χάλασε ο κόσμος! Κι' αλήθεια είχε αλλάξει η Αθήνα. Κανένας δε γύριζε να κυττάξη την Ταρσίτσα, ούτε στο σπίτι, απ' τους φίλους που ερχόντουσαν τις χρονιάρες μέρες να χαιρετήσουνε τον παπά, ούτε στο παράθυρο, ούτε στο δρόμο.

Πώς να παρηγορηθή η Αρχόντω διά την απουσίαν του συζύγου της, αφού ήτο εκ των προτέρων γνωστόν ότι ούτος, όπως και όλοι οι πλοίαρχοι, είχε δώσει υπόσχεσιν να έλθη εις τας εκλογάς; Ιδού ήτο Παρασκευή, εξημέρωνε το Σάββατον, την μεθαύριον θα επανέτελλε Κυριακή, ημέρα των εκλογών, και το καράβι δεν εφάνη. — Μάνα, της λέγει μετά πολύν δισταγμόν η ανεψιά η ψυχοκόρη της.

Η έννοια αυτή την έτρωγε την Ταρσίτσα και της έκοβε τον ύπνο και την ανάπαψη. Δεν ήτανε τρελή η Ταρσίτσα. Τον πόνο της δεν τον έλεγε στον κόσμο, σαν τους άλλους τους τρελλούς. Και μέσα στο σπίτι ακόμα λίγοι ξέρανε το μυστικό της, «Αυτή την πετριά έχει η κακομοίρα, έλεγε η ψυχοκόρη της η Αννίτσα.