Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 15 Μαΐου 2025


Όταν λοιπόν βρέχη καλά καλά, και χιονίζει, και παγώνη και ξεπαγώνη, α! λέω δεν δύναται να είναι χειρότερα στο σπήτι παρ' ό,τι είναι έξω, ή αλλέως, και έτσι είναι καλά. Όταν ανατέλλη ο ήλιος το πρωί υπόσχεται λαμπρήν ημέρα, δεν μπορώ παρά πάντα ν' αναφωνώ: ιδού πάλιν ένα ουράνιο αγαθό, που δύνανται οι άνθρωποι να το αποστερήσουν ο ένας τον άλλον.

Ησύχασε Το πάθος της καρδιάς σου. Αν η χαρά η ανέλπιστος, Ότι με είδες, βρέχη Τους οφθαλμούς σου· Μειδίασον, χαίρου φίλε μου, Μάλλον· αλλ' αν η πίκρα, Ότι τον ήλιον άφηκα, Τώρα σε κυριεύη, Παρηγορήσου. Τι κλαίεις; την κατάστασιν Αγνοείς της ψυχής μου· Και εις τούτο το μνήμα Το σώμα μου αναπαύεται Από τους κόπους.

Αλλά καθώς αρχίνησε το κύμα να τον βρέχη, Ο κρύος φόβος παρευτύς στα σωθικά του τρέχει· 160 Ανατζιριάζει ολόβολος, το αίμα του παγόνει· Και κλέγει αδιαφόρετα, βαριά το μετανιόνει. Συχνοβαριέται, δέρνεται, και πικραναστενάζει, Και την κοιλιά του Μπάκακα σφιχτά σφιχτά αγκαλιάζει· Χτυπάει η καρδιά του αμάθητη, πέφτει άθελα το δάκρυ· 165 Και θέλει να ήταν βολετό να βρίσκονταν στην άκρη.

Έχασα τη φοράδα Κ' έρρεψατα ποδάρια μου, εσάπηκατη νώπη 'Στην Παλιουριά, 'ς τα Ροζανά, 'ς τα Λέλοβα, 'ς την Τάρα, Έφτακα ως τα Λακκώματα, 'ς την Γκούρα, 'ς το Βολίτσι, Γιομάτισατο Θίλιππα και τώρα βράδυ βράδυ Μέσ' 'ς την Περιστερότρυπα την εύρηκα χωμένην. — Ως πού να βρέχη; — Τρικυμός, παιδιά μου, πέρα ως πέρα.

Θέλω ν' αποκτήσω πνεύμα και να ξαίρω να μιλώ και να συζητώ με σοφούς ανθρώπους. Κα ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Μήπως λογαριάζεις στην ηλικία σου να πας στο σχολείο και να στις βρέχη με τη ρίγα ο δάσκαλος; ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Γιατί όχι; Μακάρι να μου τις είχε βρέξει ο δάσκαλος όταν έπρεπε και να ήξαιρα ό,τι μαθαίνουν στο σχολείο. ΝΙΚΟΛΕΤΑ Ω! ναι· η ρίγα θα σας είχε ισιώσει τα πόδια σας. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Και βέβαια.

Εάν δε υπάρχη μεν, αλλά ένεκα της σμικρότητός του διαφεύγη την αντίληψίν μας, έπρεπε κατά την ημέραν, όταν βρέχη, να σβύννεται το φως, κατά τους παγετούς δε να γίνηται περισσότερον σκότος. Η φλοξ λοιπόν και τα πεπυρωμένα σώματα πάσχουσι ταύτα, αλλ' εις το φως ουδέν τοιούτον συμβαίνει. 5.

Το δοξάρι για το βαμπάκι τηςβαμπάκι για φορεσιές κ' η κιθάρα για το τραγούδιτραγούδι για καϋμούς, για πόθους και για έρωτες. Τους άλλους τοίχους τους στολίζανε ζωγραφιές παλιές μα ολοζώντανες, σα να έφυγε τώρα το κοντύλι από πάνω τους. Η μια έδειχνε την Αρετούσα στη φυλακή να βρέχη με τα δάκρυά της το δαχτυλίδι του Ρωτόκριτου.

Είχε διατάξει να καθαρίσωσι το υπό την δασκαλοκαθέδραν σωφρονιστήριον, εκεί όπου έβοσκαν εν πάση ανέσει πολυάριθμοι ψαλλίδες, βλατούδες και ποντικοί. Είχε κάμει νέαν και πλουσίαν προμήθειαν από δεσμίδας βεργών, και είχεν αρχίσει «να της βρέχη» πάλιν γερά, καθώς άλλοτε.

Ειπέ του τα μονάχη σου κ' ιδέ πώς θα τα πάρη. ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣτου ήλιου το βασίλευμα η γη δροσοσταλάζει· αλλά εις το βασίλευμα του υιού του αδελφού μου πέφτει βροχή με τα σωστά. Ποτάμι θα το κάμης; Ακόμη χύνεις δάκρυα; Αιώνια θα βρέχη; Το κάμνεις το κορμάκι σου συγχρόνως και καράβι και άνεμον και θάλασσαν. Τα δυο σου 'μάτια είναι η θάλασσα, με δάκρυα καταπλημμυρισμένη.

Γεια σας, χωριανοί μου. — Καλώς κοπιάζεις. — Παπά δεν έχετε, Παπά γυρέβετε. Μου δίνετε υπογραφάδες στο Δεσπότη, να με κάνετε Παπά, όπου έχω από προσπάπου μου, να μιλώ με το Θεό, όποτε θέλω να βρέχη κι όποτε θέλω να μη βρέχη; Ήταν και μεγάλη ανεβροχιά κείνον τον καιρό· είχαν έλλειψη κι από Παπά οι χωριανοί. — Σε κάνουμε, του λένε, Παπά. Του δίνουν και υπογραφάδες, γίνεται Παπάς.

Λέξη Της Ημέρας

ταίριαζαν·

Άλλοι Ψάχνουν