United States or Gabon ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κατόπιν τούτων ήρχετο η κούρασις τον χορού, το νύσταγμα ευθύς μετά την επιστροφήν, ο βαθύς ύπνος της έως το μεσημέρι και η ιδική βασανιστική αγρυπνία. Δεν κατώρθωνα, όχι να κοιμηθώ, αλλ' ουδέ καν να μένω ήσυχος επί της κλίνης μου.

Μόνο στα βιβλία βλέπουμε τέτοια θαυματουργήματα· οι γραμματικές δεν τόχουν τίποτις να βάλουν κοντά κοντά το μουσάων και το μουσών τραβούνε μια γραμμή μεταξύ στους δυο τύπους, έπειτα νομίζει ο καθένας που τα πράματα συνέβηκαν ξαφνικά, σαν που τα είδε γραμμένα, και μ' αφτή την ιδέα κοιμάται ήσυχος.

Πάει, παπά! Είπεν ο καπετάν-Καλόγερος. Συχωρέθηκε! — Κοιμάται! λέγει ο παπά-Σεραφάκος. Αφήστε τον ήσυχον. Μ' εσκέπασε τότε με την γούναν του. Ετοποθέτησε κοντά μου την Παναγίαν μ' ένα φαναράκι και ξαναείπεν: — Αφήστε τον να κοιμηθή. Και μετά ύπνον εξάωρον, διαρκή και βαθύν, ηγέρθην ήσυχος, ελαφρός, ελεύθερος. Μεγάλη η χάρις σου, ω Πορταΐτισσα.

ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Πολύ καλά• και ύστερα μ' αυτό τι θα κερδίσουμε; ΣΩΚΡΑΤΗΣ Μύλος, ροκάνα, σκόνη, στα λόγια μου θα γίνης, και ήσυχος να μείνης. ΣΤΡΕΨΙΑΔΗΣ Ό,τ' είπες, μα τον Δία, είνε πολύ σωστό• θα γίνω σκόνη όλος, εάν πασπαλιστώ. ΣΩΚΡΑΤΗΣ Τώρα πρέπει, γέροντά μου, απ' τους λόγους αποχή, και ν' ακούσης την ευχή.

Τον αφήκα αναβαίνοντα την κλίμακα και εξηκολούθησα τον δρόμον μου με την καρδίαν ελαφροτέραν. Θ' αποθάνη τουλάχιστον ήσυχος ο πατήρ μου, και θα μας αφήσωσιν οι Τούρκοι να τον κλαύσωμεν εν ειρήνη!

Κι' ήσυχος παρέκει ο νοικοκύρης ραβδί κρατώντας έστεκε χαρούμενος στον όχτο. Και κράχτες χώρια τοίμαζαν κάτου από λέφκα δείπνο, κι' έψηναν βόδι πούσφαξαν μεγάλο· κι' οι γυναίκες πολλά άσπρα αλέβρια αλέθανε, ταγή των δουλεφτάδων. 560 Και νιες και νιοι καλόκαρδοι μαζί όλοι κουβαλούσαν το γλυκοστάφυλο καρπό μες στα πλεχτά καλάθια.

Και τάλεγε όλ' αυτά ήσυχος και γαληνημένος, με τη ξεχωριστή ευλογημένη εκείνη χωριάτικη υπομονή στα βάσανα και στις κακοτυχιές της βαρειάς κι ανυπόφορτης ζωής. Καταστραμμένος, τόρα στα γεράματά του, φωτίζουνταν όμως ακόμα από της ελπίδας την αχτίδα, ο φτωχός χωριάτης. Να καλλιτέρευε αυτή η πικραμένη ζωή, αυτή η παλιοζωή!

Έτσι ορισμούς του ή προσταγές δεν παίρνω εγώ, κι' ας μένει εκεί ήσυχος στο θέμα του, όσο τρανός κι' αν είναι. 195 Κι' ας μη με σκιάζειέτσι δειλός δεν είμαι — μ' αστραπές του. Πιο γνωστικό 'ναι κόρες του να παραπάει και γιους του με λόγια του έτσι αγέρωχα, τι σαν παιδιά του πούναι, χρέος τους, θεν δε θένε, αφτοί ν' ακούν ότι προστάζει

Άλλως, ούτε φίλους είχεν ούτε σχέσεις, ούτε εις καφενείον τον είδε τις ποτε να καθίση, ούτε εις ξένην οικίαν εισήρχετο. Ήσυχος, ολιγόλογος, κατηφής, μετέβαινε τακτικώς εκ της οικίας του εις τα γραφεία των πελατών του και εκείθεν πάλιν οπίσω, πενιχρώς αλλά κοσμίως και καθαρώς πάντοτε ενδεδυμένος.