United States or Zimbabwe ? Vote for the TOP Country of the Week !


Δεν είχεν αναγνωρίσει τον Σκούνταν, άδηλον δε και αν τω ήτο εξ αρχής γνωστός. Η Αϊμά δεν απηύθυνεν άλλην ερώτησιν. — Κοιμήσου, της είπε και εκ δευτέρου ο Πρωτόγυφτος, και αύριον πρωί θα πάμε εις το σπήτι μας. Αλλ' η Αϊμά πολύ απείχε του να υπακούση εις την παρακέλευσιν ταύτην, και εβυθίσθη εις αντιφατικούς διαλογισμούς.

Ετούτο είνε, αφέντη μου, εκείνο που επιθυμάτε να ηξεύρετε διά ιστορίαν και εις το εξής μη θαυμάσης τόσον διά τα δώρα που σου έκαμα, ούτε διά εκείνα όλα που είδες εις το σπήτι μου.

Αυτός διά να μου δείξη καλύτερα, έκαμε και εμβήκαμεν και οι δύο μέσα εις την κασσέλαν και μου έδειξεν τι τρόπον έχω να το μεταχειρισθώ εις το να σηκωθώ εις τον αέρα, το να τρέξω ογλήγορα ή αργά, και εις το να κατεβώ, και εις ό,τι άλλο έκανε χρεία. Και αφού εκάμαμεν διάφορες δοκιμές, επήγα με αυτήν πετώντας εις το σπήτι μου, και εκατέβηκα εις το περιβόλι μου.

Πάρε την γυναίκα αυτήν και να μου την φυλάξης ως να γυρίσω απ' των Θρακών την χώρα που πηγαίνω να πάρω εκείνα τάλογα που των Βιστόνων έχει ο βασιλεύς στο άρμα του, αφού θα τον σκοτώσω. Αν τύχη—ο μη γένοιτονα μην το επιτύχω και δεν γυρίσω, πάρε την, για δούλαν μέσ' στο σπήτι. Αλήθεια, εκοπίασα πολύ για να την πάρω. Σε κάποιο αγώνα έτυχα, που ήτανε βραβεία άξια για τους νικητάς.

Αλλά τι άλλο τον βλέπετε να κάνη όλοι οι κατοικούντες εις το σπήτι; Άμα νυκτώση, είπεν ο Ευκράτης, ο Πέλιχος κατεβαίνει από το βάθρον του και περιφέρεται εις το σπήτι, τον συναντούν δε όλοι και ενίοτε τον ακούουν να τραγουδή, αλλά δεν επείραξε ποτέ κανένα• πρέπει μόνον οποίος τον συναντά να παραμερίζη, αυτός δε περνά χωρίς να ενοχλήση τον συναντώμενον.

Ο δεύτερος μου άνδρας υιός του Μασούδ, είνε ο κύριος της αγάπης μου, και σε παρακαλώ μεγάλως, αυθέντη Κατή, ότι να προστάξης να μας αφήσουν διά να πάμε εις άλλο σπήτι να κατοικήσωμεν με την ησυχίαν μας!

Εις τούτα τα λόγια ο Αμπτούλ, που δεν ήτο ολιγώτερον εκστατικός από τον Καλίφην και γνωρίζοντάς τον, εφώναξεν· Ω μεγαλώτατε Αυθέντη μου, και βασιλέα του κόσμου, εσύ είσαι εκείνος που εκατεδέχθης να έλθης εις το σπήτι του σκλάβου σου, και ούτω λέγοντας έπεσε εις το ποδάρι του βασιλέως, ο οποίος τον εσήκωσε και τον έβαλε να καθήση επάνω εις ένα προσκέφαλον σιμά του.

Βλέποντας δε που ενύκτωσεν, εστοχάσθηκα διά να τραβηχθώ απ' εκεί, μα πριν ξεμακρύνω απ' αυτό το παλάτι ερώτησα ένα γέροντα που απερνούσεν, αν αυτός ήξευρε τίνος είνε εκείνο το παλάτι. Αυτό είνε, μου απεκρίθη, σπήτι του Μουφάκ αυθέντη υιού του Αδλανέ. Αυτός είνε ένα υποκείμενον πλούσιον, πολλά τιμημένον, και από φυλήν ευγενικήν.

Μίαν βραδυάν εις το αναμεταξύ που η Ρεσπίνα ήτον όλη προσηλωμένη εις την προσευχήν, έμπασεν ο Ραβά κρυφίως έναν άνθρωπον εις την κατοικίαν της, και από το άλλο μέρος αυτός, συντροφευόμενος από τέσσαρας μάρτυρας δολερούς, εμβήκε με δυναστείαν εις το σπήτι της φωνάζοντας· αχ ταλαίπωρη, της είπε ποίος είνε τούτος ο άνθρωπος εδώ; έτσι το λοιπόν τιμάς τον αδελφόν μου; έφερα ετούτους τοις μάρτυρας διά να μην εύρης πρόφασες να αρνηθής την ανομίαν σου· παράνομη, έξωθεν δείχνεις πως είσαι η πλέον ευλαβητική, και κρυφίως κάμνεις πράγματα τόσον άνομα; Ούτω λέγοντας έκαμε τόσην ταραχήν, που εξύπνησεν όλην την γειτονειάν και εφανέρωσε την εντροπήν της νύμφης του.

Διότι μίαν βραδειάν, γυρίζοντας από μίαν συναναστροφήν φίλων και φθάνοντας εις το σπήτι μου, κτυπώ την πόρταν και κανείς δεν μου αποκρίνεται ούτε μου ανοίγει. Κράζω την βασιλοπούλαν, και αυτή δεν αποκρίνεται εις την φωνήν μου. Τρέχω εις όλα τα μέρη του σπητιού, και μην ευρίσκοντάς την, έπεσα αποκαμωμένος εις τες αγκάλες ενός γείτονός μου.