United States or Bolivia ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και βρήκε χώρια απ' τους λοιπούς θεούς το γιο του Κρόνου πας στου μυριόκορφου βουνού την άκρη καθισμένο. Και έκαστε ομπρός του, τούπιασε με το ζερβύ της χέρι 500 το γόνα, και με το δεξύ τού αγγίζει το πηγούνι κι' έτσι τον πρωταφέντη γιο περικαλάει του Κρόνου «Αφέντη Δία, αν άλλοτες μες στους θεούς με λόγο ή μ' έργο εγώ σ' ωφέλησα, αχ κάνε μου μια χάρη!

Τα «μερεμέτια» αυτά είνε συνηθέστατα εις τα χωρία τώρα τον χειμώνα, ότε οι υετοί και οι άνεμοι, και το παχύ της χιόνος στρώμα προ πάντων, μετατοπίζουσι συνεχώς τας κεράμους, μεταβάλλοντες τας πτωχάς στέγας εις κόσκινα.

Η αποτυχία κοινώς απεδόθη εις ασθένειαν του σπόρου, αδυνατούντος να παραγάγη γενναίον σκώληκα μέχρι του σχηματισμού των στιλπνών ωχρολεύκων κουκκουλίων. Όμως κατά τα έτη της διηγήσεώς μας η ανάπτυξις της βομβυκοτροφίας παρουσίασε νέαν θαυμασιωτέραν της παλαιάς ευδοκίμησιν. Η Κυβέρνησις εξαπέστειλεν εις τα χωρία χημικώς εξηρευνημένον βομβυκόσπορον της Προύσσης και η παραγωγή υπήρξε θαυμασιωτάτη.

Τ’ αγροίμια ξεφωλιάζονταν, προντούσαν τ’ αγριοπούλλια, Κι’ ο κουρνιαχτός σηκόνονταν και πήγαινε τ’ αψήλου, Σα να είταν σύννεφο βαρύ, μαύρος καπνός κι’ αντάρα... Κι’ εκεί που γοργοδιάβαινε και γοργοπερπατούσε, Ένα θεριό καβάλλησε κι’ έπιασε εφτά λιοντάρια, Ξελάκκωσε τρία Βουνά, τα τρία στην αράδα, Και μες στα ξελακκώματα γύρισε εννιά ποτάμια, Ποτάμια γοργορρέματα μ’ αφρούς και καταράχτες, Κι’ έτρεχαν χώρες και χωριά, κι’ έτρεχαν πολιτείες Να ιδούν της Χήρας το παιδί, να ιδούν το παλληκάρι, Που διάβαινε σα διοσημειό, δα θεϊκό μεγάλο.

Άσπρα χωριά φεύγουν μπροστά μας, άσπρα καμπαναριά χάνονται στης τούφες των δέντρων. Η ράχες γέμισαν ρόδαστον κάμπο χύνεται ο ψαλμός της καμπάνας! Πού την πας την ανία σου ; Σαν άσπρο σύννεφο περιστεριών, σαν περιστέρια με καμαρωτό στήθος, σαν περιστέρια με νύχια κοράλινα, πετούν με τον ήχο της καμπάνας στον αέρα οι στοχασμοί των χωρικών που πάνε στη λειτουργία!

Τα ξένα αγκάθια οπού είπες, Λογιότατε, η χρεία και η συνήθεια τα μεταμορφόνουν σε άνθια. μήτε ημπορούμε να υποθέσωμε γλώσσαν στον κόσμον, οπού να μην έλαβε τα αγκάθια χώρια ενού γένους, οπού σε καμμίαν εποχήν του να μην ανακατώθηκε με άλλο, και να μην απόχτησε από ταις ιδέαις του, και να μην εδανείστηκε λέξαις του για να της παραστήση, πράμμα αδύνατο να το ξέρωμε από ιστορίαν.

Αλλά στην επανάσταση του 1854, όταν μαζύ με άλλα χωριά της Μακεδονίας, της Θεσσαλίας και της Ήπειρως κάηκε και το Μικρό Χωριό και μαζύ με το Μικρό Χωριό κάηκε και τ' ώμορφο το σπίτι της, έμεινε στους πέντε δρόμους μοναχή, σαν η σταλαμματιά από το δέντρο, κι' είδε κι' έπαθε με τα ξενοδούλια, για να μπορέση να βγάλη τα έξοδα, για να βάλη μαστόρους να χτίση, όχι σαν το σπίτι, πούχε πρώτα με ανώγια και κατώγια, αλλά ένα χαμηλό σπιτάκι, με δυο στιες μονάχα, γιατί δεν είχε τίποτε άλλο, παρά πεντέξη γιδούλες και τρία τέσσερα προβατάκια για να ντυέται και ν' αρταίνεται.

Κι ολοτρόγυρα τα Καμποχώρια, αμέτρητα μικρά και μεγάλα χωριά, που στολίζουν με τα σπιτάκια τους κάθε όχτο κάμπο και κάθε ριζό βουνού.

Εμείς καμμιά εκατονπενηνταριά φαμήλιες πήγαμαν στο Μέτσοβο και στα χωριά του, περάσαμαν πέντε χρόνια ακέρια κακά κι ανάποδα. Στες 5 Τρυητή του 1826 γυρίσαμαν πάλι στα Γιάννινα. &1827, Μαϊού 22&. Ήρθε στα Γιάννινα ο γιος του Ρούμελη Βαλεσή Ιμήν Πασάς έχοντας μαζί του και το Σουλεϊμάν μπέη κεχαγιά της Κόνιτσας. Το ερχόμενο Σάββατο ήρθε το χαμπέρι, ότι παραδόθηκε η Αθήνα. Ο Μάης όλος ήταν βροχερός.

Είναι σαν την κυρία της γαλλικής κωμωδίας, που μιλεί εξακολουθητικά για το «beau del d' Italie». Χώρια που απόκτησε την κακή συνήθεια να λέη ηθικές σάχλες. Όλο και μας κοπανά πως το να είναι κανείς καλός είναι να είναι καλός και το να είναι κακός είναι να είναι μοχθηρός. Πού και πού καταντά σχεδόν εποικοδομητικός.