Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 10 Ιουνίου 2025
Η Φαραζάνα βλέποντας πως αυτά δεν ήσαν μέτωρα αλλά λόγια αληθινά του Αράπη, έδειξε το σοβαρόν της· και με θυμόν άρχισε να τον υβρίζη καθώς του ετύχαινε, λέγοντάς του πως αυτό δεν θέλει το κρατήσει κρυφόν, αλλά θέλει το φανερώσει του Μπρακμάνου, διά να τον παιδεύση κατά πως του πρέπει με την τόλμην που έλαβε να της μιλήση με τέτοιον τρόπον· καθώς και το έκαμε και τον επαίδευσεν ο Μπρακμάνος σκληρότατα.
Και τούτο μάταιον. Η Αϊμά δεν εκοιμάτο, έλειπεν. Ο Μάχτος ησθάνθη ήδη μεγίστην ανησυχίαν. Τω όντι το πράγμα τω εφαίνετο σοβαρόν. — Πού είνε η Αϊμά, μάννα; έκραξεν. Η Γύφτισσα είχε νικήσει την ραστώνην, ήτις εδέσποζεν αυτής προ ολίγων στιγμών, και εισήλθεν εις την καλύβην. — Δεν ξεύρω, απήντησεν απλώς. — Δεν ξεύρεις; είπεν ο Μάχτος· δεν ξεύρεις πού είνε; — Δεν ξεύρω, επανέλαβεν η Γύφτισσα.
Αλλά μετ' ολίγον ήρχισε και η μητρυιά μου να πάσχη από νόσημα σοβαρόν και παράδοξον• το παρηκολούθησα δε ευθύς από της αρχής του• και δεν ήτο απλούν, ουδέ ελαφρόν είδος μανίας, αλλ' ως παλαιόν κακόν το οποίον υπεκρύπτετο προ πολλού εις την ψυχήν της, εξέσπασε διά μιας και εκδηλωθέν την κατεκυρίευσεν.
— Αϊμά, απήντησεν η φωνή. — Αϊμά; Αυτό είνε το όνομά σου; — Αυτό. — Ευχαριστώ. Και η Βεάτη απεμακρύνθη. Η Σιξτίνα. Ότε η Βεάτη έφθασεν εις το κατώτερον πάτωμα, ήκουσεν όπισθέν της το βήμα της Σιξτίνης, ήτις ανέβαινε διά της κλίμακος με το σοβαρόν βήμα της, κρατούσα τη ετέρα των χειρών το περίφημον μονόφωτον δέλετρόν της.
Μόνον τας Κυριακάς επήγαινε εις την εκκλησίαν της ενορίας των, τας δε λοιπάς ημέρας τας εξώδευε εις το σπήτι και εις το περιβόλι, το οποίον μετέβαλεν εις καράβι, διότι το μεν ένα μέρος, το βορεινόν, ωνόμαζε «πλώρην» το δε άλλο, το προς το σπήτι, «πρύμη» και την μέσην, όπου ήτο και η στέρνα την εβάπτισεν «αμπάρι»· και ήκουες με το πλέον σοβαρόν ύφος να σου λέγη ότι κολοκυθάκια έχει η πλώρη, αγγουράκια η πρύμη και μελιτζάνες το αμπάρι.
Ας έχουν λοιπόν και αυτοί την ελευθερίαν τους, όμως θέλω ταύτην την ώραν να φύγητε απ' εδώ όλοι σας και λέγοντάς ταύτα τα λόγια με βλέμμα σοβαρόν, εκατάλαβαν εκείνοι οι επτά φίλοι πώς θέλει διά να την υπακούσουν και μάλιστα διά τους επτά Αράπηδες σκλάβους, που τους εκρατούσαν εις συστολήν και φόβον.
ΚΕΝΤ Πώς επέστρεψε τόσον εξαφνικά ο βασιλεύς της Γαλλίας; Ηξεύρεις τον λόγον; ΙΠΠΟΤ. Είχεν αφήσει κάτι ατελείωτον εις το βασίλειόν του, και αφού ήλθεν εδώ το εσυλλογίσθη. Ήτο πράγμα σοβαρόν και επικίνδυνον, και έπρεπε να επιστρέψη ο ίδιος να το κάμη. ΚΕΝΤ Και ποίον άφησε στρατηγόν εις τον τόπον του; ΙΠΠΟΤ. Τον στρατάρχην της Γαλλίας, τον Λεφάρ.
Η φωνή του είχε τι το σοβαρόν, το επιβάλλον. Ουδέποτε η σύζυγός του τον ήκουσεν ομιλούντα ούτω. Τον ήκουε και τα δάκρυα ανέβαινον ησύχως εις τους οφθαλμούς της. Ησθάνετο ότι η δοκιμασία αύτη ενίσχυσε διά παντός την ψυχήν του. — Να μείνω εδώ την νύκτα; ηρώτησεν ο Γεροθανάσης. — Μείνε, θα έλθω πολύ πρωί. Και βλέπων την σύζυγόν του, ήτις έτεινε προς αυτόν το ράσον,
Και όταν πάλιν, ενηγκαλισμένον έχουσα και καταφιλούσα τον μονάκριβον υιόν της, τον οποίον, μετά τόσα έτη, ανελπίστως έβλεπε, μεγαλόσωμον, σοβαρόν, πολιόν σχεδόν, ως τον καπετάν- Τσούρμαν, τον Παπαργυρόν, απαράλλακτον, ακούσασα πατήματα ζωηρά, χορευτικά και φωνάς και γέλωτας και χαράν, εν τω άνω πατώματι, όπου τα παιδία ανέβησαν να ίδουν το θέαμα του λιμένος και της κώμης, απεσπάσθη από τας αγκάλας του υιού της, έντρομος κράζουσα, κ' επάνω βλέπουσα: — Τι είνε!
Ο σύζυγος, όλως βυθισμένος εις την επιστήμην, ήτο σοβαρός ως επί το πλείστον, ενώ ο Ισίδωρος ο φίλος του, ήτο η ευθυμία προσωποποιημένη, εις δε τας αστειότητας και τας ευφυολογίας του τας ανεξαντλήτους, τας γαργαλιστικάς, δύσκολα θα ηδύνατό τις να φυλάξη σοβαρόν ύφος. Πώς ν' αντιστή εις αυτάς η νεαρά σύζυγος του Κλέωνος; Οι δύο νέοι ημιλλώντο τις να φανή του άλλου ευθυμότερος.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν