United States or Cyprus ? Vote for the TOP Country of the Week !


Πώς τάχα έκρυβα κ' εγώ τον γάμο μου μ' εκείνον και στα κρυφά σε σκότωνα; για όφελος δικό σου σε παραδίνει τώρ' αυτόςέναν πατέρα ξένο. ΙΩΝ Μα τέτοια λόγια δεν μπορούν εμένα να με πείσουν• θα έμβω μέσα στο ναό το Φοίβο να ρωτήσω, αν απ' αυτόν γεννήθηκα ή από θνητόν πατέρα.

Γεννήθηκα στη Νεάπολη, μου είπε. Εκεί μουνουχίζουν δυο ως τρεις χιλιάδες παιδιά το χρόνο· τα μισά πεθαίνουνε, τα μισά κάμνουν μια φωνή ωραιότερη από των γυναικών κ' οι άλλοι γίνονται κυβερνήτες κρατών. Μου κάμανε αυτή την εγχείρηση με πολύ μεγάλη επιτυχία κ' έγινα ψάλτης, στο εκκλησάκι της κυρίας πριγκιπέσσας του Παλεστρίνα. — Της μητέρας μου, έκραξα εγώ. — Της μητέρας σας! φώναξε κλαίοντας.

Εγώνα το ξέρτεδε γεννήθηκα για να πεθάνω εύκολα... Μα τι κάθουμαι και σας ψέλνω· επρόσθεσε σκάζοντας τα γέλοια. Κ' εσείς θα ζήστε· θα ζήσουμε μαζί ακόμα για πολύ· αργεί η ώρα σας. Οι γέροι κούνησαν μονόγνωμοι το κεφάλι σα να έλεγαν: «από το στόμα σου και στου θεού τ' αυτί». Εκείνη την ώρα ακούστηκαν έξω αλυχτήματα και βαρειά πατήματα, σαν κάποιος να πλησίαζε στο σπιτάκι.

Τι κι' αν αρνιέμαι κι' αν ζητώ αμπόδια να σου βάλω, 55 τι κατορθώνω πούσαι εσύ πολύ πιο δυνατός μου; Όμως δεν πρέπει να χαθεί μήτε ο δικός μου ο κόπος, τι είμαι θεά μαθές κι' εγώ, ίδια μαζί σου φύτρα, και πιο ολωνώνε σεβαστή γεννήθηκα απ' τον Κρόνο, κι' ως πρώτη γέννα κι' επειδής με λεν δικό σου τέρι, 60 εσένα π' όλων των θεών είσαι οριστής κι' αφέντης.

Λοιπόν δεν είμαι «πατριώτης». Αλλά γεννήθηκα Έλληνας και Έλληνας θα μείνω, θέλοντας και μη, ως που να πεθάνω. Αναγνωρίζω τη σκλαβιά μου και δε νομίζω πως υπάρχει ε λ ε ύ τ ε ρ η θ έ λ η σ η, γιατί αν ύπαρχε θα μπορούσα να γίνω κοσμοπολίτης. Ο κ.

ΧΟΡΟΣ Ναι° τον εγνώρισα καλά, δεν σου τ’ αρνούμαι° σκλάβος απ’ τους πιστότερους του άνακτος ήτον. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Εσένα τον Κορίνθιον ρωτώ: είνε τούτος αυτός που λέγεις; ΑΓΓΕΛΟΣ Ολόκληρος. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Γέροντα, εμένα κύταζε και ν’ απαντήσης σ’ ό, τι ρωτώ. Του βασιλέως ήσουνα δούλος; ΘΕΡΑΠΩΝ Ήμουνα και γεννήθηκα στ’ αρχοντικό του. Δεν μ’ αγοράσαν. ΟΙΔΙΠΟΥΣ Ποιο έργον είχες; Τι έκαμνες στο σπιτικό του;

ΙΩΝ Ποιά μάννα μ' έδωκεεσέ; ΞΟΥΘΟΣ Να σου το ειπώ δεν ξέρω. ΙΩΝ Ούτε ο Φοίβος το είπε αυτό; ΞΟΥΘΟΣ Απ' την πολλή χαρά μου δεν τον ερώτησα. ΙΩΝ Και πως; από τη γη γεννήθηκα; ΞΟΥΘΟΣ Το χώμα δεν γεννά παιδιά; ΙΩΝ Πώς είμ' εγώ δικός σου; ΞΟΥΘΟΣ Δεν ξέρω. Τον θεόν γι' αυτό θα τον ρωτήσω πάλι. ΙΩΝ Ας πούμε γι' άλλα πράματα. ΞΟΥΘΟΣ Αυτά είνε τα πειό καλά, παιδί μου.

Είχ' ερθή αυτός ο άρπαγας, ο φονηάς του Μόρχολτ, και την επήρε με πανουργίες από τη μητέρα της και την πατρίδα της. Δεν κατεδέχτη να την κρατήση για τον εαυτό του, παρά να που την έπερνε σαν λάφυρο στα κύματα, για τον εχθρικό του τόπο. «Κακομοίρα! έλεγε μέσα της. Καταραμένη νάναι η θάλασσα που με βαστάει. Καλλίτερα θα προτιμούσα να πεθάνω στον τόπο που γεννήθηκα παρά να ζήσω κει κάτω!...»

Γιατί εκαταλάβαινα πώς αν δεν έφευγα ευθύς, σιγά, σιγά, θα σ' επεριφρονούσα και μίσος θα αισθανόμουνα και αποστροφή για σένα. Κ' έφυγα, γιατί εγώ δεν γεννήθηκα για να μισώ εκείνους π' αγαπούσα μια φορά... Γιατί δεν ήθελα τον άνδρα μου, τον πρώτο και τον τελευταίο έρωτά μου... Κ ώ σ τ α ς. Μαρία μου, ώστε μπορώ ακόμη να ελπίζω; Μ α ρ ί α. Αυτό ήταν το όνειρο που τόσα χρόνια έκαμα.

ΚΡΕΟΥΣΑ Α όχι, μα την Αθηνά, που μια φορά τον Δία βοήθησε με το άρμα της στη μάχη των Γιγάντων, δεν είνε ο πατέρας σου κανείς θνητός παιδί μου, μα τούτος πουανάθρεψε, ο βασιληάς Λοξίας. ΙΩΝ Πώς το παιδί του έδωκεάλλον αυτός πατέρα, και είπε πως γεννήθηκα παιδί εγώ του Ξούθου; ΚΡΕΟΥΣΑ Δεν είπε πως σ' εγέννησε, δώροαυτόν σε κάνει σαν εγεννήθης μια φορά.