United States or Guyana ? Vote for the TOP Country of the Week !


Κι άμα έφτασεν εκεί και βρήκε το Δάφνη, προσμένοντας με καρδιοχτύπι τα νέα, τόνε δυναμόνει κράζοντάς τονε γαμπρό και του δίνει το λόγο του πως το χυνόπωρο θα κάμουν τους γάμους· και τόνε βεβαίωνε ότι κανένας άλλος δεν θα πάρη τη Χλόη εξόν απ' αυτόν. Γρηγορότερα λοιπόν κι από το νου ο Δάφνης και χωρίς να πιη μήτε να φάη τρέχει στη Χλόη.

Κ' έβγαλαν ταρσενικό Φιλοποίμη και το κορίτσι Αγέλη· κ' έτσι κι αυτά εγέρασαν μαζί τους. Εστόλισαν και τη σπηλιά κ' εκρέμασαν ζωγραφιές κ' εχτίσανε βωμό του βοσκού Έρωτα· μα και στον Πάνα έφτιασαν ναό για να κάθεται αντί στην κουκουναριά, βγάνοντάς τονε Πάνα στρατιώτη.

Μα και στην Πρωτεύουσα σαν έμνησκε η Αντωνίνα, κ' έλειπε στους πολέμους ο άντρας της, τονέ βοηθούσε πολεμώντας τις ραδιουργίες των εχτρών του, έχοντας πάντα και τη φιλία της Θεοδώρας. Του στόλου πάλι ναύαρχος είταν ο Καλώνυμος, κ' ύπαρχος του στρατοπέδου, δηλ. γενικός φροντιστής του στρατού, ο Πατρίκιος ο Αρχέλαος. Σαν τοιμάστηκαν όλα πήγε ο Πατριάρχης ο Επιφάνιος κ' έκαμε αγιασμό απάνω στο στόλο.

Και νάξερες τι ρωμαίικη καρδιά που την έχει αυτός ο Συντάχτης! Πούθε είναι δεν ξέρω, μα θα παραξενευθώ ανίσως κ' είναι Πολίτης. Στον καιρό του κυρ Θοδωράκη, είταν ο μόνος που πολεμούσε για την κατακαημένη την Κρήτη με τη δασκαλήσια του πέννα. Κάθε λίγο τον παίδευαν, κι αυτός ξανάρχιζε πάλι. Μυστήριο, πώς δεν τονε βάλανε στα σίδερα τότες.

Η αγρυπνιά, η χολόσκαση που δεν πέρασε ακόμα το θέλημά του, παρά διάβαινε ακόμα μέσα στους δρόμους ατιμασμένος, καθώς θάρρειε, και ντροπιασμένος, όλ' αυτά σα να του μαλάκωσαν την καρδιά, ή καλλίτερα, σα να του την έλυωσαν. Όση λύσσα τον έσφαζε χτες, άλλη τόση θλίψη και ψυχοπονεσιά τονε βασάνιζε σήμερα. Δεν είταν και να πης πως δεν τον αγαπούσε τον αδερφό του.

Γνωρίζουμε μόνο πως πρι να χεροτονηθή Αρχιερέας, είταν παντρεμένος στην Αλεξάντρεια, και πως τονέ βλόγησε ο Θεόφιλος εκείνος της Αλεξάντρειας, που και στου Θεοδοσίου τον καιρό τον ανταμώσαμε και πάλι θα τον μεταειδούμε. Κάμποσον καιρό φαίνεται νάζησε τη νοικοκυρεμένη αυτή ζωή, πότε μελετώντας, και πότε πάλε κυνηγώντας και διασκεδάζοντας.

Μην τακούς αυτά που μας τσαμπουνίζουν οι δασκάλοι για τη μαύρη τη Μοίρα που βύθισε το Έθνος σε μύρια βάσανα και μαρτύρια. Αυτά όμως τα λέμε άλλη φορά. Ας έρθουμε στον Μπραΐμη. Είτανε Ρωμιός ο Μπραΐμης, μα με τη βία αυτός δεν τούρκεψε. Και μήτε παιδομαζεμένος δεν είταν. Ηλία τον έλεγαν. Ο χαδεμένος ο γυιος ενός Προεστού. Πλούσιος ο πατέρας του. Ως κ' οι τούρκοι τονε φοβούνταν.

Καλά που δεν εκάθουντονε προς την όξω πόρτα, εψιθύρισεν εκ νέου η Σαϊτονικολίνα προς τον σύζυγόν της, αλλοιώς θάπαιρνε πάλι τα όρη κύστερα τρέχε να τόνε κυνηγάς. Ο Σαϊτονικολής μειδία με την απλότητα της γυναικός του. Μωρέ, δε φεύγει· δεν ήρθ' αυτός για να φύγη. Το πράμμα που τον είχε τραβήξει αυτή τη φορά στο χωριό ήτονε πολύ δυνατό, παντοδύναμο.

Ναποθάνη και να νομίζη πως δεν την αγαπώ, πως τη σιχάθηκα και τη μίσησα ίσως; Δε θα τονε προτιμότερο ναποθάνω κεγώ μαζή της; Ναποθάνη και να μη τη ξαναϊδώ σ' αυτόν τον κόσμο!... Μα ήτο τόσο βέβαιον, ήτο άφευκτο ναποθάνη; Η φοβερή ιδέα που σχημάτιζα περί του ανίκητου θανάτου αύξαινε τον πόνο που μαζευόταν στην καρδιά μου κιαναδημιουργούσε την αγάπη μου, μια νέα αγάπη προς τη ψυχή από τη ψυχή.

Εδώ είνε να τονέ θαυμάση άνθρωπος τον Κωσταντίνο, που διάλεξε το καθαυτό κλειδί του κόσμου για πρωτεύουσά του. Όσο για την άλλη γνώμη του χρονογράφου, πως ο στρατός δεν είταν τότες άξιος για μεγάλους πολέμους, κ' εδώ τονέ βγάζει ψεύτη ο ίδιος ο στρατός, που καθώς είδαμε δε δυσκολεύθηκε να βάλη κάτω τους Πέρσους, κ' οι Πέρσοι, καθώς γνωρίζουμε, στον πόλεμο δε χωράτευαν.