Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 4 Σεπτεμβρίου 2025


Από καιρού εις καιρόν ο νεώτερος έκραζε με την τραχείαν φωνήν του, ήτις ήτο ικανή ν' απομακρύνη, αντί να προσεγγίση οιανδήποτε βοήθειαν: «Ε! δεν είνε άνθρωποι εδώ;». Ήσαν δε οικτροί, εκρύωναν, έπασχον φρικωδώς, με τα στραγγισμένα αλλά μη στεγνωμένα ενδύματά των, και το στενόν, αόριστον, ζοφερόν εκ του διπλού σκότους της νυκτός και του δάσους μονοπάτι, δεν ήτο δρόμος πρόσφορος όπως προσπαθήσωσι διά της ταχυπορίας να θερμανθώσι και ζωογοννηθώσιν.

Από τα πλάγια των βουνών πέρα, όντας φτάναμε σε κανένα μικρό άνοιγμα του δάσους, φαίνουνταν πού και πού και καμιά κορδελίτσα σταχτόχρωμου καπνού να ξετυλιέται από καμιά καλύβα τσοπάνου προς τον ουρανό.

Στόλισέ την ως νύμφην, και άφες αυτήν εκτεθειμένην επί τινος βράχου. Εκεί θα την ζητήση ο νυμφίος τηςΕις τους πρόποδας αποτόμου βράχου, δεσπόζοντος πυκνοτάτου δάσους, κατάκειται την επομένην εσπέραν λιπόθυμος και λυσιπλόκαμος η Ψυχή, ενδεδυμένη την νυμφικήν της στολήν.

Κι έτσι θάστε μια ζωγραφιά αγαπημένη και τι όμορφη μέσα στη σκιά και τα χρώματα του δάσους.

Και μ' ένα είδος πόθου να ξακολουθήσουμε ό,τι αρχίσαμε, αποφασίσαμε να περάσουμε αντίπερα, στην κατοικία του δεύτερου καλοκαιριού, σ' ένα κόκκινο σπιτάκι, που το θυμόμαστε στην άκρη του δάσους, σ' ένα μικρό λιβάδι, όπου αποκοιμίζαμε το πρώτο μας παιδί μέσα σ' ένα λευκό πλεχτό καροτσάκι κάτω από το γαλάζιο σκέπασμα. Περάσαμε τώρα εκεί με τη βάρκα και ξέραμε πως θα βρούμε μια έρημη ακρογιαλιά.

Έπειτα πήρε το σπαθί που χώριζε τους αγαπημένουςτο αναγνώρισε, ήτανε το ίδιο σπαθί που είχε σπάσει μέσ' το κεφάλι του Μόρχολτέβαλε στη θέσι του το δικό του, βγήκε από την καλύβα, πήδησε στο άτι του, και είπε στο δασοφύλακα. «Δίνε του τώρα, κι' αν μπορής κύττα να γλυτώσης το τομάρι σου». Στον ύπνο της η Ιζόλδη είχε δη μιαν οπτασία: βρέθηκε σε μια πλουσία σκηνή, στη μέση μεγάλου δάσους.

Κει κάτω, σ' ένα πλάτωμα του δάσους, ο νάνος Φροσίνος εξέταζε την τροχιά των άστρων: Εδιάβασε κει, ότι ο Βασιληάς τον απειλούσε με θάνατο. Μαύρισε από το φόβο και τη ντροπή, φούσκωσε από θυμό, και γρήγορα-γρήγορα τούδωσε για τη γη της Ουαλλίας. Ο Βασιληάς Μάρκος έκαμε ειρήνη με τον Τριστάνο.

Τα λόγια της σμίγανε και γινόταν ένα με αυτήν την ίδια και με το καλοκαίρι που πέρασε, με το αίστημα της νυχτερινής εκδρομής στα σκοτεινά νερά, με τη βουή του δάσους και το αχτιδοβόλημα του φεγγαριού απάνω στα σγουρά κύματα. Όλα σμίγανε σ' ένα σύνολο και μου ψιθυρίζανε πως κέρδισα ένα θησαυρό. Μα ταυτόχρονα με βασάνιζε η ιδέα πως την είχα τρομάξει ωστόσο δίχως να το θέλω.

Η εσπερινή δρόσος καταβάλλει τον κονιορτόν της ημέρας, αι διψώσαι κάλυκες των μηκώνων εγείρουσι τας πορφυράς των κεφαλάς, τα δειλινά διαστέλλουσι τα κλεισμένα των χείλη προς το φίλημα της νυκτός, και η αναψύχουσα του δάσους πνοή φαιδρύνει την λάλον αηδόνα, προσαγορεύουσαν τους διά μέσου του φυλλώματος σπινθηρίζοντας αστέρας.

— Η έννοια του δυνατού, σκέφτηκε, υπάρχει στο βαθύ πράσινο του δάσους και σημαίνει πεποίθηση στη νίκη. Στο χαμήλωμα του βουνού, πάνω στη ράχη, τα δένδρα φαίνονται σαν κοπάδι κατσίκια. Αν όμως δεν είναι δένδρα, αλλά μόνο θάμνοι!.,, Τρόμαξε με την ιδέαν αυτή. Τόσο καιρό τα νόμιζε για δένδρα. Βέβαια όμως δεν μπορούσε νάτανε άλλο από δένδρα.,, Ησύχασε.

Λέξη Της Ημέρας

γραμματοδιδάσκαλοι

Άλλοι Ψάχνουν