Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 13 Ιουνίου 2025


Η καρδία· μέλος των εντοσθίων σου, αιωνίως αιχμάλωτον, σύρον μόνον σε, και συρόμενον από όλους τους άλλους. Ο Θεός· το ηθικόν στήριγμα της συνειδήσεώς σου, παρά του οποίου σπανίως ζητείς συγγνώμην διά την χθες, πάντοτε όμως αναθέτεις εις αυτόν την φροντίδα της αύριον. Με την σήμερον, ο Θεός δεν έχει καμμίαν σχέσιν.

Ταλμούχ, μου είπεν αυτός, εγώ σε εγνώρισα, με όλον που έχεις ετούτο το παράξενον φόρεμα, και λογιάζω πως οι οφθαλμοί μου δεν γελοιούνται· είναι δυνατόν να δοθή, ότι εδώ να σε συναπαντήσω; Και εσύ, του απεκρίθηκα, τι κάνεις εδώ εις το Κανταχάρ; διατί απαράτησες την αυλήν του βασιλέως της Περσίας; μήπως ο θάνατος της Τζελίκας σε έκαμε να αναχωρήσης καθώς και εμένα; Εις ετούτα διά την ώραν, μου απεκρίθη εκείνος, δεν ημπορώ να σου ειπώ τίποτε, μα ογλήγορα θέλω σου δώσει την ευχαρίστησιν· αν θέλης αύριον να ευρεθής εδώ μόνος σου εις την αυτήν ώραν θέλω σου φανερώσει πράγματα, που θέλουν σε θαυμάσει, τα οποία ήξευρε πως είναι όλα διά λόγου σου.

Αύριον να κοιμηθής δεν έχει· ο Πάρης δεν το συγχωρεί. — Θεέ, συγχώρεσέ με, βαρύς που είν' ο ύπνος της! Να την 'ξυπνήσω πρέπει. Κυρία μου, κυρία μου! Εάν ο Πάρης έλθη και σ' εύρη ‘ς το κρεββάτι σου, θα σε κατατρομάξη. Δεν θα τρομάξης; 'Ξύπνησε! — Με τα φορέματά σου επλάγιασες; Τι είν' αυτό; Είν' ώρα να 'ξυπνήσης· Κυρία! Ιουλιέτα μου!... Αλλοίμονον! Βοήθεια! Βοήθεια! Η κυρία μου απέθανε! Βοήθεια!

Ωσάν να μου παρέλυσε τας φλέβας κρύος φόβος, και μου παγόνει της ζωής την ζέστην. — Θα τας κράξω· αν τας ιδώ αναψυχήν θα λάβω. — Παραμάνα! — Πλην τι την θέλω; Μόνη μου εγώ να παίξω έχω την αποτρόπαιον σκηνήν! Έλα εδώ, φιάλη! — Κι αν δεν ναρκόνη το πιοτόν; Θα με 'πανδρεύσουν τότε αύριον; Ω! ποτέ, ποτέ! Ιδού τι θα με σώση! Εδώ κοντά μου μείνε συ.

Ο βασιλεύς που την είχεν ακούσει με όρεξιν, είπεν εις τον εαυτόν του· την αφίνω ακόμη σήμερον να ζήση έως αύριον και όταν ακούσω το τέλος του μύθου, τότε την αποφασίζω εις θάνατον χωρίς άλλο· η διήγησίς της όμως και η ωραιότης της μου αρέσουν υπερβολικά.

Υπό την αχλύν δε της απαιδευσίας σκότος και αθυμία περιεκάλυψαν άπασαν την Ελληνικήν φυλήν. Αλλ' ο ήλιος, όστις ήδη έδυσεν, επρόσθεσεν ο γέρων, λαμπρός πάλιν θέλει ανατείλει αύριον, διά να φωτίση και ζωογονήση και ημάς και όλην την φύσιν.

ΚΑΠΟΥΛΕΤΟΣ Δεν βαρύνεσαι; Θα τρέξω άνω κάτω, θα ετοιμάσω κάθε τι κ' ησύχασε, γυναίκα· ‘ς την Ιουλιέταν πήγαινε κ' ιδέ τα νυμφικά της. Δεν πάγω ‘ς το κρεββάτι μου απόψε. Άφησέ με· θα κάμω την 'νοικοκυράν. — Ποιος είν' εκεί; — Κανένας! Εβγήκαν όλοι! Το λοιπόν μονάχος μου πηγαίνω εις τον γαμβρόν, δι αύριον να τον προετοιμάσω.

Όσοι είσθε που αγαπάτε τες επιστήμες, θέλετε ηξεύρει ότι αύριον ανοίγει το φοβερόν σπήλαιον και όποιος θέλει ας πάη να έμπη εις αυτό.

ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Όχι. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Διατί να μη θέλη; ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Διότι φρονεί ότι, έχων τύχην εικοσάκις καλυτέραν της ιδικής σου, θα ήτο είκοσιν εναντίον ενός. ΑΝΤΩΝΙΟΣ. Αύριον, στρατιώτα, θα πολεμήσω και κατά ξηράν και κατά θάλασσαν· ή θα ζήσω, ή θα επαναφέρω εις την ζωήν την θνήσκουσαν τιμήν μου, λούων αυτήν εις το αίμα· θα πολεμήσης και συ καλά; ΑΙΝΟΒΑΡΒΟΣ. Θα κτυπώ και θα φωνάζω.

Η Δηλαρά τότες από την χαράν της, α ακριβέ μου Κουλούφ, εφώναξε με ανοιχτές τες αγκάλες, έλα να λάβης τον μισθόν της σταθερότητός σου, που ευχαριστήθης να κακοπάθης παρά να παραιτήσης την Δηλαράν· μα αλλοί εις εμέ, που δεν είμαι ήσυχη στοχαζομένη το τι έχουν να σου κάμουν εκείνοι οι βάρβαροι αύριον.

Λέξη Της Ημέρας

βαρδαλάαας

Άλλοι Ψάχνουν