Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 16 Μαΐου 2025


Εν τούτοις ο Ηράκλειος δεν επτοήθη, ενεψύχωσε δε και τον στρατόν του διαλαλών προς αυτόν και λέγων: «Μάθετε, αδελφοί, ότι κανείς δεν θέλει να συμμαχήση μεθ' ημών, αλλά μόνος ο Θεός και η μήτηρ του η Θεοτόκος, διά να δείξη την δύναμίν του και βοηθήση ημάς». Ούτω δε εμψυχώσας τον στρατόν επεχείρησε κατά Ιανουάριον του 627 την κατά του Ραζάτου επίθεσιν. ΙΑ'. — Η εκστρατεία τον 627 μ.

Επέμεναν λοιπόν οι Χίοι να τους βοηθήση ο Αστύοχος, ενόσω ήτο ακόμη ελπίς και ήτο δυνατόν να εμποδίσουν τας ημιτελείς εργασίας του Δελφινίου και πριν ή ο εχθρός περιβάλη διά μεγαλειτέρων περιχαρακωμάτων το στρατόπεδον και τα πλοία του.

Ο δε Αστύοχος, μολονότι κατά την πρώτην απειλήν δεν είχε διάθεσιν να τους βοηθήση, ηναγκάσθη να το πράξη, άμα είδεν ότι οι σύμμαχοι ήσαν πρόθυμοι να σπεύσουν εις βοήθειαν. Εν τούτω δε τω μεταξύ έφθασεν εκ της Καύνου η αγγελία ότι τα εικοσιεπτά πλοία και οι σύμβουλοι των Λακεδαιμονίων έφθασαν.

Παρά τέτοια ντροπή, να γυρίσω και να με περιγελάη το χωριό, κάλλιο ναύτης αγνώριστος, ώσπου να με βοηθήση ο Θεός να γείνω και γω κάτι. Με βοήθησε ο Θεός. Γύρισα στον τόπο μου μερικά χρόνια κατόπι καπετάνιος, και με πάντρεψε η γριά μου. Είτανε μαζί μου κι ο Μοσκοννησιώτης ο καραβοκύρης, κι αυτός είταν που με βάφτισε Πολίτη , ο κανάγιας».

Και εν τοσούτω εκείνος ο οποίος θα ενόμιζεν ως μη αληθινούς τους γελοίους τούτους μύθους, αλλ' ορθώς σκεπτόμενος θα έκρινεν ότι είνε άξιον ηλιθίων, ως ο Κόροιβος ή ο Μάργιτος να πιστεύουν ότι ο Τριπτόλεμος επέταξε με άρμα συρόμενον υπό δρακόντων πτερωτών ή ότι ο Παν μετέβη εξ Αρκαδίας διά να βοηθήση τους Μαραθωνομάχους ή ότι η Ωρείθυα ανηρπάγη υπό του Βορρά, θα εθεωρείτο ασεβής και ανόητος, δυσπιστών εις τόσον πρόδηλα και αληθή πράγματα• τόσον επικρατεί το ψεύδος.

Φώναξε τον Παντελήν να σε βοηθήση και ν' αναιβάση τα πράγματα. Και ταυτοχρόνως έκραξε δυνατά·Παντελή, Παντελή! — Ποίος είναι ο άλλος εκεί; επρόσθεσε, διακρίνας εντός του σκότους την μορφήν του Νίκου. Ο Κ. Μελέτης, προδήλως, δεν είχεν αναγνώσει την συστατικήν του καθηγητού και δεν ήτο προητοιμασμένος διά την εμφάνισιν και δευτέρου ξένου.

Το χαμόμηλον ήκουε και ελυπείτο και ήθελε να βοηθήση την δυστυχισμένην κίχλαν. Αλλά τι να κάμη; Δεν εσυλλογίζετο ούτε την ζέστην του ηλίου, ούτε την ωραιότητα των άλλων ανθών, ούτε τίποτε άλλο. Ο νους της ήτο εις το σκλαβωμένον πουλάκι. Εκεί ήλθαν εις το περιβόλι δυο αγόρια. Το έν εκρατούσε το μεγάλον ψαλίδι, το οποίον είχε χθες η νέα.

Οι μισοί επιβάτες άρρωστοι, ξεψυχώντας απ' αυτές τις ανυπόφορες αγωνίες, που το κούνημα του καραβιού προξενεί στα νεύρα και σ' όλα τα υγρά του σώματος, που ταράζονται σε αντίθετες διευθύνσεις, δεν είχαν ούτε καν τη δύναμη ν' ανησυχήσουν για τον κίνδυνο. Οι άλλοι μισοί ξεφωνούσαν και προσευχόντανε. Τα πανιά ήτανε σκισμένα, τα κατάρτια σπασμένα, το καράβι ανοιγμένο. Σάλευε όποιος μπορούσε, κανείς δε συνενοούτανε, κανένας δεν κυβερνούσε. Ο αναβαπτιστής βοηθούσε λιγάκι στην κυβέρνησι του καραβιού· ήτανε πάνω στη γέφυρα: ένας ναύτης θυμωμένος τόνε χτυπά απότομα και τον ξαπλώνει στα σανίδια: Αλλ' από το χτύπημα, που τούδωσε, τινάχτηκε κι' ο ίδιος τόσο δυνατά, πούπεσε έξω από το καράβι με το κεφάλι κάτω. Έμενε κει κρεμασμένος και γαντζωμένος από ένα κομμάτι σπασμένου καταρτιού. Ο αγαθός Ιάκωβος τρέχει να τον βοηθήση, τον βαστάει να ξανανέβη, αλλ' από την προσπάθεια, που κάμνει, γλυστράει και πέφτει στη θάλασσα μπροστά στα μάτια του ναύτη, που τον αφήνει να χαθή χωρίς να γυρίση να τον ιδή. Ο Αγαθούλης πλησιάζει, βλέπει τον ευεργέτη του που ξαναφαίνεται μια στιγμή και που βυθίζεται για πάντα. Θέλει να ριχτή στη θαλασσα· ο φιλόσοφος Παγγλώσσης τον εμποδίζει, αποδείχνωντάς του, πως ο κόρφος της Λισσαβώνας κατασκευάσθηκε επίτηδες για να πνιγή σ' αυτόν ο αναβαφτιστής. Ενώ το απόδειχνε

Αφού τον υπερησπίσθης πρέπει να σε ευγνωμονή και να σε βοηθήση! — Α! ευγενή Τριβούνε! και οι θεοί αυτοί δεν είναι πάντοτε ευγνώμονες, πόσω μάλλον οι άνθρωποι! Ναι έπρεπε να είναι ευγνώμων.

Κυρά μου, λέγει ο Κουλούφ, τι θέλεις να κάμη αυτός εις βοήθειάν μας; ας ειπούμεν την αλήθειαν, αυτός φαίνεται να είνε ευγενικός άνθρωπος, και υποψίαν δεν έχω που να μας φανερώση όσα του εξεμυστηρευθήκαμεν· μα διά να μας βοηθήση είνε αδύνατον, διότι το κακόν μας είνε μεγάλον, και διά τούτο είπε καλά να έχωμεν τας ελπίδας μας εις την άνωθεν πρόνοιαν, διότι αυτή μόνη ημπορεί να μας βοηθήση και να μας εβγάλη από τον κίνδυνον που ευρισκόμεθα.

Λέξη Της Ημέρας

εδωροδοκήθη

Άλλοι Ψάχνουν