Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 8 Ιουνίου 2025


Εγνώριζεν η Σμάλτω ότι ο βοσκός δεν είχε πλέον μαζί του την φλογέραν να την παίξη όπως άλλοτε και γεμίση τον αέρα πέριξ από μύρια συναισθήματα, από τόσους καϋμούς της γυναικείας καρδίας, τόσας εκφράσεις της ανθρωπίνης αδυναμίας και την συναρπάση. . . Την είχεν εδώ υπό τους πόδας της, ως να είχε την γλώσσαν, αυτήν την φωνήν μιας μαγίσσης και την κατεσύντριβε.

Χωρίς να μετανιώσουν που αγάπησανχωρίς να στενάξουν που πληγώθηκανκρατούν το στόμα της στάμνας των κάτου απ' τους λίγους σταλαγμούς της... Κι όταν φύγουν όλες, πλησιάζω στη βρύση των λυγμών τη βαρειά μου στάμνα και περιμένω ως τα μεσάνυχτακαθώς το θέλησες, αδερφέ μου, — να γεμίση. Στην αγορά του Σαβάτου τ' άλογα που ήταν για πούλημα μιλούσαν κάτου απ' τη λεύκα για τη ζωή τους.

Τι λοιπόν να σου γράψω, αφού πρέπει οπωςδήποτε να γεμίση η επιστολή μου; Να σου γράψω, ότι, αφ' ότου ήρχισαν να πνέωσιν οι ετησίαι, έχομεν πάλιν τόσον εν Αθήναις κονιορτόν, ώστε, αφού αι εβδομήκοντα δύο χιλιάδες κάτοικοι της πρωτευούσης τρώγουσι και ροφούσι καθ' ημέραν τρισμέγιστον αυτού ποσόν, μένει πάλιν τόσον πολύς, ώστε κινδυνεύει να μας θάψη όλους; Το πράγμα δεν είνε νέον.

Πήγαινε και ξαπλώσου σε κανένα μιντέρι. Και σεις όλοι γύρω, σας έπιασε και σας το κακό. Κοράκοι γενήτε, κι ανοίξτε τα φτερούγια σας. Όξω! Δεν έχετε τώρα να πήτε, σας γλύτωσα. Έπιασαν τα μάγια. Βασανιστήκατε λιγάκι, μα τι λευτεριά που την έχετε τώρα! Ο ουρανός θα γεμίση κοράκους κι όρνια. Όξω! τρέχετε στα ψοφίμια! Τόσα χρόνια να διψούν αίμα, και να μην τόχουνε θάλασσα τα καημένα να κολυμπούν!

Κατά την συμβουλήν του Χοπ-Φρωγκ, οι οκτώ ουραγγουτάγκοι επερίμεναν υπομονητικά το μεσονύκτιον, διά να γεμίση όλη η αίθουσα από μάσκας, προτού να κάμουν την εμφάνισίν των.

Αύριον θα αρχίση η διανομή σίτου, οίνου και ελαίου, ώστε έκαστος να δυνηθή να γεμίση την κοιλίαν του μέχρι του φάρυγγος. Κατόπιν ο Καίσαρ θα σας δώση αγώνας, ομοίους των οποίων ουδέποτε θα έχετε ιδή· κατά τους αγώνας θα σας παραθέση συμπόσια και θα σας κάμη γενναιοδωρίας. Θα είσθε πλουσιώτεροι ή προ της πυρκαϊάς! Είς ψίθυρος απήντησεν εις τον Πετρώνιον.

Ο Γερομήτρος, ο oποίος είχε κτίσει κατ' εκείνο το έτος την καλύβην του πλησίον εις τ' Aλώνια, διηγείτο ότι αι φωναί του σκύλου του τον εξύπνησαν μίαν νύκτα, ότι ήνοιξε το παράθυρον και είδεν έξω από τον τοίχον του αυλογύρου του ένα φοβερόν λύκον, ότι ήρπασε το όπλον του και ετουφέκισεν, αλλά δεν τον επέτυχε, και τον είδεν εις το φως της σελήνης αποσυρόμενον με την ουράν χαμηλά και με βήματα ωσάν μεθυσμένου ανθρώπου, και ότι τόσον ετρόμαξεν, ώστε δεν εσκέφθη να γεμίση και πάλιν το μονόκαννον όπλον του διά να πυροβολήση εκ δευτέρου.

Φέρουσα το καλάθιόν της υπό τον αριστερόν αγκώνα, κρατούσα το μαχαιράκι της με την χείρα την δεξιάν, έκυπτε παντού, εις όσα μέρη αυτή εγνώριζε, κ' έψαχνε να εύρη καυκαλήθρες και ζοχάρια και μυρώνια, και άνηθον διά να γεμίση το καλαθάκι της, να κάμη πήτταν, το Σάββατον του Λαζάρου, να φάγη αυτή κ' αι θυγατέρες της, αλλά να προσφέρη κ' εις της γειτόνισσες, από τας οποίας χάσιμον δεν είχεν.

Ο Γιάννης ο Μπουκώσης επεθύμει ν' αρνηθή, αλλά δεν ετόλμα. Εφορτώθη τα δύο σταμνία κ' εξεκίνησε διά την πηγήν του Χαιρημονά, ήτις απείχε περί τα δύο μίλια, και ήτις έτρεχε τόσον φειδωλή ως το δάκρυ των εξηντλημένων οφθαλμών. Εχρειάζετο σωστήν μίαν ώραν διά να υπάγη να γεμίση τα σταμνία και να επιστρέψη.

Λέξη Της Ημέρας

συγκατάνευσε

Άλλοι Ψάχνουν