Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !


Και η λευκοχέρα Ναυσικά απάντησέ του κ' είπε• «Όχι, αγενής ή ανόητος, ω ξέν', εσύ δεν δείχνεις• την ευτυχία των θνητών μοιράζ' ο Ολύμπιος Δίας, των ευγενών, των αγενών, του καθενός ως θέλει• και σένα τούτα σ' έδωκε και ανάγκη να υπομείνης. 190 αλλ' αφού πάτησεςτην γη και χώραν ιδική μας, δεν θα σου λείψη φόρεμα, ούτ' άλλο απ' όσα πρέπει να λάβη, όπου προσέρχεται, πολύθλιβος ικέτης. την πόλι θα σου δείξω εγώ, και τους λαούς θα σ' είπω• την πόλι τούτη και την γην οι Φαίακες κρατούσι, 195 κ' εγώ 'μαι του γενναιόκαρδου η κόρη του Αλκινόου, κ' οι Φαίακες οι δυνατοίεκείνον κρέμοντ' όλοι».

Από της στιγμής εκείνης μέχρι του λουτρού μου εφάνη ότι επέρασε ένας αιώνας και διαρκώς παρετήρουν την ώραν εις το ηλιακόν ωρολόγι και ανυπομονούσα να φθάση η ώρα του λουτρού. Όταν δε τέλος πάντων ήλθε η ώρα επλύθηκα βιαστικά κ' εφόρεσα τα καλά μου, δηλαδή εγύρισα το φορεμά μου, ώστε να φαίνεται η καθαρή του μεριά.

ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Και όμως εγώ δεν εσπούδασα καθόλου και την έκανα αυτή τη φράσι μονομιάς. Σας ευχαριστώ με όλη μου την καρδιά και σας παρακαλώ ναρθήτε αύριο νωρίς. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Πώς! το καινούργιο μου φόρεμα δε μου τώφεραν ακόμη; Ο ΥΠΗΡΕΤΗΣ Όχι, κύριε. ΖΟΥΡΝΤΑΙΝ Ο καταραμένος αυτός ο ράφτης με κάνει να περιμένω σήμερα που έχω ένα σωρό δουλειές. Μούρχεται να σκάσω από το θυμό μου.

Διότι, όταν λέγω π ο λ ι τ ι σ μ έ ν ο ς περί ανθρώπου οιουδήποτε ή περί λαού, δεν εννοώ τον πολιτισμόν αυτόν του συρμού, τον οποίον μου ενθύμισες, τουτέστι δεν εννοώ την επιφάνειαν, ούτε το φόρεμα, ούτε τον τρόπον του χαιρετισμού, ούτε το κόψιμον των μαλλιών, ούτε το σχήμα της μύτης των υποδημάτων.

Αν δεν ήτον τώρα ο κύριος Σουσαμάκης με την συναναστροφήν του, ούτ' εγώ θα φορούσα το καλό μου φόρεμα, ούτε θα πάθαινα ό,τι έπαθα.

Μα αν δεν το κατορθώσω — κ' έτσι αιστάνουμαι, δε θα το κατορθώσωτότε ήθελα να μου φορέσουν το λευκό μου φόρεμα. Στο κάτω κάτω συρτάρι του κομού είναι όλα τασπρόρρουχα που φορούσε ο Σβεν, ο άγγελός μου. Δόστε μου τα όλα. Βάλτε στην κάσα μου όλα όσα χωρούν από τα πράματά του. Μπορώ να είμαι ξαπλωμένη απάνω και στα σκληρά παιγνιδάκια του ακόμα. Και μια τελευταία επιθυμιά.

Εγώ ευχαριστώντας την εις τρόπον που της έδινα να γνωρίση μίαν ζωντανήν υποχρέωσιν, και παίρνοντας τα όσα μου έδωσεν αναχώρησα μετά χαράς μεγάλης. Και φθάνοντας σιμά εις την πόλιν της Κασμυρίας, έπειτα από ολίγας ημέρας αγόρασα ένα φόρεμα Δερβύσικον, και το ενδύθηκα, και αλείφοντάς με και με το νερόν, υπήγα εις την πόρταν της πόλεως.

Πάντοτε έπαιζε και δεν εκάθητο ήσυχος παρά μόνον, όταν της διηγούντο παραμύθια. Από όλα τα παραμύθια, όσα της έλεγεν η μαμμά της, επροτιμούσε όσα έχουν μέσα Νεράιδες. Καμμίαν φοράν, όταν επέστρεφεν από το σχολείον και εύρισκε έτοιμο νέον φόρεμα διά τον περίπατον, ερωτούσε, ποιος μου το έφερε; και η μαμά με γέλοια απεκρίνετο, η καλή Νεράιδα.

Διά τούτο είναι προτιμοτέρα η εγκράτεια από την καρτερίαν. Όστις δε είναι ελλιπής εις όσα οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν αντοχήν και δύναμιν, αυτός είναι μαλθακός και τρυφηλόςδιότι και η τρυφηλότης είναι έν είδος μαλθακότητος. ― Και αυτός σύρει το φόρεμά του διά να αποφύγη την κόπωσιν να το σηκώση και ενώ απομιμείται τον ασθενή, δεν φρονεί ότι είναι άθλιος, αφού είναι όμοιος με άθλιον.

Τόρα λοιπόν άραγε δεν θα θελήσωμεν πάλιν να ερευνήσωμεν και αυτήν κατά το παράδειγμα της υφαντικής, αφού πλέον και όλα τα άλλα είδη όσα υπάρχουν εις την πόλιν εξηγήθησαν; Νέος Σωκράτης. Πολύ μάλιστα. Ξένος. Τότε λοιπόν πρέπει, καθώς φαίνεται, να ομιλήσωμεν διά την βασιλικήν πλεκτικήν, τι είδους είναι και με ποίον τρόπον πλέκει και τι φόρεμα μας κατασκευάζει. Νέος Σωκράτης. Αυτό είναι φανερόν.