United States or Chile ? Vote for the TOP Country of the Week !


Ωστόσο ο αββάς πλησίασε στ' αυτί της κυρίας μαρκησίας, η οποία μισοσηκώθηκε, ετίμησε τον Αγαθούλη μ' ένα χαριτωμένο μειδίαμα και το Μαρτίνο με μια κίνηση της κεφαλής ολότελα αριστοκρατική· είπε να δώσουνε κάθισμα και μια τραπουλόχαρτα στον Αγαθούλη, ο οποίος έχασε πενήντα χιλιάδες φράγκα σε δυο τάγια· μεθ' ό δειπνήσανε πολύ εύθυμα, κι' όλοι θαυμάσανε, που ο Αγαθούλης δεν ταράχτηκε από το χάσιμό του.

Έτσι είπε, και τους Αχαιούς σκυλιάζει η παινεσιά του, μα απ' όλους πιότερο η χολή ταράχτηκε του Αία, 459 κι' ενώφεβγε γοργά γοργά, του ρήχνει το κοντάρι. 461 Μα ατός του ο γιος τ' απόφυγε του Πάνθου, μ' έναν πήδο στα πλάγια, κι' ο Αρχέλοχος, γιος τ' Αντηνόρου, αρπάζει το χτύπο... αφτόν μαθέ οι θεοί προτίμησαν να πέσει.

Ταράχτηκε ο Καραϊσκάκης καθώς είδε τον Κιουταχή μπροστά του. Έβαλε το χέριτο σπαθί κ' είπετο Χρηστίδη. — Ωρέ Χρηστίδη, μη μας κάνουν καμμιά μπαμπεσά; Τον καθησύχασε ο Χρηστίδης. Κι' ο Κιουταχής όμως ταράχτηκε, καθώς είδε τον Καραϊσκάκη. Χαιρέτησε κι' ο Κιουταχής με το κεφάλι, αγέρωχος, και μίλησε πρώτος Αρβανίτικα·

Είταν ως τριάντα χρόνων παιδί, μαύρος, με βλογοκομμένο πρόσωπο, με χοντρά μουστάκια, με μια πατατούκα μαύρη και με χοντρά χέρια. — Ε!, πατριώτη, μου δίνεις το τσιγάρο σου, ν' ανάψω έκαμε ο υπενωμοτάρχης. Εκείνος στάθηκε τότε, κιτρίνισε, ταράχτηκε, κι άπλωσε το χέρι του κι έδοσε το τσιγάρο του προς τον υπενωμοτάρχη που τον κοίταζε τόρα κατάμματα, φυσώντας τα ρουθούνια του.

Μήπως αλλοιώτικα δεν τώξερα; Η μητρική μου αγάπη κη αγάπη μου για το Βαγγελιό πιάστηκαν κείνη την ώρα σε φοβερή πάλη. Αλλά σ' αυτό ακούστηκαν βήματα κιομιλίες. Το Βαγγελιό ταράχτηκε και μούπε σιγά και βιαστικά: — Δεν κάνει να μάςε δούνε μαζή, μόνο φύγε. Και τραβήξαμε, αυτή προς το χωριό, εγώ προς τα κάτω. Ήμουν πολύ συγκινημένος κ' αισθανόμουν σα διαφορετικός άνθρωπος.

Ήρθαν μάλιστα στιγμές που φάνηκε πρόθυμος να πιάση το κόνισμα, να κοπιάση κι αυτός για τη Χάρη του. — Τρομώ και λέω το διάολο έχουμε μαζί μας!.. είπε δυνατά ο Αρλετής, φουρκισμένος για τα γέλοια του Τσαϊπά. Εκείνος δεν ταράχτηκε καθόλου· ο θυμός του σήκωσε κάθε άλλο αίστημα. Τι διάβολο! σάπισε λοιπόν αυτός ο τόπος! Αν τόπαιρναν τουλάχιστον όλοι για κόνισμα, δε θα είχε κανείς αντιλογία.