Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 29 Ιουνίου 2025


Αυτοί με έβαλαν και εκάθισα κοντά τους, ολόγυρα εις μίαν μικράν πέτραν, και εστάθηκα στενεμμένος διά να φάγω και να πιώ, το περισσότερον διά να τους ευχαριστήσω· μα ευθύς εκατάλαβα ότι αυτοί ήτον κλέφτες, επειδή και άρχισαν να διηγούνται διά μια μεγαλωτάτη κλεψιά που έκαμαν· και εκεί που ετρώγαμεν, ο προεστώς τους μου επρόβαλεν αν θέλω να έμβω εις την συντροφιάν τους.

Τι κόσμος ακατάστατος, ανούσιος, μωρός! ως πότε ο αθάνατος με τους θνητούς θα παίζη; αλλά ενώ φιλοσοφώ για όλα σοβαρός, φωνάζει η κυρία μου: «Ορίστε 'στο τραπέζιΛοιπόν και πάλι την κοιλιά ανάγκη να γεμίσω; Ω! βάστα με, γυναίκα μου, να μην αυτοκτονήσω. θα φάγω πάλι, θα μασσώ, θα ξεροκαταπίνω . . . Ούτε μια 'μέρα νηστικός να μη 'μπορώ να μείνω; Τι σιχαμένα φαγητά!

Όθεν, σε παρακαλούμεν, ειπέ μας ποίος είσαι; πόθεν έρχεσαι; και πώς ετόλμησες να έμπης εις ένα τοιούτον αδύνατον πλοίον; Εγώ μόλις δυνάμενος να ομιλήσω από την πείναν, τους είπα· δώσετέ μοι πρώτον να φάγω, και έπειτα θέλω ευχαριστήσει την περιέργειάν σας.

Και όμως ωρκίσθην σήμερον το πρωί να μην υπάγω εκεί πέρα, και όμως πηγαίνω κάθε στιγμήν εις το παράθυρον, διά να ίδω πόσον υψηλά είναι ακόμη ο ήλιος. Δεν ημπόρεσα να κατανικήσω τον εαυτόν μου, έπρεπε να υπάγω έξω προς αυτήν. Ιδού, επέστρεψα Γουλιέλμε, θα φάγω το βουτυρόψωμο ως δείπνον, και θα σου γράψω.

Πώς θέλεις, του έλεγε ο Αγαθούλης να φάγω ζαμπόνι, όταν έχω σκοτώσει το γυιό του κυρίου βαρώνου και βρίσκομαι καταδικασμένος να μην ξαναϊδώ ποτέ στη ζωή μου την ωραία Κυνεγόνδη; Τι θα μου χρησιμέψη να παρατείνω τις άθλιές μου μέρες, αφού είμαι αναγκασμένος να τις σέρνω μακρυά της όλο τύψεις κι' απελπισία; Και τι θα πη η εφημερίδα του Τρεβού; Μιλώντας έτσι, δεν έπαψε να τρώγει. Ο ήλιος βασίλευε.

Είπα, και μ' άσπλαχνη καρδιά μου αντείπ' ευθύς εκείνος• «και τον Ουδέναν ύστερον θα φάγω απ' τους συντρόφους• τους άλλους όλους πρότερα• ιδού ποιο θα 'χης δώρο». 370

Ας ακουσθούν αι σάλπιγγες, και αν κανένας άλλος δεν έλθη με τα όπλα του εδώ να σ' αποδείξη ψεύτην, προδότην βδελυρόν, χίλιαις φοραίς προδότην, ιδού, εγώ σε προκαλώ. Κι' ούτε ψωμί θα φάγω εάν μ' αυτό μου το σπαθίτο στήθος σου επάνω δεν σ' αποδείξω άξιον των όσων σου προσάπτω! ΡΕΓ. Πονώ, πονώ! Είμ' άρρωστη! Αν άρρωστη δεν είσαι, δεν θα πιστεύσωτο εξής ποτέ μου εις φαρμάκι.

Και αι αρχόντισσαις δεν θα μου την άφιναν να την έχω εγώ όλην· θα μου την ήρπαζαν . Παππού, δος μου έν αυγό, να σου δώσω δύο κορώναις. ΛΗΡ Τι κορώναις θα μου δώσης; ΓΕΛΩΤ. Εκείναις οπού θ' απομείνουν, αφού σπάσω το αυγό εις την μέσην και φάγω ό,τι έχει μέσα.

Δεν ηξεύρεις, είπεν εις αυτόν, ότι αύριον εις τας δέκα θα σε τουφεκίσουν; — Το ηξεύρω πολύ καλά· γενηθήτω το θέλημα του Θεού. Ηξεύρω όμως ότι έχω το δικαίωμα να ζητήσω να φάγω ό,τι θέλω εις το τελευταίον μου γεύμα. Παράγγειλε να μου φέρουν μίαν μακαρονάδα, ένα ψητόν καπόνι και κρασί των Συρακουσών.

Θα του προσφέρω μίαν εκατόμβην αύριον, εάν μου έδιδε την Λίγειαν. Δεν θέλω ούτε να φάγω, ούτε να λουσθώ, ούτε να κοιμηθώ, θα γυρίσω ανά την πόλιν. Ίσως την εύρω. Είμαι ασθενής. — Ο πυρετός σε κατατρώγει, είπεν ο Πετρώνιος. — Τω όντι. — Άκουσε . . . Δεν ηξεύρω τι θα σου παρήγγελλεν ένας ιατρός, αλλ' ηξεύρω πώς θα έκαμνα εγώ εις την θέσιν σου.

Λέξη Της Ημέρας

αρματώση

Άλλοι Ψάχνουν