Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 21 Μαΐου 2025
Μέρες και μήνες θα ιδής τον ήλιο ν' ανατέλλη και ολοένα θα κυνηγάς το κάθε του φανέρωμα. Βουνά και κάμπους θα περάσης, βράχους και γκρεμνά. Και σαν ιδής τον ήλιο να βγαίνη στεφανωμένος με τριαντάφυλλα, εκεί θα σταματησης. Απάνω σένα βουναλάκι, που θα ιδής να πρασινίζουν δάφνες και μυρτιές, θα ξανοίξης μια βρύσι μαρμαρένια. Το νερό στάζει απ' τη μαρμαρένια βρύσι σαν δάκρυο.
Ω θαυμασιώτατε γέρων, εφώναξε αυτή, ποία θεότης σε εξαπέστειλεν εις ετούτο το νησί μου και τι τόπος σε ανέθρεψε και σε έκαμε τόσον ωραίον, δεν το εστοχαζόμεθα ποτέ να μας έλθη μία τέτοια ευτυχία, και να μας παρουσιασθή εις τους οφθαλμούς ένας παρόμοιος γέρων, που λάμπει ωσάν ήλιος οπόταν ανατέλλη.
Πλην της αναμνήσεως, ήτις έλαμπεν ως λύχνος ανημμένος εν τη συνειδήσει, υπήρχον και άλλαι ενδόμυχοι νύξεις, υπήρχε φωνή τις ήτις εψιθύριζε λίαν ηρέμα, ώστε να μη ανατέλλη μηδεμία κακή εντύπωσις επί του προσώπου της κόρης, αλλ' αρκούντως μεγαλοφώνως ώστε ν' ακούηται υπό της καρδίας αυτής, υπήρχε φωνή ψελλίζουσα ότι δεν ήτο η Αϊμά γνησία κόρη της οικογενείας εκείνης.
Όταν λοιπόν βρέχη καλά καλά, και χιονίζει, και παγώνη και ξεπαγώνη, α! λέω δεν δύναται να είναι χειρότερα στο σπήτι παρ' ό,τι είναι έξω, ή αλλέως, και έτσι είναι καλά. Όταν ανατέλλη ο ήλιος το πρωί υπόσχεται λαμπρήν ημέρα, δεν μπορώ παρά πάντα ν' αναφωνώ: ιδού πάλιν ένα ουράνιο αγαθό, που δύνανται οι άνθρωποι να το αποστερήσουν ο ένας τον άλλον.
Εμπρός λοιπόν, πώς ημπορεί κανείς να ομιλήση περί θεού χωρίς να οργισθή; Διότι βεβαίως είναι ανάγκη να εχθρεύηται κανείς και να μισή εκείνους, οι οποίοι έγιναν αιτία δι' αυτούς μας τους λόγους και γίνονται ακόμη και τόρα, διότι δεν πείθονται εις τους μύθους τους οποίους ήκουαν από μικρά παιδιά, όταν ακόμη ετρέφοντο με το γάλα από τας τροφούς και τας μητέρας των, οι οποίοι λέγονται με τα παιχνίδια και με τα σοβαρά και μαζί με τας προσευχάς και τας θυσίας και με ακούσματα και με θεαματικάς τελετάς, τας οποίας με πολλήν ευχαρίστησιν παρακολουθεί κανείς όταν είναι νέος, βλέπων τους γονείς του να φροντίζουν δι' αυτάς με μεγάλην προθυμίαν και ως να έχουν απόλυτον πεποίθησιν περί της υπάρξεως των θεών να λέγουν εις αυτούς τας προσευχάς των και τας παρακλήσεις των, και όταν ανατέλλη ο ήλιος και η σελήνη και όταν δύουν ακούοντες και βλέποντες γονυκλισίας και προσκυνισμούς όλων των Ελλήνων και των βαρβάρων όταν κυριεύωνται από διαφόρους συμφοράς, και όταν ευτυχούν όχι πιστεύοντες ότι δεν υπάρχουν, αλλά έχοντες απόλυτον πεποίθησιν ότι υπάρχουν και χωρίς καμμίαν υποψίαν μήπως δεν υπάρχουν οι θεοί.
Εκείναι αι ελπίδες αι ευόνειροι, με τας οποίας ως με χρυσά πτερά επέταξε κ' ευρέθη μίαν ημέραν εν Αθήναις, εν μέσω του κλεινού άστεως, το οποίον τόσον λευκόν και τόσον φωτεινόν εν τω χωρίω της ωνειρεύετο η Θωμαή, η χωρική, περιέπον τον σύζυγόν της, τον ποθητόν Λαλεμήτρον της, μέσα εις τα φώτα και την χαράν, να μη του φαίνεται πικρά η ξενιτεία, και διά τον οποίον πάντοτε έλεγεν, η αθώα σύζυγος, ας ανατέλλη ο ήλιος και ας μη την φωτίζη αυτήν, — εκείναι όλαι αι ελπίδες πάλιν ήρχισαν μία-μία, ενωρίς να μαραίνωνται και να πίπτωσι καλυπτόμεναι από την σκοτεινήν τέφραν του πένθους πάλιν και της απογνώσεως, ως τα πτωχά δενδρύλλια των οδών και πλατειών του ιοστεφάνου άστεως, υπό την ρυπαράν του κονιορτού σινδόνα, όστις ουδέποτε τ' αφίνει, τα πτωχά, να ζήσωσιν ολίγον, να πρασινοβολήσωσι.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν