Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 23 Ιουνίου 2025
Σαν σοφιστής παίρνεται κι ο Σωκράτης, γύρω από τον οποίο δρουν και κινούνται θαυμάσιοι κωμικοί τύποι. Η υπεραπολογία των αρχαίων ηθών και η επίθεση εναντίον της ανηθικότητας της εποχής αποτελούν τον κύριο χαρακτήρα της κωμωδίας. Μετέφρασεν ο Πολ. Δημητρακόπουλος. Λυσιστράτη: Εδώ ο Αριστοφάνης επικρίνει, σατυρίζοντας με τον τρόπο του, την πολεμομανία των Αθηναίων.
Παχειά μυρουδιά από κουνουπίδι γέμιζε τον γύρω αέρα, χωνότανε στη μύτη και στο στόμα, και μούσκευεν ακόμα το πρόσωπο και τα ρούχα. — Δε σου φαίνεται...; είπεν ο Ρένας. — Δε μου φαίνεται, διάκοψε κείνος, νομίζοντας ότι κι' αυτό αποτελούσε κάποιαν εξυπνάδα. — Άκουσε λοιπόν, κακομοίρη.
Αύται υπήρξαν αι δύο τροφοί του Στέφου, η μάνα του, κ' η κυρούλα του. Από αυτάς είχε λάβει, ως φαίνεται, το μυστικόν περίαπτον της ευτυχίας. Επί των κεραιών της εφαίνετο μία περίεργος μορφή, έν άγνωστον είδος ζώου με στόμα μέγα ανοικτόν, και γύρω εις την μορφήν ταύτην νέφος ζωυφίων πτερωτών, τα όποια έπιπτον εις το χάσκον στόμα. Τι εσήμαινεν η εικών αύτη; Πολλαί συζητήσεις εγένοντο.
Όπισθεν ενός πορφυρού κίονος, κρυφοκυττάξας γύρω, αφού συνήλθεν από της πρώτης εκπλήξεως, έκαμε τον σταυρόν του, δειλόν και έμφοβον σταυρόν, είτα ελθών έστη σκυθρωπός, εκεί οπού άλλοτε ήτο η αγία Τράπεζα.
Ένεκα αυτής, ω Τροία, με το δόρυ και με το πυρ σε κατέλαβεν ο Ταχύς Άρης των Ελλήνων με τον στόλον των χιλίων πλοίων, και ο υιός της θαλασσίας Θέτιδος τον ιδικόν μου σύζυγον τον Έκτορα έσυρε γύρω από τα τείχη, δεμένον πίσω από το άρμα του. Κ' εμέ την ιδίαν εξ αιτίας της με ήρπασαν από τα δωμάτια μου και με ωδήγησαν κάτω εις την θάλασσαν, διά να πέσω εις την φοβεράν δουλείαν.
Η πρώρα της δεχθείσα αίφνης εις τας μάσκας της τα φοβερά ραπίσματα των μαινομένων κυμάτων ανυψώθη ως θαυμασίου ίππου κεφαλή αποφεύγουσα τους λακτισμούς του αντιπάλου και η πρύμνη φυσικά συσταλείσα εκ του σεισμικού τρόμου, υπεχώρησε προς τα κάτω ως κατακάθεται ηττημένος εν σταδίω ίππος· και ήφριζεν αγρίως εν τη νυκτί το πέλαγος γύρω ως να ήτο ο νικητής.
Μόνο στο πέτρινο γεφύρι, περακεί που ελίμναζαν στις γούρνες της βρύσης τάφτονα νερά, απόλυτοι κυρίαρχοι της νυχτερινής σιγαλιάς τόρα ξελαρυγκιάζονταν οι βάτραχοι. Μόνο το κρεμαστό φαναράκι του κλειστού τόρα καφενείου κεικάτω, νυσταγμένο στην άχαρη ερημιά του, θαμπό μέσα στα πλούσια γύρω σεληνόφωτα, έριχτε τις τελεφταίες αναλαμπές του, κάτω απ τις ισκιερές καμάρες λησμονημένο κ' ετρεμόσβυνε.
Όταν επανήλθεν εις τα βουνά του, σαν να έφυγε μία ομίχλη σκοτεινή από τον εγκέφαλόν του και ένα βάρος που εδέσμευε τα μέλη του. Του εφαίνετο ότι ήτο ελεύθερος, όπως τα πουλιά που επετούσαν γύρω του.
Φτερά ήθελα, να πετάξω στο μοναστήρι, να παρακαλέσω τη Λενιώ να προσεύκεται και για μένα, να μ' έχη και μένα στο νου της. Ύστερα πάλι, να την καταπείσω ναφήση το μοναστήρι και νάρθη μαζί μου να πάμε μακριά, εκεί που δε μας ξέρη κανένας, σε κάποιο ρημοννήσι, σε κάποια σπηλιά, και κει, μακριά από Τούρκους, να ζούμε σα δυο περιστέρια. ....Όλα όμορφα και γλυκά είτανε γύρω.
Βγαίνω όξω στη βεράντα κ' η μυρουδιά, που χύνει το αγιόκλημα, με χτυπά από το σκοτάδι στο πρόσωπο, η ίδια μυρουδιά που είτανε σκορπισμένη γύρω μου την ώρα που αιστανόμουνα να με σφίγγουνε τα δάχτυλα του παιδιού μου μ' όλη τη δύναμη του θανάτου. Όλα σβήσανε μέσα μου, όλα περάσανε. Συλλογίζουμαι κείνη που μόλις βγήκε αποδώ κι όλα όσα μέλλουνε να γίνουν.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν