United States or Senegal ? Vote for the TOP Country of the Week !


Εστάθησαν υπό μίαν κυπάρισσον, εις την είσοδον του δωματίου, η Λίγεια εστηρίχθη εις τον κορμόν του δένδρου, ενώ ο Βινίκιος με φωνήν τρέμουσαν έλεγε προς αυτήν: — Πρόσταξε τον Ούρσον να υπάγη εις των Αούλων να ζητήση τα έπιπλά σου και τα παιδικά σου αθύρματα και να τα μεταφέρη εις την οικίαν μου. Και εκείνη, ερυθριώσα ως ρόδον ή ως αυγή, απεκρίθη: — Η συνήθεια άλλως απαιτεί να γίνη . . .

Μικρά και κομψότατα αθύρματα, ων την χρήσιν ουδέ καν εμάντευον, έστιλβον εκ καθαριότητος κύκλω μου, φιαλίδια εκ κρυστάλλου, τα μεν κλεισμένα τα δε ημιάνοικτα, απέπνεον αρώματα ηδυπαθή και δροσώδη, πυξίδες δε πολύσχημοι και παντοδαπαί περιείχον κόνεις και φυράματα ποικίλου χρώματος, ων μάτην προσεπάθουν να εννοήσω τον σκοπόν.

Ο Σπύρος, ένας υψηλός και γεροντώδης άνθρωπος, με πρόσωπον μαλακόν ως προζύμιον και με χείρας πλαδαράς ωσαύτως, προσεπάθει αγωνιών, ιδρόνων, ζαλισμένος, να τακτοποιήση τα επί της τραπέζης του συσσωρευμένα παίγνια και αθύρματα, με αδέξιον όλως τρόπον, και με ύφος απαρεσκείας, ως να έλεγε μέσα του: — Τι τρελλός που είνε αυτός ο κόσμος!

Αλλ' ενόμιζε πλέον ότι η Αρφανούλα έβαλε γνώσιν, ότε την παραμονήν της Πρωτοχρονιάς ελθών να χαιρετίση την ανεψιάν του διά τα Χριστούγεννα, μετά τινα καιρόν, βλέπει και ητοίμαζε διάφορα παιγνιδάκια και αθύρματα πολλά, σωρόν μεγάλον. Ο Σπύρος έλειπε. — Τι είν' αυτά Αρφανούλα; ηρώτησεν ο θείος της. Κάτι πολλά δώρα θα κάμης εφέτος.

Η οδός Ερμού ήτο έρημος ακόμη διαβατών· και μόνον οι υπάλληλοι των πλουσίων της οδού ταύτης καταστημάτων, αγρυπνήσαντες όλην την νύκτα, παρεσκεύαζον τα πλούσια κομψοτεχνήματα της Πρωτοχρονιάς με προσοχήν εξαιρετικήν, ως να έστηναν παγίδας να συλλάβωσι κοσσύφους, κ' εκάλλυνον εν παρατάξει τα χρυσόλαμπρα αθύρματα εντός των προθηκών, αίτινες ομοιάζουσι με τα βέλα πολλών κυριών, διακοσμούντες αυτά ούτως ώστε μία απλή επιθεώρησις αυτών ν' αρχίζη από περιέργειαν και να τελειώνη εις ίλιγγον, όπου ο αγοραστής να μη γνωρίζη τι θα δώση και τι θα πάρη.

Ο δε Αγιώτατος Ιωάννης Η’, και υποθέσεις και υπηκόους και βούλλας και αφορισμούς και άλλα παπικά αθύρματα βαρυνθείς, είχεν αποσυρθή εις Οστίαν, ήτις ήτο η Κέρκυρα των τότε παπών, κακεί εν μέσω φαιδρού ομίλου αγενείων ιερέων διήγεν αφρόντιδας ημέρας, βαυκαλώμενος υπό των γλαυκών κυμάτων της Μεσογείου και της μελωδίας των αυλών, βαρβίτων, τριχόρδων και ευνούχων, οίτινες ηκολούθουν την αυτού Αγιότητα πανταχού.