Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 28 Ιουνίου 2025
Δεν είναι μεγάλη ανάγκη να ξαναγραφούν αυτές οι σελίδες, και τις αφίνουμε. Ως τόσο δεν αργήσανε ναρθούν τα Χριστούγεννα. Τα φορέματα που μου τοίμαζε τώρα και δυο βδομάδες η αδερφή μου είτανε βαλμένα κοντά στο προσκέφαλό μου, να τα βρω την αυγή σα με ξυπνήσουνε να με πάρουνε στην εκκλησιά. Σηκωθήκαμε τρεις ώρες πρι να ξημερώση.
Και να το έπνιγε το πλοίον του, πάλιν δεν θα έκαμνε Χριστούγεννα με την Μυγδαλίτσαν του· ίσως και να την έχανε διά παντός. Κατέπεσε τότε η οργή του· και τω εφάνη τότε ότι τωόντι άραξε και αυτός εις της Τρεις-Μπούκαις, καθώς άραξε και το κατάμαυρον μπάρκο του.
Πάντα ταύτα ημπορούν οι ευτυχείς κάτοικοι των μεγάλων πόλεων να τα εύρουν όταν θέλουν με μίαν η δύο εικοσιπεντάρας, αλλά διά τους δυστυχείς Συριανούς είνε πράγματα έκτακτα, τα οποία δεν απολαμβάνουν παρ' όταν τύχη μεγάλος χορός, καθώς μόνον τα Χριστούγεννα και το Πάσχα γεύονται ψαθούρια, σαμπάνια και γάλλον παραγεμιστόν.
Μακάρι να ’ταν όλοι σαν κι εσένα και τα εφτά σκούδα που μου χρωστάς να ήταν εκατό!» «Ο διάολος να σε πάρει», σκαφτόταν ο Έφις. «Μου δάνεισες τέσσερα σκούδα τα Χριστούγεννα και τώρα τα έκανες κιόλας εφτά!» «Λοιπόν, Καλί», πρόσθεσε χαμηλόφωνα με σκυμμένο το κεφάλι σαν να μιλούσε στα γουρουνάκια που μυρίζονταν με επιμονή τα πόδια του. «Καλί, δώσε μου άλλο ένα σκούδο!
Αληθώς τα λιμενικά έγγραφα είχον εκδοθή επ' ονόματι του καπετάν-Παρμάκη. — Ας κάμη Χριστούγεννα με τους καλογέρους.
Δεν είνε λοιπόν παράδοξον διότι της εγεννήθη η ιδέα ότι ο υιός της θα ήρχετο μια φορά τα Χριστούγεννα, επειδή ο ναός ούτος των θερμών μεριμνών της ετιμάτο με την Γέννησιν του Σωτήρος.
— Δόξα σοι ο Θεός, που τα καταλάβαμε, τέλος πάντων! είπεν ο ναύκληρος αποθέτων την χιλιάρικην με προσοχήν επί της τραπέζης, ακτινοβολούσαν εκεί ιριδόχροα ακτινοβολήματα, υπό το φως της εν μέσω του πρωραίου κρεμαμένης λυχνίας. — Καλά Χριστούγεννα 'ς της Τρεις Μπούκαις, παππού! Δεν σου τώπα; . . .
— Κιμίκρ; Ερωτά πάλιν ο μογιλάλος, ως να τω λέγη: — Εις την Σκόπελον; Είχεν εννοήσει ο πονηρός υπηρέτης όλα. Ο κυρ-Δημάκης κατένευσε. Πλην ο πτωχός μογιλάλος εσκυθρώπασεν αίφνης. Εσυλλογίσθη τα φαιδρά Χριστούγεννα, την εορτήν, την ανάπαυσιν, την εστίασιν, την βρώσιν, την πόσιν.
Αλλ' ενόμιζε πλέον ότι η Αρφανούλα έβαλε γνώσιν, ότε την παραμονήν της Πρωτοχρονιάς ελθών να χαιρετίση την ανεψιάν του διά τα Χριστούγεννα, μετά τινα καιρόν, βλέπει και ητοίμαζε διάφορα παιγνιδάκια και αθύρματα πολλά, σωρόν μεγάλον. Ο Σπύρος έλειπε. — Τι είν' αυτά Αρφανούλα; ηρώτησεν ο θείος της. Κάτι πολλά δώρα θα κάμης εφέτος.
— Να σου πω, έτσι νάχωμε καλά Χριστούγεννα, είπον οι ποιμένες, μπορεί νάναι αλήθεια. Αυτό το καράβι για να νομίζη πως εδώ είνε η χώρα για να δώση ς' το παιδί ένα τάλλαρο ολάκερο, κάτι τρέχει. — Θεια Μυγδαλίτσα! εφώνησεν ο παις προς την ταχέως φεύγουσαν γραίαν, υψών την φωνήν του, διά να ακουσθή. Σαν είνε αλήθεια, να με φωνάξης να τραγουδήσω τα Χριστούγεννα.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν