United States or Tonga ? Vote for the TOP Country of the Week !


Με μια κι' οι διο μας μοίρα εσύ στην Τρία γεννήθηκες, στον πύργο του Πριάμου, κι' εγώ στη Φήβα, στα ριζά της δασωμένης Πλάκος, στ' Αητιού το πλούσιο αρχοντικό, που δόλιος δόλια εμένα 480 μικρή μ' ανάσταινε ... Αχ γιατί ποτές του να με κάνει; Στ' Άδη εσύ τώρα τη φωλιά κάτου απ' της γης τους κρύφτες μισέβεις, και σε θλιβερή μ' αφίνεις λύπη εμένα, έρμα νια χήρα· και μικρός ο γιος μας έτσι ακόμα που εγώ κι' εσύ γεννήσαμε... που πια καλό από σένα, 485 Έχτορα, δε θα δει αφού πας, μήτε κι' εσύ από κείνον .. . γόι το παιδάκι μου! που πριν στα γόνατά σου απάνου 500 μεδούλι μονάχα έτρωγε και τρυφερό θρεφτάρι, κι' η νύστα σα μου τόπιανε και ξέχναε τα παιχνίδια, τότες σε στρώμα μαλακό στην αγκαλιά την βάγιας κλιούσε τα μάτια με καρδιά κάθε αγαθό γιομάτη· έρμο όμως τώρα ολάρφανο πολλές θα πιει ίσως πίκρες, 505 ο Μοναφέντης που τον λεν όλοι, γυναίκες κι' άντρες, τι μόνος του διαφέντεβες το κάστρο εσύ, καλέ μου . . . εσύ π' αλάργα από γονιούς μπροστά σ' οχτρών καράβια σκουλήκια τώρα θα σε φαν, αφού χορτάσεις σκύλους γυμνός· και θα σου καίτουνται τα ρούχα μες στον πύργο, 510 ψιλά πανώρια, πούφτιασαν των γυναικώνε χέρια . . . Μα αφτά όλα θαν τα κάψω εγώ, αχ δίχως όφελός σου, που σάβανο σε νεκρική φωτιά δε θα σου γίνουν513

Και από τότε άφησα τας νύμφας της κουζίνας, κι' η Ρώσσα δεν μου ήρεσε, αλλ' ούτε και η χήρα· εζήτησα ρωμαντικάς να εύρω δεσποσύνας, παρθένα δάση, ρεμβασμούς, χειρόκτια και μύρα. Ήτο καιρός να αναβώ και 'λίγο υψηλά, να αποπλύνω έπρεπε του μαγειριού τους ρύπους, καιρός να ψαύσω δάκτυλα παρθένου ροδαλά, κι' εις μυροβόλα δώματα να έμβω και εις κήπους.

Ειπέ μου, της λέγει ο Καλάφ, ο βασιλεύς είνε καλών ηθών; αγαπά τον λαόν του; τον κυβερνά με επιμέλειαν; Ναι, του απεκρίθη η χήρα· αυτός είνε ο πλέον καλύτερος βασιλεύς που έλαβεν η Κίνα, και το όνομά του είνε φημισμένον διά την μεγάλην του καλωσύνην. Το λοιπόν από εκείνο που μου λες είπεν ο Καλάφ, κρίνω ότι πρέπει να είνε ο πλέον ευτυχισμένος Μονάρχης του κόσμου.

Το πρωί που εγύριζα στο μπρίκι από ένα Γαλαξειδιώτικο, κάνω έτσι και βλέπω τον «Αϊνικόλα» του καπετάν Τραγούδα. Μπρε, σαν τα χιόνια! Καιρούς και χρόνια είχα ν' ανταμώσω με τον φίλο μου. Δεκαπέντε κλειστά, όταν εμίσεψε από το νησί μας κ' επήγε να σμίξη με μια πιπεροχήρα στην Ατάλεια. Έλεγαν πως το ηύρε καλά με τη χήρα· παρά με ουρά. Έχτισε το μπαρκομπέστια κ' εφόρτωνε για λογαριασμό του.