Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Μαΐου 2025


Επειδή λοιπόν εσυμπόνεσε τους δύστυχους αυτούς κ' ενόμισε ότι παρουσιαζότανε διπλή ευκαιρία και για τη σωτηρίαν εκείνων και για τη δική της πιθυμιά, σοφίζεται κάτι τέτοιο: 16.

Μα το πλεούμενο αρμένιζε σα να είχε δική του ψυχή και δική του κυβέρνια. Μην είνε τάχα το μαγεμένο καράβι πώρχεται να πάρη άθελα το βασιλόπουλο και να κάμη χήρα την Πεντάμορφη ; Εκείνη τ' αγναντεύει από το παραθύρι κ' η θλίψη φυτρώνει σαν τσουκνίδα στην καρδιά της. Το βασιλόπουλο μπήκε σε πειρασμό· θέλει να κατεβή για να μάθη το μυστικό του καραβιού.

Και τι βγαίνει τώρα απ' όσα είπαμε; Βγαίνει που χρωστούμε σέβας στη γλώσσα του λαού, όπως σέβουνται τη δική τους όλα τανεξάρτητα τα κράτη, και που πρέπει να φύγουν οι ξένοι, για να τελειώση η δουλεία , και για ναρχίσουμε πια με τα σωστά μας τη δουλειά . Ελπίζω, αξιότιμε Κύριε, να μη σας κούρασα· το γράμμα μου έγινε μελέτη. Δεν το βουλλώνω ακόμη.

Όχι και πολύ· στην εποχή που το μετόχι μας έφτανε κάτου στη Μεσοποταμία. Έπειτα ήρθαν οι Τσιμισκήδες, οι Κομνηνοί, οι Φωκάδες, οι Βουλγαροχτόνοι. Να εδώ· βλέπεις; — Ναι· τι μεγάλο ποτάμι! και μέσ' στα κύματά του κυλάει κεφάλια. Τι άσκημα κεφάλια που είνε! — Είνε Βουλγάρικα. Τάκοψε ο Βασίλειος κι από τότε η γενιά του Θεομίσητου δούλευε σκλάβα στη δική μας. — Τι αθάνατοι! εψιθύρισε ο Δημητράκης.

Και μ' ένα καλημέρισμα, και μια γλυκειά ματιά της, Μου τάραξε τα σωθικά και μ' άναψ' έναν πόθο. Κι' όσο που ζω δίχως αυτή και δεν τη συχνοβλέπω Μου κλέβει ο πόθος τη χαρά, τα νειάτα νύχτα-μέρα. Και το τραγούδι το θλιφτότο στόμα μου ανεβάζει. — Βάρε, Στρατή, τα πρόβατα κι' ανέβαστατη ράχη, Και μη σουράς παράωρα, μη τραγουδάς την νύχτα. Κ' η Ρήνα, η κόρη του Σταθά, είνε ταχυά δική σου.

Η κοινωνία, πούναι η αρχή και η βάση της ηθικής, υπάρχει μονάχα για τη συγκέντρωση της ανθρώπινης ενέργειας, και για να εξασφαλίση τη δική της συνέχιση και γερή σταθερότητα ζητά, και δίκαια ζητά, από κάθε μέλος της να συνεισφέρη κάποια μορφή παραγωγικής εργασίας για το κοινό όφελος και να δουλεύη και να κοπιάζη, ώστε η εργασία της ημέρας νάχη γίνει.

ΣΩΚΡΑΤΗΣ Λες για το γυαλί; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Βέβαια. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Και με τούτο τι; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Ω, μα της Χάριτες! σοφόν! ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Τι; ποιο; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Πώς σε μια δίκη. όπου δε είναι μάρτυρες μπροστά, την καταδίκη θα εμποδίσης; ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Εύκολα κι' αυτό μπορεί να γίνη ΣΩΚΡΑΤΗΣ Για λέγε το. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ θα σου το ειπώ. Μια δίκη μόλις μείνη προτού εγώ να δικασθώ, θα τρέξω και θα κρεμασθώ.

Παύλο, του είπε πάλι, μια νύκτα, την ώρα που έβγαινε το φεγγάρι απ' το βουνό, δώσε μου την καρδιά σου, όλη σου την καρδιά, να την έχω μοναχή μου και κανένας άλλος στον κόσμο. Ο Παύλος την κύτταξε γλυκά. — Η καρδιά μου, Παυλίνα, ήτανε το πρώτο χάρισμα που σούκανα. Και πάλι μου τη ζητάς; Η Παυλίνα τον κύτταξε στα μάτια και του είπε: — Ορκίσου μου πως είναι δική μου. Ο Παύλος της ωρκίστηκε.

Έπεφτα σ' ατέλειωτο βάθος. Γύριζαν οι τοίχοι, γύριζε όλος ο κόσμος. Πού να βασταχτή πια ο κόσμος δίχως εκείνη! Θα χαλάση ο κόσμος, κόλαση θα γείνη το χωριό, θα ρημάξη το σπίτι μας, θα μπη ο μαύρος ο πόνος μες στην καρδιά μου και θα την κάμη για πάντα δική του! Φεύγει πια η παρηγοριά μου, φεύγει η δύναμη που με διαφέντευε μέσα στον κόσμο, που με γέμιζε θάρρος κ' ελπίδα.

Κοιλιόδαυλοι πολλοί Ιστορούνται και δεινοί. Όμως η γαστριμαργία, Η δική σου είναι μία. Φαγητά, πιοτά καλά, Σαν κι' εσένα, ή πολλά, Μήτε γεύτηκεν ακόμα, Η θελά γευτή πλιο στόμα. Κι' έχεις δόντι αισθαντικό Ως το άκρο τεχνικό Το καλό να ξεχωρίζη, Τ' αχαμνό να μην εγγίζη.

Λέξη Της Ημέρας

βασιλικώτερα

Άλλοι Ψάχνουν