Vietnam or Thailand ? Vote for the TOP Country of the Week !
Ενημερώθηκε: 27 Μαΐου 2025
Αλλ' αν και εκείνοι, προς ους θα έλεγε τούτο, θα το επίστευον, ο Σκούντας όμως δεν θα επίστευεν εις αυτούς. Τοσούτον δ' εκυριεύθη υπό του φόβου, ώστε είπεν αίφνης προς την Αϊμάν — Σηκώσου να πηγαίνωμεν. — Πού να πηγαίνωμεν; ηρώτησεν εκείνη καταπλαγείσα. — Εις τον δρόμον μας, απήντησε με ζοφεράν φωνήν ο Σκούντας. Η Αϊμά δεν ησθάνετο δυνάμεις ίνα υπακούση. Τα γόνατά της είχον αρχίσει να τρέμωσιν.
— Ας αφήσωμεν τους αστεϊσμούς, επανέλαβεν ο Σκούντας. — Δεν είνε αστεϊσμοί, είπεν ο Τρανταχτής. — Ομιλείς σπουδαία; — Βέβαια. — Λέγε λοιπόν καθαρά τότε. — Καθαρά όπως αυτό το ποτήρι. — Έμαθες αληθώς ότι θα έλθη; — Ναι. — Από πού λοιπόν το έμαθες; — Σοι είπα, από τον Πάπαν. Ο Σκούντας εμόρφασεν ανυπομόνως.
— Είπεν ότι θα το φέρη ο ίδιος αύριον, είπεν ο Σκούντας. — Α, έκαμεν η Βεάτη. — Και αν δεν ειμπορέση, θα υπάγω ο ίδιος αύριον να σας το φέρω. — Έτσι; — Τώρα μ' έστειλε διά να σας αναγγείλω ότι αύριον το πρωί έρχεται το κλειδί. — Πολύ καλά. — Και κάτι άλλας παραγγελίας ακόμα, είπεν ο Σκούντας. — Τι παραγγελίας; Ο Σκούντας περιέβλεψε κύκλω. — Δεν μας ακούει κανείς; είπεν. — Είμεθα μόνοι. Λέγε.
— Ψυχή μου, αυτό είνε μεγάλο δυστύχημα, παρετήρησεν ο Σκούντας. — Τω όντι, είπεν ο Τρανταχτής. Και πρώτη φορά μου συμβαίνει. — Τι κρίμα, είπεν ειρωνικώς ο Σκούντας. — Και δεν ξεύρεις πόσο κακό είνε να γελάση κανείς δικούς του ανθρώπους. — Φίλοι σου λοιπόν είνε αυτοί που θα γελάσης; — Είνε κάτι περισσότερο, είνε φιλενάδες μου. — Φιλενάδες σου! μεγάλο θαύμα! — Βέβαια. Δι' αυτό είμαι λυπημένος
Έφθασαν δε μετ' ολίγον εις την κατοικίαν του αρχηγού, και οι στρατιώται μετά της Αϊμάς ανέβησαν εκείσε, ο δε Μάχτος έμεινε διστάζων κάτωθεν του οίκου. Ο δε Σκούντας εκρύπτετο, και είχε σταθή κατασκοπεύων όπισθεν του τοίχου. Προ μιας μόλις ώρας εις την οικίαν ταύτην είχε συμβή το εξής. Άνθρωπός τις επαρουσιάσθη και έκρουσε την θύραν.
— Την γνωρίζει λοιπόν ο Τρανταχτής; εξηκολούθησεν η Βεάτη — Βέβαια την γνωρίζει.... — Και ποίαν σχέσιν έχει μαζή της; επανέλαβεν η Βεάτη. — Βέβαια πρέπει να έχη κάποιαν σχέσιν, είπε σοβαρώς ο Σκούντας. Αλλά δεν μοι λέγετε, ευρίσκεται αυτή εδώ; — Και διά ποίον σκοπόν ο Τρανταχτής θέλει να μάθη δι' αυτήν; — Έχει σκοπόν βέβαια, είπεν ανυπομόνως ο Σκούντας. Αλλ' είνε εδώ αυτή ακόμη;
Τόσο χατήρι δεν έχω; — Τι να σου πω; — Θα πάγης; — Εσύ πρέπει να έχης λόγον να επιμένης τόσον, είπε μετά προσποιήτου ευηθείας ο Σκούντας. — Λόγον; Ειμπορεί να έχω. — Και δεν επιμένω να μου τον πης. — Και να επιμείνης δεν σου λέγω τίποτε τώρα. Άλλην φοράν, μάλιστα. — Λοιπόν απαιτείς να πάγω; — Απαιτώ. — Θα πάγω τότε, τι να γένη. — Εύγε, είσαι φίλος, είπεν ο Τρανταχτής. Φίλος διά φίλου σώζεται.
— Ποίον Δερμίνην; — Τον θαλαμηπόλον του καρδιναλίου. — Ενθυμούμαι. — Λοιπόν αυτή η Βεάτη μου παρήγγειλε να της κάμω ένα κλειδί. — Και μου έστειλε τον τύπον. — Εννοώ. — Λοιπόν το κλειδί είνε αυτό. — Καλά. — Και της υποσχέθηκα να της το φέρω αύριον. — Λοιπόν; — Λοιπόν, επειδή αύριον έχω εργασίαν, δεν έχω καιρόν να της το φέρω, και είνε αρκετά μακράν. Ο Σκούντας εφαίνετο σύννους.
— Το έμαθεν από τον αδελφόν της, είπεν ο Σκούντας. Αλλ' ειπέτε μοι, εις ποίον δωμάτιον κατοικεί αυτή; — Έχει λοιπόν και αδελφόν; επανέλαβεν η Βεάτη. Και πώς την άφησε να την πάρουν; — Είνε ανόητος, ως φαίνεται, είπεν ο Σκούντας. Εις ποίον μέρος του μοναστηρίου ευρίσκεται το δωμάτιόν της; — Και ειξεύρει ο Τρανταχτής με ποίον σκοπόν την έφεραν εδώ; εξηκολούθησε να ερωτά η Βεάτη.
Τη επιούση όμως αι λέξεις αύται ήλθον εις την μνήμην του εναργέστεραι, και τότε κατώρθωσε να τας εννοήση. Εν τούτοις την εσπέραν εκείνην ηκολούθησε την Αϊμάν απαγομένην, και κατόπιν αυτού ήρχετο ο Σκούντας. Αδύνατον να φαντασθή τις την ταραχήν, την αγωνίαν, την απόγνωσιν του δυστυχούς νέου.
Λέξη Της Ημέρας
Άλλοι Ψάχνουν