Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !

Ενημερώθηκε: 14 Ιουνίου 2025


Δόξα σοι ο θεός ημών! Δόξα σοι ο θεόςκαι πως μ’ αυτό ήθελε να πη σαν από μέρος του: «Δόξα το θεό!». . . Ο άνεμος έμπαινε κάτω απ’ τάσπρα φελόνια των παππάδων και τα φούσκωνε. . και ταναποδογύριζε αποπάνω απ’ τα καλυμαύχια τους και τους κουκούλωνε. . κ’ έτρεχαν κάθε τόσο εκείνοι πούρχονταν αποπίσω να πιάσουν τανεμιστά παννιά σα φλόκκους να τα κατεβάσουν: ίδιοι μασκαράδες με σεντόνια του φάνηκαν του Νίκου άξαφνα οι παππάδες και τούρθε να γελάση δυνατά. . . Καθώς έβγαιναν απ’ τη λεωφόρο Συγγρού, πέσανε μέσα σε μια σειρά άμαξες κλειστές που γύριζαν απ’ άλλη κηδεία.

Τι διάολο, από μοναστήρι έτρωγε αυτός και το σπίτι του, ή μήπως χάλασε καμμιά εκκλησιά κανένας απ' το σόι του; Και για κακή γρουσουζιά, λες, η φαμελιά του, να μη κάμη έν' αγόρι κι αυτή η δυστυχισμένη τόσα χρόνια. Από τσούπα σε τσούπα. Παραγγελιά να της είχε, πάλι έτσι δε θα γίνουνταν. Οι γυναικούλες έλεγαν πως τους έχουν ρίξη μάγια. Αγγούρια ξυδάτα! πού τα πίστευε αυτός αυτά.

Ο Κέβης δε και ο Σιμμίας συνομιλούν σιγά μεταξύ των και ο Σωκράτης, αφ' ού είδεν αυτούς τους δύο ομιλούντας, ηρώτησε: Τι ελέγετε μεταξύ σας; Μήπως σας φαίνεται ότι ωμίλησα ελλιπώς; Διότι το ζήτημα έχει ακόμη πολλάς αμφιβολίας και αντιρρήσεις, αν πρόκειται να διαπραγματευθή κανείς αυτά τα πράγματα αρκετά. Και ο Σιμμίας είπε· και όμως, ω Σώκρατες, θα σοι είπω την αλήθειαν.

Μα ούτε ζητούσε να καταλάβη. Έκανε το σταυρό της κ' έλεγε : «Δόξα σοι ο Θεός. Μη χειρότερα». Και καθεμέρα ήτανε χειρότερα και τρις χειρότερα.

Ο κυρ Μανωλάκης ήτο ευκατάστατος, ήτο και από σόι, αλλ' ένεκα της βραδύτητος του γάμου του, και ιδίως ένεκα της φιλαργυρίας του, μόνος του είχεν αποσυρθή από την δράσιν των οικογενειών, ευτελώς ενδυόμενος και ευτελώς διαιτώμενοςαφού είχε σκοπόν να γείνη καλόγηροςκαι εις το χωρίον δεν τον ανεγνώριζον πλέον ως έχοντα δικαιώματα επί της δημογεροντίας, αφού μάλιστα όλας τας καλάς ημέρας απουσίαζεν εις το Κοινόβιον.

Ερασίστρατος Νομίζω μεν εγώ, εκείνος εις τον οποίον υπάρχει αγρός. Σωκράτης Λοιπόν κατά τον ίδιον λόγον και αν κατά τύχην είς τινα υπάρχουσι φορέματα ή στρώματα, ή άλλα περισσοτέρου λόγου άξια ή όσα εις τον ξένον Σικελιώτην, ούτος είναι πλουσιώτερος. Εάν δε κανείς ήθελε σοι δώσει να προτιμήσης μεταξύ τούτων των δύο, ποίον των δύο θα προετίμας;

Ήτο δώρον του κολλήγα του ποιμένος, του Κομποδήμου, όστις το ανέθρεψεν εις το βουνόν καθαρόν και αμόλυντον με το γάλα της μητρός του, μιας ωραίας από σόι συός, τρεφομένης μόνον με ξηράν κολοκύνθην και τυρόγαλα της ποίμνης, και με τον καθαρόν του βουνού αέρα.

Δόξα σοι ο Θεός, πούρθες γερός και καλά!» «Απέραντο πέλαγο χαράς, κι' αναγαλλιασμού είχε πλημμυρήσει τότε την καρδιά μου. Ότι έβλεπα μπροστά μου, είταν μαγευτικό, και μου φαίνονταν πως έπλεα μ' ολάνοιχτα πανιά σε πέλαγο δίχως άκρη, ευτυχίας ατέλειωτης.

Αυτό σοι το λέγω εγώ, όστις κατά το ταξείδιον εκείνο επέζησα ν' ακούσω μίαν διαβόητον επί φιλοζωία ογδοηκοντούτιδα γραίαν, ελέγχουσαν ένα θεοφοβούμενον αρχιεπίσκοπον, διότι δεν συγκατετίθετο να εκτελέση ό,τι του εζήτει ως ψ υ χ ι κ ό ν, δηλαδή ν α τ η ν ρ ί ψ η ε ι ς τ η ν θ ά λ α σ σ α ν!

Δεν θυμούμαι τίποτε. — Ήσουν πολύ μικρή τότε. — Δεν θυμούμαι. — Και όμως, είπε βιάζουσα την γλώσσαν η Σιξτίνα, διότι ησθάνετο δυσκολίαν όπως κινή αυτήν, αν και ήσουν μικρή, έπρεπε να θυμάσαι. — Διατί; — Διότι έκαμες εις τα χέρια μου. — Πώς; — Έζησες καμπόσους μήνας σιμά μου. — Εγώ; — Ναι. — Πότε; — Εις εκείνον τον καιρόν. — Πού; — Σοι το είπα, εις την Ρόδον. Η νεάνις εκίνησε τους ώμους.

Λέξη Της Ημέρας

πνευματωδέστερος

Άλλοι Ψάχνουν