Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 6 Μαΐου 2025


Έχασε την υπομονήν ο Αράπης, ή μ' ελέησεν ίσως, και υψώσας την χείρα μου την κατεβίβασε ραγδαίαν επί του αυχένος, μου απηύθυνε δύο λέξεις όχι φιλόφρονος αποχαιρετισμού, και ανεχώρησεν. Ήμην ελεύθερος, η δε θύρα ήτο ανοικτή. Εξήλθα άνευ χρονοτριβής και εβάδισα κατ' ευθείαν προς την έξοδον του χωρίου. Αλλ' η πύλη ήτο κλειστή και ουδείς παρ' αυτήν.

Έπειτα υπανδρεύθη, εκακόπεσε, επήρε γυναίκα σπάταλη, κακή νοικοκυρά, . . και τα κτήματά του ένα ένα πήγαν εις την δημοπρασίαν. Σιγά σιγά εδυστύχησε, . . . έχασε και την γυναίκα του, και τώρα είνε πτωχός και άθλιος, . . ζη από τα χαρτιά. — Χαρτιά; ηρώτησα εγώ απορών. Τι πράγμα είνε, μητέρα, τα χαρτιά; Α! ανεφώνησα αμέσως, πριν ή προφθάση ν' απαντήση η προδήλως απορούσα και στενοχωρουμένη μήτηρ μου.

Όταν σου ομιλούν περί γυναικός πανούργου, πίστευε, χωρίς να την ίδης, ότι δεν είνε πλέον ωραία. Υπάρχει και κάτι χειρότερον από το σκότος των οφθαλμών· το μίσος, σκότος της ψυχής. Όταν ίδης άνθρωπον, αρχίζοντα να επιδεικνύη την αξίαν του, μη δίδης πλέον προσοχήν εις αυτόν· την έχασε.

Επιθυμούσα να ήμουν ωσάν ένας απλούς άνθρωπος, διά να ημπορώ να ιδώ κάθε ταπεινόν πράγμα χωρίς να έχω αντίρρησιν, το οποίον θέλει μου είνε και διά περισσοτέραν μου πράξιν. Ο Χασάν επαίνεσε την γνώμην μου, και δεν έχασε καιρόν που να πληρώση την επιθυμίαν μου.

Ο βασιλεύς με όλον τούτο δεν έχασε την ελπίδα να μην εύρη κανέναν άνθρωπον χωρίς θλίψιν. Μου φθάνει να εύρω ένα μόνον, έλεγε του βεζύρη, και δεν θέλω άλλον επειδή και εσύ στέκεις στερεός πως να μην είνε τινάς. Ναι, ω βασιλεύ, απεκρίθη ο βεζύρης σου το ξαναβεβαιώνω· και είναι ανωφελείς οι ζήτησες της βασιλείας σου.

ΠΟΛΩΝΙΟΣ Δεν είν' έτσι, Κύριε; Πίστευσε, σεβαστέ, πως έχω αφιερώση την πίστιν και όλην την ψυχήν μου εις τον Θεόν μου και αδιακρίτωςτον καλόν μου βασιλέα· και νομίζω, — εκτός αν τούτος ο εγκέφαλός μου έχασε την λεπτήν πολιτικήν οσμήν του, — πως την αληθινήν και μόνην ηύρα αιτίαν της τρέλλας του Αμλέτου. ΒΑΣΙΛΕΑΣ Α! κείνο να λέγης· αυτό να μάθω αναζητώ.

Ναι, απήντησα· και μου έχασε μίαν σπουδαίαν δίκην. — Ποίον είχε δικηγόρον ο αντίδικός σου, ηρώτησε περιέργως ο Δημήτριος. — Πού να ενθυμούμαι; Είνε τόσος καιρός! — Βέβαια κανένα από τους συνεταίρους του Αλεξάνδρου. — Είνε φρικτόν αυτό! ανεφώνησα. — Είνε και άλλα, . . είπεν ο φίλος μου, και εσιώπησε.

Αυτά 'πε, και παράγγειλε τον θείον χοιροιρόφον 80 τόξο και σίδερο λευκό να θέση των μνηστήρων· τα 'λαβε κείνος κλαίοντας και απόθεσέ τα χάμαι· και άμ' είδε του κυρίου του το τόξο, και ο βουκόλος θρηνούσε αλλού· τους ύβρισεν ο Αντίνοος τότε κ' είπε· «Άγνωστοι αγρόταις, 'πώχετε τον νουν εις την ημέρα, 85 δύστυχοι, τι δακρύζετε, και της καρδιάς τα βάθη ταράζετε της γυναικός; και άφ' εαυτής εκείνη την λύπη τρέφει, οπ' έχασε τον ποθητόν της άνδρα, αλλ' ήσυχα καθήμενοι τρώγετε ή δώθ' εβγήτε να κλαίετε, και αφήσετε το τόξο τούτο, αγώνα 90 εις τους μνηστήραις φοβερόν· ότι με δυσκολία τούτο, θαρρώ, τανύζεται το στιλβωμένο τόξο· διότι απ' όσους βλέπω εδώ κανείς τον Οδυσσέα· δεν ομοιάζειτην ανδρειά, τα μάτια μ' ως τον είδαν, και το ενθυμούμαι καθαρά, νήπιος ακόμ' αν κ' ήμουν». 95

Ωστόσο ο αββάς πλησίασε στ' αυτί της κυρίας μαρκησίας, η οποία μισοσηκώθηκε, ετίμησε τον Αγαθούλη μ' ένα χαριτωμένο μειδίαμα και το Μαρτίνο με μια κίνηση της κεφαλής ολότελα αριστοκρατική· είπε να δώσουνε κάθισμα και μια τραπουλόχαρτα στον Αγαθούλη, ο οποίος έχασε πενήντα χιλιάδες φράγκα σε δυο τάγια· μεθ' ό δειπνήσανε πολύ εύθυμα, κι' όλοι θαυμάσανε, που ο Αγαθούλης δεν ταράχτηκε από το χάσιμό του.

Εν τούτοις ο πανεύφημος Πάπας Λέων, γηράσας ήδη και πάσχων ρευματισμούς, αφ' ότου θελήσας να βαδίση ως ο Άγ. Πέτρος επί της θαλάσσης έλαβεν εκούσιον λουτρόν και έχασε την μίτραν και μέρος της υπολήψεώς του, κατέστησε τον

Λέξη Της Ημέρας

ξαναφύγεις

Άλλοι Ψάχνουν