Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 19 Ιουνίου 2025
Ενώ μιλούσεν ο κυνηγός, εξακολουθούσεν ο σκύλος να γαυγίζη και η καρδιά των πουλιών να κτυπά πιο δυνατά, και το κόκκινο βασίλεμμα του ηλίου έκαμνε το αργυρό νόμισμα να λάμπη σαν να ήταν χρυσό. — Καλά έκαμες να μ' αρωτήσης, αποκρίθηκεν η Μηλιά.
Αλλ' αχ! αυτό μόνο σε μερικούς ευγενείς εδόθηκε, χύνοντας το αίμα τους για τους δικούς τους και με το θάνατό τους να δώσουν νέα εκατονταπλάσια ζωή στους φίλους τους! »Με αυτά τα φορέματα, Καρολίνα, θέλω να με θάψουν· τα έγγιξες συ, τα έκαμες ιερά· παρεκάλεσα ακόμη γι' αυτό και τον πατέρα σου. Η ψυχή πετά επάνω στο φέρετρο. Να μη εξετάσουν τις τσέπες μου.
»Θυμάσαι, ανήλικο μ' είχε πετάξη 'Σ το δρόμο η μοίρα μου, μικρό, μικρό, Τη μάνα οι άπιστοι μούχανε σφάξη 'Σ το λόγγο εκρύφτηκα γυμνό, ορφανό.» Εδώ επρωτώρθαμε... Μ' ακούς πατέρα;... Εδώ μ' ανάστησες νεκρό, φτωχό. Εδώ με πότισες δροσιά κι' αγέρα Μ' έκαμες έλατο, πατέρα εδώ.» «Πρώτος συ μώδειξες του εχθρού την όψη Και συ μ' εβάφτισες μες 'ς τη φωτιά.
Ενθυμούμενος το ότι μου παράγγειλε, τον εκτύπησα με ένα βόλι, και ευθύς αυτός εξανάλαβε τες αισθήσεις του. Πολλά καλά έκαμες μου είπε· και ετούτη είνε η δούλευσις, που από εσένα εχρειαζόμουν· ακολούθα λοιπόν να κάμνης το όμοιον όσον που κάνει χρεία.
Όμορφος είναι ο Δάφνης όπως και τα λουλούδια· όμορφα μιλάει το σουραύλι του όπως και τ' αηδόνια· για κείνα όμως δε λέω τίποτε. Άμποτε να γινόμουνα σουραύλι του για να με φυσάη· άμποτε να γινόμουνα κατσίκι για να με βόσκη εκείνος. Ω! κακό νερό, μονάχα το Δάφνη έκαμες όμορφο κ' εγώ του κάκου ελούστηκα. Χάνουμαι, αγαπημένες Νύμφες, και μήτ' εσείς δε σώζετε την κόρη, που αναθράφηκε κοντά σας.
ΜΑΚΒΕΘ Α! λαιμοκόπος το λοιπόν κανείς καλλίτερός σου! καλός κ' εκείνος που του Φληνς του έκαμε τα ίδια. Αν συ το έκαμες κι' αυτό, τότε δεν έχεις ταίρι! ΔΟΛΟΦΟΝΟΣ Ο Φληνς, αυθέντα, 'ξέφυγε! Ειδεμή εξαίρετα θα ήμουν , 'σάν μάρμαρον ακέραιος και στερεός 'σάν βράχος, 'σάν τον αέρα ελαφρός ολόγυρά μου!
Ο υιός του Σιρόης, ο αναγνωρισθείς βασιλεύς υπό των σατραπών, τον εφυλάκισεν ακριβώς εις το θησαυροφυλάκιον, εν μέσω σωρού χρυσίου και πολυτίμων κοσμημάτων, και τον κατεδίκασεν εις τον διά της πείνης θάνατον ειπών: «Τρέφου τώρα διά του χρυσίου τούτου, χάριν του οποίου ηρήμωσας τον κόσμον και έκαμες τόσας μυριάδας των υπηκόων σου να αποθάνουν από την πείναν». Αφού δε πέντε ημέρας υπέστη τας φοβερωτάτας βασάνους, διέταξεν απανθρώπως να φονευθή τοξευόμενος εις την κεφαλήν.
ΚΕΝΤ Τι τους επικαλείσαι εις μάτην τώρα τους θεούς; ΛΗΡ σύρων το ξίφος. Ω άπιστε προδότη! ΔΟΥΞ ΑΛΒΑΝΙΑΣ και ΚΟΥΡΝΟΥΑΛΛΗΣ Ησύχασε, αυθέντα μου! ΚΕΝΤ Φόνευσε τον ιατρόν σου να ιατρευθή το πάθος σου ! Πάρε τα δώρα 'πίσω, ή όσον 'βγαίνει μια φωνή από τον λάρυγγά μου θα κράζω: Έκαμες κακά! ΛΗΡ Προδότη, άκουσέ με!
Και διακόπτων την διήγησίν του λέγει: — Αν είναι, θαρθή απόψε, παπά-Κονόμε. Ο ιερεύς ανετινάχθη επάνω. Ο βοσκός εξηκολούθησεν: — Δεν της έκαμες σήμερα τα σαράντα; Ε, αν είναι, απόψε θαρθή. Εφάνηκε τη βραδειά που απέθανε, στα τρίμερα και στα νηάμερα· καθώς σου είπα, θα φανή και στα σαράντα. Δεν είναι δυνατόν. Ο αγρότης περίεργος υπελόγιζε τας ημέρας και ανέμενε την νέαν οπτασίαν.
— Τους είδα. υιέ της Αφροδίτης· είδα την παρθένον, τον αγαθόν Λιγειέα, τον άγιον Λίνον και τον απόστολον Πέτρον. — Προ της πυρκαϊάς; — Προ της πυρκαϊάς, ναι! Αλλ' εν τη ψυχή του Βινικίου εγεννήθη μία υποψία. Ο Χίλων ίσως εψεύδετο. Σταματήσας τον ημίονον ετόξευσε κατά του γηραιού Έλληνος βλέμμα απειλητικόν. — Τι έκαμες εκεί; Ο Χίλων εταράχθη.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν