Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 4 Ιουνίου 2025
Καράβι έχεις το κορμί που πικροαρμενίζει μέσ' την πλημμύραν. Κι άνεμος οι αναστεναγμοί σου. Φοβούμαι, αν ο άνεμος δεν γαληνεύση, μήπως το θαλασσοδαρμένον σου κορμάκι το βουλήση. — Της είπες την απόφασιν που έλαβα, γυναίκα; ΚΑΠΟΥΛΕΤΑΙΝΑ Τα είπα, πλην ευχαριστεί.... να 'πανδρευθή δεν θέλει... Ανόητη! της ήξιζε να πανδρευθή τον Χάρον!
Η θεωρία της μου εσκότισε τους οφθαλμούς, έμεινα όλος εκστατικός· έλαβα το ψωμί χωρίς να ηξεύρω τι κάνω, και έμεινα ακίνητος εμπρός εις την γερόντισσαν σκλάβαν· αντίς να την ευχαριστήσω κατά το χρέος μου, ήμουν έτσι χαμένος, έτσι σκοτισμένος και έτσι πληγωμένος από τον έρωτα, ώστε εκείνη με εστοχάσθη τρελλόν.
Επανακτήσας τας αισθήσεις μου ησθάνθην εμαυτόν υπεράνω πάσης εκφράσεως αδυνατισμένον και πονημένον από την μακράν ακινησίαν. Το περίεργον είναι ότι μεθ' όλην την αγωνίαν και τον πόνον μου το σώμα μου εζήτει τροφήν. Με πολύν κόπον κατώρθωσα ν' απλώσω τον αριστερόν βραχίονά μου, τόσον μακράν, όσον μου επέτρεπον τα δεσμά, και έλαβα μερικά υπόλοιπα, τα οποία οι ποντικοί εφείσθησαν.
Εγώ όσο άκουα της φωναίς, τόσο εχώνομουν παρά μέσα 'ς το σχοίνο. Πού λογάριαζα εγώ τάλλαρο ξετάλλαρο. Νάααα! φόβο! — Παιδί, παιδί! πάλιν ακούω, Πες μας, δεν κατοικούν ενώ 'ς το χωριό άνθρωποι; Έλαβα θάρρος. Πού; ιδώ 'ς το κάστρο; είπα από μέσα από το σχοίνο. Όχι. Η χώρα είναι από κάτω. — Πού; έλεγαν πάλιν οι ξένοι.
Ως τόσον, ό,τι λογής επιμέλειαν και προσοχήν είχα εις το να λέγω εκείνην την προσευχήν, που με έκανε να στέκωμαι ασφαλής, δεν ημπόρεσα όλως να υποφέρω που να μην πληρώσω την περιέργειάν μου εις ένα αλαλαγμόν φωνών, που ήκουσα εις τον αέρα· και έλαβα την αφροσύνην να σηκώσω το δέμα από τους οφθαλμούς μου διά να ιδώ τι ήτον.
Εγώ βλέποντάς τον αριθμόν του στρατεύματος που έκαμα, εκίνησα κατά πάνω της βασίλισσας διά να της πάρω τον θρόνον, και δεν έλαβα πολύν κόπον διά να λάβω το ποθούμενον.
Τότε ο όφις μετεβλήθη εις δράκοντα, που έβγαζε φλόγας από το στόμα· και κυνηγώντας τον κατέκαυσεν, αφού μετεμορφώθη εις διάφορα είδη· και ύστερα ηκούσθη μια φωνή να λέγη· ενίκησα· και η βασιλοπούλα έπιασε τον δράκοντα από την ουράν, ο οποίος ξερνώντας μίαν ύλην έγινε μαχαίρι· η δε ύλη έβγαλε μίαν δυσωδίαν ανυπόφορον· έπειτα η βασιλοπούλα με ερράντισε με ένα νερόν εις το οποίον έβαλε μέσα το μαχαίρι λέγοντας κάποια λόγια, και ευθύς έλαβα την πρώτην μου μορφήν, έμεινα όμως μονόφθαλμος.
Τότε χωρίς να χάσω καιρόν, επεριπάτησα προς την δύσιν, και εις ολίγον διάστημα έφθασα εις την ρίζαν του βουνού, εκεί που κατά αλήθειαν εθεώρησα μίαν μεγαλωτάτην τρύπαν της οποίας το φοβερώτατον σκότος που εφαίνοντον με εμπόδιζεν από το να έμβω εις αυτήν· Μα εγώ πολλά βέβαιος εις τες ερμηνείες του Ασή δεν εφοβήθηκα τίποτε· εμβήκα χωρίς αντίρρησιν, και επεριπατούσα εις τα τυφλά, με το να ήμουν περικυκλωμένος από ένα βαθύτατον σκότος· αγροικούσα όμως ότι θα επήγαινα όλο εις τον κατήφορον, και περιπατώντας πάντοτε χωρίς να αναπαυθώ έλαβα αιτίαν να στοχασθώ, ύστερον από δεκαπέντε, ή είκοσι ώρες περιπάτημα ότι έκανε χρεία πως εγώ θα εκατέβαινα εις τα καταχθόνια να εύρω τα τελώνια της γης.
Με τούτον τον τρόπον λοιπόν εσυμφωνήθη το συνοικέσιον του γάμου· ώστε εγώ έγεινα η νύμφη εις τους γάμους, εκεί που ήμουν μία από τες καλεσμένες. Ένα μήνα ύστερα από τους γάμους έλαβα την άδειαν από τον άνδρα μου να υπάγω μόνη μου εις το Μπεζεστένι να αγοράσω ένα μεταξωτόν της ορέξεώς μου· όθεν πήρα σκλάβες και την άνωθεν γραίαν διά συντροφιάν μου.
Έπειτα σοβαρευθείς, Τι άλλο, είπε, πρέπει να πράξη τις, όταν ακούη λόγους τόσον γελοίους και βλέπη ανθρώπους γέροντας, οι οποίοι χάριν γελοίας δόξης είνε έτοιμοι να κάμουν τούμπες ενώπιον σας; Διά να μάθετε δε τι είνε το άγαλμα το οποίον θα πυρποληθή, ακούσατε να σας το περιγράψω εγώ, όστις εξ αρχής παρηκολούθησα και εγνώρισα τον βίον και τον χαρακτήρα του• έλαβα δε και πληροφορίας τινάς παρά των συμπολιτών του, οίτινες κατ' ανάγκην τον εγνώριζον.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν