Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 24 Ιουνίου 2025


Οπόταν η βασίλισσα εθεώρησεν ετούτους τους αβύσσους, έβγαλε μίαν μεγαλωτάτην φωνήν από τον φόβον της, και τέλος πάντων ο Χάνης έχασε κάθε υπομονήν και εμβήκεν εις αδημονίαν.

Και αφού τες εδούλευσα διά περιδιάβασιν, η Ρετζία έκαμε να μου δοθή ένα τζιβούρι, και με επρόσταξε να το συντροφεύσω με την φωνήν μου λέγοντας· εσύ σήμερον άρεσες πολλά του Σουλτάνου πατρός μου, έχω επιθυμίαν και εγώ διά να ιδώ αν είναι αλήθεια κατά πως άκουσα.

Τι θέλεις, πατέρα; είπε τρέμων. — Σηκώσου, Αϊμά, έκραξεν ο Πρωτόγυφτος με κεραυνώδη φωνήν. Η νέα εστηρίχθη επί της ετέρας των πλευρών και έτριβε τους οφθαλμούς. — Σηκώσου, κόρη μου, είπεν ο Γύφτος με πραότερον τόνον. — Τι την θέλεις, πατέρα; ηρώτησεν ο Μάχτος αγωνιών. — Σηκώσου, επανέλαβεν ο Γύφτος, χωρίς να στραφή προς υιόν του.

Αφού όμως ενεδύθη την ιερατικήν στολήν όλην, εξήλθεν έξω και εχοροστάτησε, κ' έψαλλεν ο ίδιος όλον τον κανόνα, έμελλε δε να μεταβή εις τους &Αίνους& και ν' αρχίση τον ασπασμόν, όταν είς των βοσκών, όστις είχεν εξέλθη διά να ιδή πώς είχον αι αίγες του, επανήλθεν εις τον ναΐσκον και ανήγγειλεν ότι κάποιος φωνάζει βοήθειαν μέσα απ' του Χαιρημονά το ρέμμα, και ότι είνε βαθειά κάτω και δεν τον είδε, μόνον την φωνήν του ήκουσεν.

Ναι, πιέ και τούτο. Ο Φλεβάρης εκένωσε και το ποτήριον εκείνο και άλλα ακόμη με όσην ευκολίαν τα εγέμιζεν ο σύντροφος του. Έπειτα, κλίνων τον κορμόν του σώματός του εις τα οπίσω και φέρων αντάμικα μέχρι του αριστερού οφθαλμού το μαύρον φέσι, με το κυανούν τσεγρέκι, ήρχισε με φωνήν σταθεράν και καθαράν, την βλαχικήν προφοράν μιμούμενος, να τραγωδή ενώ το σώμα του ήτο εις αδιάκοπον κίνησιν,

Ουαί υμίν Φαρισαίοι και Σαδουχαίοι, όφεις γεννήματα εχιδνών, ασκοί πλήρεις αέρος, κύμβαλα αλαλλάζοντα! Από την φωνήν είχεν αναγνωρίσει τον Ιωχανάν. Το όνομά του εκυκλοφόρει, ήρχισαν να τρέχουν και άλλοι. — Ουαί εις σε λαέ! ουαί υμίν προδόται του Ιούδα και μέθυσοι του Εφραίμ.

Μάννα, λέω! εφώνησε παρατείνουσα την φωνήν της η Δεσποινιώ, καλούσα δήθεν την άφαντον μητέρα της, ήτις ελαφρά βαδίζουσα πάντοτε προηγείτο. — Θειά-Ζωίτσα! εφώνησε και η Σοφούλα, μάλλον λεπτύνασα την φωνήν της, επί το αστειότερον. Και επανέλαβεν η πρωινή ηχώ μέσα εις το βαθύ σπαρτόν. — Θειά-Ζωίτσα!

Μην ημπορώντας παρά να ευχαριστηθώ εις αυτό το θέαμα, και ανταμώνωντας την φωνήν μου με εκείνην των νικητών, εφώναξα με όλην μου την δύναμιν· δεν είνε άλλος ουρανός παρά ένας, και ο Μωάμεθ είνε προφήτης. Ένα πλήθος τότε από τα νικητά τελώνια ακούοντάς με να ομιλώ με αυτόν τον τρόπον, ήλθαν εκεί που ήμουν.

Τους προξενητάδες και της προξενήτρες ας τους στέλνουν άλλοι· εμείς καλλίτερα εξηγούμαστε μεταξύ μας, αλήθεια; — Μη με παιδεύης, καπτάν Γιάννη, είπεν ο Αντωνέλλος με φωνήν τρέμουσαν ελαφρώς· ξέρεις πόσο σε σέβομαι και σ' αγαπώ . . . Ο Καραγιάννης έβαλε την χείρα επί του ώμου του Αντωνέλλου. — Αδελφέ Αντωνέλλο, είπε με φωνήν συγκεκινημένην, σου ζητώ για γυναίκα μου την Μπέλλα· μου την δίνεις;

Αλλά και αν θέλης ν' ακούσης μίαν ωραίαν φωνήν, πού αλλού δύνασαι να εύρης συναυλίαν πολυφωνοτέραν και αρμονικωτέραν; Αλλ' εάν περισσότερον σου αρέσουν οι ήχοι του αυλού και της σύριγγος, και τούτους δύνασαι αφθόνως ν' απολαύσης εις την όρχησιν.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν